Θεολογια Ορθοδοξου Πιστεως

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018

Ο θάνατος του Φώτη Κόντογλου και η θαυμαστή «πληροφορία» από τον Άγιο Εφραίμ 7 Ιουλίου 2015


Ο θάνατος του Φώτη Κόντογλου και η θαυμαστή «πληροφορία» από τον Άγιο Εφραίμ

Ο Φώτης Κόντογλου γεννήθηκε στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας στις 8 Νοεμβρίου 1895 και πέθανε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου 1965. Το παρακάτω περιστατικό αναφέρεται στις τελευταίες του στιγμές στο νοσοκομείο και την θαυμαστή πληροφορία που είχε η γυναίκα του από τον Άγιο Εφραίμ τον θαυματουργό.

-Περνούσε δύσκολες ημέρες στο νοσοκομείο ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου, και η γυναίκα του Μαρία Κόντογλου, ήταν γονατιστή και προσευχόταν για την θεραπεία του, επικαλούμενη τον Μεγάλο μας Άγιο Εφραίμ. Ας μην ξεχνάμε, ότι η αγιασμένη χείρα του χαρισματούχου αγιογράφου, είχε φιλοτεχνήσει την πρώτη εικόνα του Αγίου μας! Η Μαρία Κόντογλου περίμενε λοιπόν από τον Άγιο κάτι.

Και τι μεγαλύτερη βοήθεια θα μπορούσε να βρει απ’ αυτή, το να δει εκείνη ακριβώς την ώρα που προσηύχετο, την ψυχή του Φώτη Κόντογλου να την κρατά ο Άγιος Εφραίμ, και μέσα σε τόση δόξα να την οδηγεί στον Ουρανό!

Παραξενεύτηκε βλέποντας όλα αυτά! Τι τάχα να σήμαιναν; Κείνη την ώρα λοιπόν διέλυσε την απορία της κάποιο τηλεφώνημα από το νοσοκομείο, που της ανακοίνωνε ότι ο άνδρας της πέταξε ανάλαφρα στον Ουρανό! Ο Άγιος ήταν στ’ αλήθεια ο συνοδός του!

Πηγή: *από το βιβλίο: «Οπτασίαι και Θαύματα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Εφραίμ του Θαυματουργού» – Γ΄τόμος (Έκδοση  Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου – Όρος Αμώμων Αττικής). simeiakairwn.wordpress.com
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:14 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου – Δροσίσετε την ψυχή σας στην καλωσύνη και αγιότητα


kontoglou
Τι μεγαλομανία σ  έχει πιάσει, αδελφέ μου, και δεν βρίσκεις ησυχία και χτίζεις πατώματα απάνω στα πατώματα, κι  έχεις δυό τρία αυτοκίνητα και κότερα και κάθε λογής μάταια πράγματα! Γύρισε και κύτταξε και τον αδελφό σου, να δροσισθεί η ψυχή σου με την ευλογημένη καλωσύνη, που την ξεράνανε τα τσιμέντα, οι ψεύτικες κουβέντες, οι συμφεροντολογικές παρέες, οι συνοφρυωμένες αξιοπρέπειες. Αν δεν μπορείς να κάνεις θυσίες, τουλάχιστον να συχαθείς την αδικία. Μην αδικείς. Η αδικία είναι σιχαμερή στρίγγλα, χωρίστρα των ανθρώπων, ανθρωποκτονία σαν τον πατέρα τον σατανά.
Τι θα δίνανε πολλοί απ  αὐτούς, που κερδίσανε τον κόσμο και χάσανε την ψυχή τους, για να νοιώσουνε ο,τι νοιώθουνε οι άλλοι που δεν χάσανε την ψυχή τους! Αν τύχει να ξεκόψει κανένας τέτοιος από ψεύτικη παρέα του και βρεθεί στη συντροφιά των απλών, των αχάλαστων, νοιώθει πως ζει αληθινά και σαν απογευθεί τα αγνά αισθήματα ύστερα από τη ψευτιά, καταλαβαίνει τέτοια χαρά, που κάνει σαν τον άνθρωπο που ξαναγεννήθηκε, σαν τυφλός που είδε το φως του. Κάτι τέτοιοι δεν ξεκολλάνε πια οι κακόμοιροι από τη συντροφιά των απλών, των γκαρδιακών ανθρώπων. Αλλά για να ξεμακρύνει από τα ψεύτικα πρέπει νάχει λίγη ψυχή. Αλλοιώς δεν μπορεί να ζήσει χωρίς ψευτιά. Ο άμμος της Σαχάρας, όση βροχή κι  ἂν πέσει απάνω του, δεν φυτρώνει τίποτα.
Αν πεις πάλι σε έναν από τους άλλους, τους φτωχούς, να περάσει μισή ώρα με την παρέα των κοσμικών, καλύτερα έχει να το βάλεις στο μπουντρούμι, παρά να βλέπει και ν  ἀκούγει εκείνα τα ψεύτικα κομπλιμέντα, τις ανάλατες συζητήσεις, τα κρύα χωρατά. Στη συναναστροφή που κάνουνε αυτοί οι ψευτισμένοι, θαρρείς πως τους χωρίζει ένας τοίχος τον έναν από τον άλλον. Ενώ οι άλλοι, που ζούνε μακρυά από τον κόσμο, νοιώθουνε πως οι καρδιές τους γίνονται ένα, πως ακουμπά ο ένας απάνω στον άλλον και ξεκουράζεται. Αγαπά και αγαπιέται, χαίρεται και δίνει χαρά. Από πάνω από τη συντροφιά των σαρκικών ανθρώπων στέκεται ο διάβολος και τους κάνει να μιλάνε ολοένα για λεφτά και για τα όμοια, για να μη γροικήσουνε ούτε το φαγί που τρώνε. Από πάνω από τη συντροφιά των ταπεινών στέκεται ο Θεός, κι  ὅλα είνε ευλογημένα.
Πετάξετε από πάνω σας την ψευτιά. Ανοίξετε τα πανιά, να τα φουσκώσει ο καθαρός αγέρας του πελάγου. Να δροσισθεί η ψυχή σας, να νοιώσετε πως ζητά αληθινά κι  ὄχι ψεύτικα.

(Μικρό απόσπασμα από το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου «Ευλογημένο Καταφύγιο», εκδ. «ΑΚΡΙΤΑΣ»)




Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:13 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

«Φώτης Κόντογλου. Από τον «Λόγο» στην «Έκφρασι» - “Fotis Kontoglou. Fro...

Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:11 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΦΩΤΗΣ

Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:10 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Χαρὰ τῶν Χριστιανῶν


Ἑλληνικὴ Δημιουργία, τ.61, 1959
ἢ στὸ βιβλίο «Παναγία καὶ Ὑπεραγία» των ἐκδόσεων Ἀρμός

Ἡ Παναγία εἶναι τὸ πνευματικὸ στόλισμα τῆς ὀρθοδοξίας. Γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες εἶναι ἡ πονεμένη μητέρα, ἡ παρηγορήτρια κ᾿ ἡ προστάτρια, ποὺ μᾶς παραστέκεται σὲ κάθε περίσταση. Σὲ κάθε μέρος τῆς Ἑλλάδας εἶναι χτισμένες ἀμέτρητες ἐκκλησιὲς καὶ μοναστήρια, παλάτια αὐτηνῆς τῆς ταπεινῆς βασίλισσας, κι᾿ ἕνα σωρὸ ρημοκλήσια, μέσα στὰ βουνά, στοὺς κάμπους καὶ στὰ νησιά, μοσκοβολημένα ἀπὸ τὴν παρθενικὴ καὶ πνευματικὴ εὐωδία της. Μέσα στὸ καθένα ἀπ᾿ αὐτὰ βρίσκεται τὸ παληὸ καὶ σεβάσμιο εἰκόνισμά της μὲ τὸ μελαχροινὸ καὶ χρυσοκέρινο πρόσωπό της, ποὺ τὸ βρέχουνε ὁλοένα τὰ δάκρυα τοῦ βασανισμένου λαοῦ μας, γιατὶ δὲν ἔχουμε ἄλλη νὰ μᾶς βοηθήσει, παρεκτὸς ἀπὸ τὴν Παναγία, «ἄλλην γὰρ οὐκ ἔχομεν ἁμαρτωλοὶ πρὸς Θεὸν ἐν κινδύνοις καὶ θλίψεσιν ἀεὶ μεσιτείαν, οἱ κατακαμπτόμενοι ὑπὸ πταισμάτων πολλῶν». Τὸ κάλλος τῆς Παναγίας δὲν εἶναι κάλλος σαρκικό, ἀλλὰ πνευματικό, γιατὶ ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ὁ πόνος κ᾿ ἡ ἁγιότητα, ὑπάρχει μονάχα κάλλος πνευματικό. Τὸ σαρκικὸ κάλλος φέρνει τὴ σαρκικὴ ἔξαψη, ἐνῶ τὸ πνευματικὸ κάλλος φέρνει κατυάνυξη, σεβασμὸ κι᾿ ἁγνὴ ἀγάπη. Αὐτὸ τὸ κάλλος ἔχει ἡ Παναγία. Κι᾿ αὐτὸ τὸ κάλλος εἶναι ἀποτυπωμένο στὰ ἑλληνικὰ εἰκονίσματά της ποὺ τὰ κάνανε ἄνθρωποι εὐσεβεῖς ὁποῦ νηστεύανε καὶ ψέλνανε καὶ βρισκόντανε σὲ συντριβὴ καρδίας καὶ σὲ πνευματικὴ καθαρότητα. Στὴν ὄψη τῆς Παναγίας ἔχει τυπωθεῖ αὐτὸ τὸ μυστικὸ κάλλος ποὺ τραβᾷ σὰν μαγνήτης τὶς εὐσεβεῖς ψυχὲς καὶ τὶς ἡσυχάζει καὶ τὶς παρηγορᾷ. Κι᾿ αὐτὴ ἡ πνευματικὴ εὐωδία εἶναι τὸ λεγόμενο Χαροποιὸν Πένθος (1) ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, ἕνα βότανο ἄγνωστο στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν πήγανε κοντὰ σ᾿ αὐτὸν τὸν καλὸν ποιμένα. Τούτη τὴ χαροποιὰ λύπη τὴν ἔχουνε ὅλα ὅσα ἔκανε ἡ ὀρθόδοξη τέχνη, καὶ τὰ εὐωδιάζει σὰν σμύρνα καὶ σὰν ἀλόη, κἂν εἰκόνισμα εἶναι, κἂν ὑμνωδία, κἂν ψαλμωδία, κἂν χειρόγραφο, κἂν ἄμφια, κἂν λόγος, κἂν κίνημα, κἂν εὐλογία, κἂν χαιρετισμός, κἂν μοναστήρι, κἂν κελλὶ κἂν σκαλιστὸ ξύλο, κἂν κέντημα, κἂν καντήλι, κἂν ἀναλόγι, κἂν μανουάλι, ὅτι καὶ νἆναι ἁγιωτικό.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:09 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Ἀθανάσιος Ἰ. Καλαμάτας - Στὸν κυρ-Φώτη ὁ λόγος


9.9.2005

Ἂν καὶ συμπληρώνονται φέτος σαράντα χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμηση τοῦ μακαριστοῦ Κυδωνιέως Φώτη Κόντογλου, ὑπάρχουν πολλοὶ μελετητὲς ποὺ συνεχίζουν νὰ ἀξιολογοῦν καὶ νὰ ἑρμηνεύουν τὸ ἔργο του, εἴτε αὐτὸ ἀφορᾶ στὴ λογοτεχνική, εἴτε στὴν καλλιτεχνική του παραγωγή, χώρια ἀπὸ τὴ συνεχιζόμενη πολλὲς φορὲς ἀνούσια καὶ ἄκριτη πολεμικὴ εἰς βάρος του. Καὶ ἡ θεώρηση αὐτὴ φαίνεται νὰ μὴν ἔχει τελειωμό. Πενήντα σχεδὸν χρόνια δημιουργικῆς πορείας τοῦ Ἀϊβαλιώτη συγγραφέα καὶ καλλιτέχνη, ποὺ ἄφησαν πολύμορφα λογοτεχνήματα καὶ καλλιτεχνήματα, ἐξακολουθοῦν ἄλλοτε νὰ θαμπώνουν τοὺς μελετητές του κι ἄλλοτε νὰ κάμουν πολλοὺς νὰ ἐπαναλαμβάνουν τὰ ἴδια πράγματα.
Δὲν προτίθεμαι ἐδῶ νὰ ἀπαριθμήσω τὸ τί ἔχει γραφεῖ ὑπὲρ καὶ τί κατὰ τοῦ Κόντογλου. Οὔτε βέβαια νὰ κάμω ὁποιαδήποτε συνθηματολογία, ἀκόμη καὶ ὡραιολογία, γύρω ἀπὸ τὸ βίο καὶ τὸ ἔργο του. Αὐτὰ σὲ ὅσους ξέρουν γράμματα καὶ ἔχουν καλὴ σπουδὴ στὴ λογοτεχνία καὶ τὴν τέχνη - καὶ ὄχι μόνο, θέλω νὰ πιστεύω καὶ στὴ θεολογία, μιᾶς κι ὁ Κόντογλου κατέδειξε ὅσο κανεὶς ἄλλος ὅτι ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση δὲν εἶναι οἱ προχειρολογίες ἀρκετῶν διανοουμένων, ἀλλὰ καὶ ῥασοφόρων περὶ ὀρθοδοξίας καὶ ὀρθοπραξίας, ἀλλὰ κάτι τὸ ἁπτὸ καὶ συγκεκριμένο, ὅπως τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ ποὺ γίνεται Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ - εἶναι νομίζω γνωστά.
Σὲ μερικὰ σημεῖα ἐπιθυμῶ μόνο νὰ σταθῶ. Αὐτὰ σχετίζονται ἄμεσα μὲ τὴν παρουσία τοῦ Κόντογλου στοὺς περίεργους καιροὺς ποὺ ζοῦμε. Ποιά, δηλαδή, εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ σήμερα. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα, ὡστόσο, θὰ ἤθελα νὰ καταγράψω μερικὰ ἐρωτήματα, ποὺ συχνὰ-πυκνὰ ἔρχονται στὸ προσκήνιο. Ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι πονεμένη ἡ ῥωμιοσύνη; Ἐπιβιώνει στὸ ὑποσυνείδητό μας; Ἢ μήπως τὴν καταντήσαμε κι αὐτή, ὅπως τόσα ἄλλα ποὺ παραπέμπουν στὶς πηγὲς καὶ τὶς ρίζες μας φολκλόρ; Γιατὶ σ᾿ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν ἑλληνορθόδοξη ταυτότητα καὶ αὐτοσυνειδησία, μᾶς κατατρέχει πάντοτε τὸ σύνδρομο τῆς ἀπολογητικῆς, αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ μᾶς κάμει συνεχῶς νὰ διατρανώνουμε τὴν πιστότητά μας σ᾿ αὐτή; Εἶναι τόσο δύσκολο νὰ κατανοήσουμε, ὄχι τὸ ποιοὶ καὶ τί εἴμαστε, ὅσο νὰ πραγματώσουμε μέσα μας αὐτὸ ποὺ ὄντως εἴμαστε; Τὴν πινδαρικὴ δηλαδὴ προτροπὴ τοῦ «μάθε καὶ γίνε αὐτὸ ποὺ εἶσαι», μὲ ἔμφαση στὸ γίγνεσθαι παρὰ στὸ μανθάνειν;
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:07 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Σαστισμένα λόγια


«Ὁ Νουμᾶς», σελ. 584-586

Εἶμαι καλὰ ἐδῶ ἀπάνου στὴν καρέκλα μου. Εἶμαι λιγάκι στενόχωρα καὶ γι᾿ αὐτὸ εἶμαι καλύτερα· ἔτσι δείχνει λιγώτερο ἡ φτώχια μου.
Ἀπ᾿ τὸ φεγγίτη δὲ φαίνεται τίποτα γιὰ νὰ καταλάβῃ κανένας πὼς βρίσκεται τόσο ψηλά, μ᾿ ἄλλα λόγια στὸ ἕχτο πάτωμα. Μάλιστα. Βρίσκουμαι ἀπὸ πάνου ἀπ᾿ ἕνα σωρὸ λογιῶν λογιῶν ἀνθρώπους. Ἐγὼ ὁ ἴδιος τὄχω ξεχάσει κάθε ἄλλη ὥρα, ὄξω ἀπὸ τούτη ποὺ τὸ λέω. Μοναχά, πότε πότε τὴ νύχτα, μέσα ἀπ᾿ τὸ κρεββάτι μου, συλλογίζουμαι πὼς κοιμᾶμαι τόσο ἀψηλὰ μέσα στὸν ἀγέρα, ἀπάνου ἀπ᾿ τὸ μεγάλο δρόμο...
Ἄραγες πόσοι εἶναι κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ περνοῦν ἀπ᾿ τὸ κεφάλι τοὺς τέτοιες παράξενες ἀνοησίες!... Τότες βέβαια ὁ νοῦς μου δὲν εἶναι σὲ μιὰ καλὴ κατάσταση. Ὅπως κι ἂν εἶναι, ἐγὼ δὲν ἄκουσα κανέναν νὰ μοῦ μιλήση γιὰ τέτοια πράματα. Ἐμένα ὅμως, ὁ Θεὸς ξαίρει γιατὶ μέσα ἀπ᾿ τὸ κρεββάτι μου τὸ μυαλό μου κατεβαίνει καὶ ψάχνει, ὅπως τὸ σκαντάλι μέσα στὸ νερό. Μοῦ φαίνεται πὼς περνῶ σιμὰ ἀπ᾿ τὶς πέτρες τοῦ τοίχου, ὅπως εἶναι στοιβαγμένες ἡ μιὰ ἀπάνω στὴν ἄλλη, ἴσαμε κάτου στὰ θεμέλια. Τὶς φχαριστῶ μὲ σφιγμένη καρδιὰ γιατὶ σηκώνουν τόσο βάρος καὶ μὲ κρατᾶν ἐδῶ ἀπάνου. Ὁλάκερη ἡ μικρή μου φυλακὴ φχαριστᾶ, λές, αὐτὲς τὶς καλὲς πέτρες, τὰ ξύλα καὶ τὰ σίδερα, τὰ θεμέλια ποὺ ζαλίζουνται ὅλη τὴ μέρα ἀπ᾿ τὴ βουὴ τοῦ κόσμου ποὺ περνᾶ μέσα στὸ δρόμο. Συλλογίζουμαι μὲ δάκρυα εὐγνωμοσύνης τὸ μαγαζάκι κάτου, πλάϊ στὴν πόρτα, ποὺ κάθεται μέσα ἕνα γεροντάκι μὲ μακρυὰ γένεια, τριγυρισμένο ἀπὸ παλιὰ πράματα ποὺ τὰ μαύρισε ὁ καιρὸς σὲ μακρινὲς χῶρες, κ᾿ ἔφταξαν ὡς ἐδῶ μ᾿ ἕναν τρόπο μυστηριώδη.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:05 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψόμεθα



Στὸ ἀποκαλυπτικὸ αὐτὸ κείμενο τοῦ Κόντογλου γίνεται λόγος ὄχι μόνο γιὰ τὴ δύναμη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ποὺ διὰ τοῦ θείου φωτός του καθαρίζει καὶ ἁγιάζει τὰ πνευματικά μας αἰσθητήρια, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν αἰτία ποὺ κάποιοι πολεμοῦν καὶ καταφρονοῦν τὴν ἁγία ὀρθόδοξη παράδοση.

Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, σήμερα μᾶς κράζει ὁ θεόγλωσσος ὑμνωδός, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς λέγοντας Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως Χριστὸν ἐξαστράπτοντα καὶ χαίρετε φάσκοντα τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ἄδοντες.
Μᾶς κράζει λοιπὸν νὰ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ δοῦμε τὸν Χριστὸ τὸν ἀναστημένο ἀπὸ τὸν τάφο. Νὰ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας, γιατὶ εἶναι ἀκάθαρτες, βρωμισμένες, ἐπειδὴ τὶς μεταχεριζόμαστε γιὰ σαρκικὰ καὶ ὑλικὰ πράγματα. Καὶ πῶς ἄραγε καθαρίζονται οἱ αἰσθήσεις μας καὶ θὰ γίνουνε ἀπὸ σαρκικές, πνευματικές;
Ὁ ὑμνωδὸς τὸ λέγει αὐτὸ γιατὶ τὸ διδάχθηκε απὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα του ποὺ εἶπε στοὺς Μακαρισμούς: Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται. Κι᾿ ἂν καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας, λέγει πὼς θὰ δοῦμε τὸν Χριστὸν ἐξαστράπτοντα μὲ ἀστραπή, ὄχι θαμπά, ἀλλὰ καθαρώτατα, ἀστραφτερὸν ἀπὸ τὸ ἀζύγωτο φῶς τῆς Ἀναστάσεως, τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως. Κι᾿ ὅχι μονάχα θὰ τὸν δοῦμε τηλαυγῶς, ἀλλὰ καὶ θὰ τὸν ἀκούσουμε κιόλας (γι᾿ αὐτὸ πρέπει νἆναι καθαρὲς ὅλες οἱ αἰσθήσεις μας). Κι ἡ φωνή του δὲν θἄρχεται ἀπὸ μακρυά, νὰ ἀμφιβάλλουμε ἂν τὸν ἀκούσαμε ἢ δὲν τὸν ἀκούσαμε, ἀλλὰ τρανῶς, δυνατά.
Τὶς αἰσθήσεις μας δὲν τὶς μολεύουμε μονάχα σὰν κάνουμε μ᾿ αὐτὲς σαρκικὰ ἔργα κι᾿ ἐνέργειες, δηλαδὴ σὰν τὶς μεταχειριζόμαστε γιὰ τὶς ἀπολαύσεις τοῦ κορμιοῦ, ἀλλὰ κι᾿ ὅταν τὶς μεταχειριζόμαστε γιὰ κάποια ἔργα ποὺ τὰ λέγει ὁ κόσμος «πνευματικά», ἐνῶ εἶναι κι᾿ αὐτὰ σαρκικά, καὶ μάλιστα αὐτὰ εἶναι συχνὰ πιὸ πονηρὰ ἀπὸ τἄλλα ποὺ φαίνονται φανερὰ πὼς εἶναι σαρκικά. Αὐτὰ τὰ λεγόμενα πνευματικὰ ἔργα εἶναι οἱ πονηρὲς σκέψεις ποὺ κάνει ὁ νοῦς μας ψάχνοντας τὰ θεϊκὰ πράγματα, καὶ ποὺ εἶναι ἀσεβέστατες καὶ σ᾿ αὐτὲς μᾶς σπρώχνει ἡ ὑπερηφάνειά μας καὶ ἡ ἀφοβιά μας μπροστὰ στὸν Θεό, γιατὶ δίνουνε τροφὴ στὴν ματαιοδοξία μας, ἐπειδὴ φαινόμαστε πολύξεροι στοὺς ἄλλους, ἐνῶ ὁ σοφὸς Σολομὼν εἶπε: Ἀρχὴ τῆς σοφίας (δηλ. τῆς κατὰ Θεὸν σοφίας) εἶναι ὁ φόβος τοῦ Κυρίου.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:04 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ὁ Θεὸς Κόνανος


(ἀπὸ τὸ Πέδρο Καζᾶς, Βασάντα κι ἄλλες ἱστορίες, «Ἀστήρ» Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, 1967)

Αὐτὸ τὸ κακὸ δαιμόνιο καθότανε σ᾿ ἕνα μοναστήρι λεγόμενο Καταβύθιση, μέσα στὴν ἔρημο Δραμούγκα. Ἐκεῖ πέρα ἤτανε κ᾿ ἡ Ζυγαριὰ τῆς Σωτηρίας, μὲ τὴν ὁποία ζυγιάζανε τοὺς προσκυνητὲς κατὰ πόσο ἤτανε ἄξιοι νὰ σωθοῦνε.
Τρέχανε λοιπὸν ἀπὸ κάθε χώρα χιλιάδες προσκυνητὲς νὰ πᾶνε στὸ μοναστήρι. Περπατούσανε βιαστικά, πεινασμένοι, διψασμένοι, σκελεθρωμένοι, μὲ ποδάρια πληγωμένα. Αὐτὸ τὸ κοπάδι, ποὺ στὴν ἀρχὴ ἤτανε τόσο μεγάλο, μὲ τὸν καιρὸ λιγόστευε ἀντὶς νὰ πληθαίνει, ἐπειδὴς αὐτοὶ οἱ χατζῆδες δὲν τρώγανε ὁλότελα, μὴν τύχει καὶ παχύνουνε, καὶ πεθαίνανε ἀπὸ τὴν πείνα κι ἀπὸ τὴν κακοπάθηση τοῦ κορμιοῦ.
Πῶς παίρνει ὁ ἄνεμος τὸν καπνό, ἔτσι τρέχανε αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι μέσα στοὺς κάμπους καὶ στὰ βουνά. Σκύλοι μαλλιαροὶ κι ἀγριεμένοι γαβγίζανε ἀπὸ πίσω τους.
Περάσανε μία χώρα ποὺ τὴ λένε Φαρμακωμένη, γιατὶ δὲν ἔχει τίποτ᾿ ἄλλο ἀπὸ πέτρες κατάξερες.
Τὸ κρύο τοὺς ἔκαιγε σὰ φωτιά. Σ᾿ αὐτὰ τὰ μέρη, δυὸ ὧρες ἅμα βγεῖ ὁ ἥλιος, ἀρχίζει νὰ φυσᾶ ἕνας ἀγέρας ταντανιασμένος, σὰ νὰ βγαίνει μέσ᾿ ἀπὸ παγωμένες σπηλιές. Φυσᾶ ἴσαμε τὸ βράδι, λίγο πρὶν βασιλέψει ὁ ἥλιος. Τὰ βουνὰ καὶ τὰ βράχια φαίνουνται σὰν κρούσταλλα, ὁ οὐρανὸς σὰ γυαλί, καὶ θαρρεῖ κανένας πὼς εἶναι κοντά, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ περπατᾶ ἕναν μήνα γιὰ νὰ τὰ σιμώσει.
Κατὰ τὸ δρόμο ποὺ τραβούσανε, ἅμα τοὺς χτυποῦσε ὁ ἄνεμος ἀπὸ μπροστά, βασανιζόντανε μὲ τὸ κεφάλι κάτω, ἅμα τοὺς χτυποῦσε ἀπὸ τὰ πλάγια, πηγαίνανε μὲ τό ῾να πλευρό, ἅμα τοὺς ἔδερνε ἀπὸ πίσω, τοὺς σβάρνιζε σὰ νά ῾τανε ἀγκάθια ἐλαφρότατα.
Φτάξανε σ᾿ ἕνα μέρος πότρεχε ἕνα ποτάμι ἀφρισμένο. Δὲν ἤτανε παγωμένο, γιατὶ εἶχε ὅλο καταρράχτες σὰ σκαλοπάτια, καὶ τὸ νερὸ ἔπεφτε ἀπὸ τὸν ἕναν στὸν ἄλλο καὶ δὲν πρόφτανε νὰ παγώσει. Ὁ τόπος εἶχε καὶ λίγα ἀγριόδεντρα. Εἴδανε ἕνα μύλο ποὺ βρόνταγε ἡ ρόδα του, μὰ ἤτανε ἔρημος καὶ γύριζε μοναχός του.
Ἀφοῦ περάσανε τὸ ποτάμι, καθήσανε καὶ συλλογιζόντανε ποιὸ δρόμο νὰ τραβήξουνε. Τότες ἀκούσανε μία φωνὴ ψιλὴ καὶ παράξενη, πὄβγαινε ἀπὸ τὴ ρόδα τοῦ μύλου, λέγοντάς τους νὰ περάσουνε μέσ᾿ ἀπὸ μία τρύπα τοῦ βουνοῦ.
Ἀφοῦ περπατήξανε κάμποσο, βρήκανε αὐτὴ τὴν τρύπα καί, μπαίνοντας μέσα, πέσανε νὰ κοιμηθοῦνε. Ἀλλὰ δὲν μπορέσανε νὰ κοιμηθοῦνε, γιατὶ κολλήσανε ἀπάνω τοὺς πλῆθος βδέλλες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἤτανε γεμάτη κείνη ἡ τρύπα.
Πρὶν ξημερώσει λοιπὸν φύγανε ἀπὸ κεῖ. Ἡ τρύπα τοὺς ἔβγαλε σ᾿ ἕνα μέρος γεμάτο κοφτερὲς στουρναρόπετρες καὶ κάμποσοι πεθάνανε, ἀδυνατισμένοι ὁλότελα ἀπὸ τὸ αἷμα ποὺ τοὺς ἤπιανε οἱ βδέλλες.
Σὲ λίγες μέρες καταντήσανε ὁλότελα σκέλεθρα, κατὰ τὸ λόγο ποὺ λέγει ὁ θεὸς Κόνανος: «Ἂν θέλεις νὰ μὴν καταποντιστεῖς, πρέπει νὰ ξεραθοῦνε τὰ κρέατα τοῦ κορμιοῦ σου· τὰ κόκκαλά σου νὰ μικρύνουνε καὶ νὰ γίνουνε σὰν ἀλαφρόπετρα.»
Ὁλοένα βουνὰ ἀνεβαίνανε, βουνὰ ἄσπλαχνα, καταβόθρες μαῦρες κ᾿ ἔρημες. Μηδὲ ἀγριοπούλι δὲν εἴδανε.
Φτάξανε σ᾿ ἕνα μέρος ἡμερώτερο λεγόμενο Νάτικον, ποὺ θὰ πεῖ Καλὸς Τόπος. Εἴδανε ἀπὸ μακριὰ κάποιους ἀνθρώπους νὰ περπατᾶνε. Σὰν ἀνεβήκανε στὸ βουνό, εἴδανε ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ κάμποσες καλύβες κ᾿ ἕναν πύργο, μ᾿ ἕνα τέρας καθισμένο στὴν κορφή του.
Ἀπὸ κεῖνα τὰ σπίτια ἔβγαινε μία ψαλμωδία λυπητερή, μὰ δὲ φάνηκε κανένας ἄνθρωπος.
Πέσανε ὕστερα σὲ μιὰ λίμνη μισοπαγωμένη, καὶ γύρω της βοσκούσανε πολλὰ βουβάλια. Πέντ᾿ - ἕξι τσομπάνηδες πήγανε κοντά τους καὶ τοὺς δώσανε παγωμένο κρέας, μὰ δὲν τὸ φάγανε.
Τὴ νύχτα κονέψανε μαζί τους. Τὸ πρωὶ οἱ μισοὶ δὲ σηκωθήκανε, γιατὶ πεθάνανε τὴ νύχτα.
Ἀπὸ κεῖ περπατήξανε οἱ ἄλλοι ὅλη τὴν ἡμέρα καὶ κατὰ τὸ βράδι φτάξανε σὲ μιὰ μεγάλη πολιτεία. Κοιμηθήκανε σ᾿ ἕνα χωριὸ καὶ τὸ πρωὶ πήγανε νὰ πάρουνε ἕναν λοξὸ δρόμο, μὰ τοὺς μποδίσανε κάτι παπάδες, ποὺ ἐρχόντανε ἀπό ῾να μοναστήρι, καὶ τοὺς πήγανε στὴν πολιτεία γιὰ νὰ πάρουνε χῶμα ἀπὸ τὸ μνημόρι κάποιου ἀσκητῆ, ὁ ὁποῖος ἤτανε θαμμένος στὸ κάστρο, νὰ τὸ πίνουνε μὲ τὸ νερό, νὰ μὴν πεθάνουνε στὸ δρόμο.
Ἀφοῦ πήρανε τὸ χῶμα, ἐπειδὴς νύχτωσε, τοὺς πήγανε σ᾿ ἕνα χάνι νὰ κοιμηθοῦνε. Αὐτὸ τὸ χάνι εἶχε μία κάμαρα ποὺ χωροῦσε ὡς δυὸ χιλιάδες κόσμο. Τὸ πάτωμα ἤτανε σκεπασμένο ἀπὸ φτερὰ ἀνακατεμένα μὲ ξεροχόρταρα. Πρὶν νυχτώσει καλὰ - καλά, γέμισε ἀπό ῾να πλῆθος ἀμέτρητο, ἄντρες, γυναῖκες καὶ παιδιά. Οἱ πιὸ πολλοὶ ἤτανε ζητιάνοι.
Ἤτανε ξαπλωμένοι, ἄλλοι μαζεμένοι, ἄλλοι μοναχοί, καὶ περιμένανε νὰ τοὺς σκεπάσουνε, γιατὶ κανένας δὲν εἶχε δικό του σκέπασμα. Σὰ βολευτήκανε ὅλοι, ἀκούστηκε ἕνα τούμπανο καὶ σὲ λίγο κατεβάσανε ἕνα πάπλωμα, πὄπιανε ἀπὸ τὴ μίαν ἄκρη ὡς τὴν ἄλλη, καὶ σκέπασε ὅλους ἐκεινοὺς τοὺς ἀνθρώπους. Τοὺς εἰδοποιούσανε μὲ τὸ τούμπανο, γιὰ νά ῾χει ὁ καθένας τὸ νοῦ του, νὰ περάσει τὸ κεφάλι τοῦ μέσα σε μία ἀπὸ τὶς πολλὲς τρύπες πού ῾χε αὐτὸ τὸ πάπλωμα. Τὴν ἡμέρα ἤτανε μαζεμένο στὸ ταβάνι καὶ τὸ κατεβάζανε μ᾿ ἕνα σωρὸ μακαράδες.
Τὸ λοιπόν, ἐκεῖ μέσα κοιμηθήκανε οἱ χατζῆδες. Πρωὶ - πρωὶ ἔπαιξε πάλι τὸ ταμποῦρλο, γιὰ νὰ ξυπνήσουνε· κ᾿ ὕστερ᾿ ἀνέβηκε σιγὰ - σιγὰ κεῖνο τὸ πάπλωμα στὸν ἀγέρα, καὶ τοῦτο μὴν τυχὸν κοιμᾶται κανένας, καὶ τὸν σηκώσει κείνη ἡ παράξενη μηχανὴ καὶ τὸν πνίξει.
Κινήσανε δίχως νὰ χασομερήσουνε καὶ μπήκανε ὕστερ᾿ ἀπὸ λίγο σ᾿ ἕνα ντερβένι γεμάτο ὄρνια. Ἅμα βγήκανε στ᾿ ἀνοιχτά, τοὺς πιάσανε κάτι ληστές, μὰ δὲν τοὺς πειράξανε, γιατὶ δὲν εἴχανε τίποτ᾿ ἀπάνω τους καὶ γιατὶ ἤτανε ἁγιασμένοι ἄνθρωποι.
Αὐτοὶ οἱ ληστὲς καθόντανε μέσα σ᾿ ἕνα κάστρο ρεπιασμένο, κ᾿ ἐκεῖ μέσα περάσανε τὴ νύχτα.
Πρὶν νὰ χαράξει, σηκωθήκανε καὶ κάνανε τὴν προσευχή τους, θυμιάσανε καὶ κομματιάσανε τὰ κορμιὰ ἐκεινῶν πού ῾χανε πεθάνει τὴ νύχτα, καὶ τὰ κομμάτια τὰ βάλανε ἀπάνω στὰ μπεντένια νὰ τὰ φάνε τ᾿ ἀγριοπούλια. Πέντ᾿ - ἕξι ἀπὸ τοὺς ληστὲς πήγανε μαζί τους, γιὰ νὰ σώσουνε τὴν ψυχή τους.
Ὁδοιπορήσανε ὅλη κείνη τὴ μέρα καὶ δὲ σταθήκανε πουθενὰ τὴ νύχτα, γιατὶ τὸ μέρος ἤτανε κάμπος. Τὸ φεγγάρι καὶ τ᾿ ἄστρα ἤτανε κόκκινα καὶ φοβερά.
Τὴν αὐγὴ ἄρχισε νὰ φυσᾶ ἕνας ἀγέρας μπουρινιασμένος καὶ παγωμένος. Τὸ κοπάδι σάστισε κ᾿ ἔτρεχε σβαρνίζοντας ἀπάνου σ᾿ ἕναν γλιστερὸ γκρεμνό. Πολλοὶ χαθήκανε. Μὰ κ᾿ οἱ ἄλλοι δὲ θὰ γλυτώνανε, ἂν δὲν τρυπώνανε σὲ κάτι σπηλιὲς ποὺ τοὺς δείξανε οἱ ληστές.
Ὁ ἀγέρας φυσοῦσε τρεῖς ἡμέρες, κι ὁλοένα δυνάμωνε. Τὴν τετάρτη ἔπαψε μονομιᾶς, κ᾿ ἤβγανε ὄξω, φάγανε κάτι βότανα κ᾿ ὕστερα μισέψανε.
Σὲ δυὸ μέρες εἴδανε ἀπὸ μακριὰ ἕνα μεγάλο μοναστήρι, τριγυρισμένο μ᾿ ἕναν ἀψηλὸ μαντρότοιχο, κολλημένο στὴν πλαγιὰ τοῦ βουνοῦ. Τὸ λέγανε Μουλᾶν, κ᾿ εἶχε πέντ᾿ - ἕξι χιλιάδες καλόγερους. Ἀπάνου στὰ μπεντένια στεκόντανε ὡς χίλια εἴδωλα σιχαμερά. Ἀπ᾿ ὄξω εἶχε ἕναν ἄλλον μαντρότοιχο χαμηλόν, κ᾿ ἐκεῖ μέσα ἤτανε χτισμένα ἴσαμε διακόσια σπίτια γεμάτα κόκκαλα.
Περάσανε κοντὰ ἀπὸ τὸν τοῖχο κ᾿ εἴδανε κοπάδια ἀπὸ ἀγιοῦπες, ποὺ μαλώνανε γιὰ τὰ κουφάρια, τὰ ὁποῖα εἴχανε ρίξει οἱ καλόγεροι κομματιασμένα, καὶ σφυρίζανε. Ὅσα ὄρνια ἤτανε χορτάτα, καθόντανε κουρνιασμένα καὶ δὲν μπορούσανε νὰ πετάξουνε, παρὰ σφυρίζανε. Βρῶμα ἀνυπόφερτη γέμιζε τὸν ἀγέρα.
Στὴν πόρτα στεκότανε στυλωμένο ἕνα εἴδωλο πολὺ μεγάλο, μ᾿ ἕνα σκέδιο φοβερό, πότρωγε ἕναν ἄνθρωπο, καὶ στὰ πόδια τοῦ ἤτανε στοιβαγμένα πολλὰ νεκροκέφαλα.
Οἱ καλόγεροι ἤτανε κλεισμένοι στὶς ἐκκλησίες κι ἀκουγότανε ἡ ψαλμωδία. Εἴδανε μονάχα ἕναν γέρο, ποὺ καθότανε μέσα σ᾿ ἕνα κουβούκλι κοντὰ στὴν καστρόπορτα, κι ὅπως φαίνεται ἤτανε στραβός, γιατὶ δὲ γύρισε τὸ κεφάλι του ὁλότελα.
Τραβήξανε παραπέρα, κ᾿ ηὕρανε κάτι τσομπάνηδες μὲ τὰ τσαντίρια. Τοὺς δώσανε καὶ φάγανε καὶ τοὺς βάλανε νὰ κοιμηθοῦνε μέσα σὲ κάτι τρύπες, κοντὰ σ᾿ ἕνα ποτάμι.
Σηκωθήκανε τὰ γλυκοχαράγματα καὶ πιάσανε κι ἀνεβαίνανε κάποιο βουνὸ λεγόμενο Τιτάκα, καὶ φτάξανε σ᾿ ἕνα διάσελο δίχως νὰ λείψει κανένας, μ᾿ ὅλο ποὺ ἤτανε πεθαμένοι ἀπὸ τὴν κούραση. Τὸ κρύο τοὺς εἶχε θανατώσει. Στήσανε τὰ τσαντίρια τους καὶ τρυπώσανε ἀπὸ κάτω, μὰ ὅλη τη νύχτα τὰ δαιμόνια κροταλούσανε καὶ μουγκρίζανε, σιμώνανε στὰ τσαντίρια τους καὶ πάλι ἀνεβαίνανε στὰ βουνά. Γιατὶ αὐτὸ τὸ μέρος ἤτανε στοιχειωμένο.
Τὴν ἄλλη μέρα ηὕρανε στὸ δρόμο τους ἕνα κοπάδι ζαρκάδια κ᾿ οἱ ληστὲς σκοτώσανε δυὸ - τρία, γιατὶ εἴχανε μαζί τους τὰ ταρκάσια τους μὲ τὶς σαγίτες.
Σιγὰ - σιγὰ ἀνεβήκανε σ᾿ ἕνα σκληρότατο βουνό, κ᾿ ὕστερα κατεβήκανε σ᾿ ἕνα λαγκάδι μὲ λιγοστὰ ἀγριόδεντρα. Ἀπάνου σὲ κεῖνον τὸν ἀνήφορο ἀπομείνανε κάμποσοι πεθαμένοι ἢ λιγοθυμισμένοι ἀπὸ τὴν κακοπάθηση κι ἀπὸ τὸ κρύο.
Οἱ ληστὲς λέγανε πὼς σὲ κεῖνα τὰ μέρη βρίσκουνται ἀγριανθρώποι μαλλιαροί, ποὺ τρῶνε τοὺς ἥμερους. Δὲν εἴδανε ὅμως κανέναν.
Ὕστερα περάσανε ἀνάμεσα σὲ κάτι μικρὰ βουνὰ ἔρημα καὶ κατάξερα καί, σὰν τὰ περάσανε, πέσανε σὲ βαλτόνερα παγωμένα μὲ λιγοστὰ ξερόκλαρα τριγυρισμένα.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος ἀνταμωθήκανε μ᾿ ἕνα κερβάνι καὶ πιάσανε καὶ τοὺς ρωτούσανε ποὺ πᾶνε. Σὰ μάθανε πὼς πηγαίνανε στὸ θεὸ Κόνανο, τοὺς μιλήσανε μὲ εὐλάβεια καὶ τοὺς δώσανε λίγο κριθαρόψωμο.
Τὴ νύχτα τὴν περάσανε στὸν κάμπο. Τὰ βουνὰ κατεβάζανε ἕναν ἀγέρα θανατερὸν καὶ δὲν μπορέσανε νὰ κοιμηθοῦνε. Σηκωθήκανε νύχτα καὶ περπατούσανε.
Ἔρημοι τόποι! Δυὸ μέρες δὲν εἴδανε ζωντανὸ πλάσμα. Κατὰ τὸ βράδι, στρίβοντας πίσ᾿ ἀπό ῾να χαμοβούνι, εἴδανε ἕνα μικρὸ χωριό.
Οἱ χωριάτες τρέξανε νὰ τοὺς δοῦνε, μὰ ἤτανε φοβισμένοι, γιατὶ τοὺς περάσανε γιὰ τελώνια, ἐπειδὴς εἴχανε χαλάσει οἱ περισσότερες καλύβες τους ἀπὸ τὴ φουρτούνα πού ῾χε γίνει πρὸ δυὸ - τρεῖς μέρες. Ἤτανε θεόφτωχοι καὶ λιγδιασμένοι σὰν ψωριάρικοι σκύλοι. Οἱ κοιλιὲς τοὺς ἤτανε πρισμένες καὶ τὰ μάτια τοὺς τσιμπλιασμένα.
Σὲ κάμποσες ὧρες φτάξανε σ᾿ ἕναν τόπο μὲ γκρεμισμένες καλύβες, καὶ μαζέψανε τὶς πλίθρες καὶ κάνανε ἕνα μάντρωμα καὶ κοιμηθήκανε.
Τὴν ἄλλη μέρα, κατὰ τὸ μεσημέρι, βρεθήκανε σ᾿ ἕναν κάμπο χαρούμενον, μὲ πολλὰ χωριὰ στολισμένον. Τὰ σπίτια ἤτανε καλοχτισμένα καὶ τὰ περισσότερα εἴχανε δυὸ πατώματα.
Βγήκανε οἱ χωριάτες καὶ τοὺς πήρανε καὶ τοὺς πήγανε σ᾿ ἑνὰν γέρο καλόγερα, ποὺ ἤτανε πρὶν γούμενος σ᾿ ἕνα μικρὸ φτοχωμονάστηρο κοντά σε κεῖνο τὸ χωριό. Ἀφοῦ μιλήσανε μὲ τὸ γέρο, τοὺς δώσανε καὶ φάγανε καὶ τοὺς βάλανε σὲ τρία μεγάλα σπίτια νὰ κοιμηθοῦνε. Φύγανε νύχτα, δίχως νὰ ξυπνήσουνε οἱ χωριάτες.
Κείνη τὴ μέρα ἀπαντήσανε ἕνα μοναστήρι πολὺ παλαιότατο. Οἱ ἐκκλησιὲς καὶ τὰ κελλιὰ ἤτανε βαμμένα ἄσπρα, μαῦρα καὶ κίτρινα. Τοὺς χουγιάξανε κάτι καλόγεροι ἀπάνω ἀπὸ τὸν καστρότοιχο, μὰ δὲ θελήσανε νὰ χασομερήσουνε. Ἀφήσανε στὰ δεξιὰ τὸ μοναστήρι καὶ πήρανε ἕναν δρόμο, ποὺ χώθηκε σὲ λίγο μέσα σε κάτι ντερβένια σκοτεινότατα.
Ἀπὸ κεῖ μέσα βγήκανε τὴν ἄλλη μέρα κατὰ τὸ βράδι καὶ πέσανε σ᾿ ἕνα ἀνοιχτὸ βουνοκάμπι. Συναπαντήσανε κάτι ἄγριους τσομπαναρέους, ποὺ βοσκούσανε τὰ βόδια τους καὶ ποὺ δὲ γνωρίζανε περαπάνω ἀπὸ εἴκοσι λόγια. Τοὺς δώσανε νὰ φᾶνε βούτυρο. Μὰ οἱ πιὸ πολλοὶ χατζῆδες δὲ φάγανε, γιὰ νὰ μὴν παχύνουνε.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:03 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ἀνέστη Χριστός, Ἡ δοκιμασία τοῦ λογικοῦ



Ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ δοκιμάζεται μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σὰν τὸ χρυσάφι στὸ χωνευτήρι. Ἀπ᾿ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ πλέον ἀπίστευτο πράγμα, ὁλότελα ἀπαράδεκτο ἀπὸ τὸ λογικό μας, ἀληθινὸ μαρτύριο γιὰ δαῦτο. Μὰ ἴσια-ἴσια, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα πράγμα ὁλότελα ἀπίστευτο, γιὰ τοῦτο χρειάζεται ὁλόκληρη ἡ πίστη μας γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι λέμε συχνὰ πὼς ἔχουμε πίστη, ἀλλὰ τὴν ἔχουμε μονάχα γιὰ ὅσα εἶναι πιστευτὰ ἀπ᾿ τὸ μυαλό μας. Ἀλλὰ τότε, δὲν χρειάζεται ἡ πίστη, ἀφοῦ φτάνει ἡ λογική. Ἡ πίστη χρειάζεται γιὰ τὰ ἀπίστευτα.Οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἄπιστοι. Οἱ ἴδιοι οἱ μαθητάδες τοῦ Χριστοῦ δὲν δίνανε πίστη στὰ λόγια τοῦ δασκάλου τους ὅποτε τοὺς ἔλεγε πὼς θ᾿ ἀναστηθῆ, μ᾿ ὅλο τὸ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀφοσίωση ποὺ εἶχαν σ᾿ Αὐτὸν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια του. Καὶ σὰν πήγανε οἱ Μυροφόρες τὴν αὐγὴ στὸ μνῆμα τοῦ Χριστοῦ, κ᾿ εἴδανε τοὺς δυὸ ἀγγέλους ποὺ τὶς μιλήσανε, λέγοντας σ᾿ αὐτὲς πὼς ἀναστήθηκε, τρέξανε νὰ ποῦμε τὴ χαροποιὰ τὴν εἴδηση στοὺς μαθητές, ἐκεῖνοι δὲν πιστέψανε τὰ λόγια τους, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς ἤτανε φαντασίες: «Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος (τρέλα) τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς»...
 Βλέπεις καταπάνω σὲ πόση ἀπιστία ἀγωνίσθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Καὶ στοὺς ἴδιους τοὺς μαθητάδες του. Εἶδες μὲ πόση μακροθυμία τὰ ὑπόμεινε ὅλα; ...Καὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ, ἴσαμε σήμερα οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Χριστὸ μ᾿ ἕνα τοῖχο παγωμένον, τὸν τοῖχο τῆς ἀπιστίας. Ἐκεῖνος ἀνοίγει τὴν ἀγκάλη του καὶ μᾶς καλεῖ κ᾿ ἐμεῖς τὸν ἀρνιόμαστε. Μᾶς δείχνει τὰ τρυπημένα χέρια του καὶ τὰ πόδια του, κ᾿ ἐμεῖς λέμε πὼς δὲν τὰ βλέπουμε. Ἐμεῖς ψάχνουμε νὰ βροῦμε στηρίγματα στὴν ἀπιστία μας γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὸν ἐγωϊσμό μας, ποὺ τὸν λέμε Φιλοσοφία καὶ Ἐπιστήμη. Ἡ λέξη Ἀνάσταση δὲν χωρᾶ μέσα στὰ βιβλία τῆς γνώσης μας... Γιατὶ «ἡ γνώση τούτου τοῦ κόσμου, δὲ μπορεῖ νὰ γνωρίσει ἄλλο τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ ἕνα πλῆθος λογισμούς, ὄχι ὅμως ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζεται μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς διάνοιας».Ναί, ἐκείνους ποὺ ἔχουνε αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἁπλότητα τῆς διάνοιας, τοὺς μακάρισε ὁ Κύριος, λέγοντας: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Καὶ στὸν Θωμᾶ, ποὺ γύρευε νὰ τὸν ψηλαφήσῃ γιὰ νὰ πιστέψῃ, εἶπε: «Γιατὶ μὲ εἶδες Θωμᾶ, γιὰ τοῦτο πίστεψες; Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἴδανε καὶ πιστέψανε».
Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς δώσει αὐτὴ τὴν πλούσια φτώχεια, καὶ τὴν καθαρὴ καρδιά, ὥστε νὰ τὸν δοῦμε ν᾿ ἀναστήνεται γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς μαζί του.
Αὐτὴ ἡ ἀνηξεριὰ (ἡ ἄγνοια) εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴ γνώση: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἄγνοια ἡ ὑπερτέρα τῆς γνώσεως». Καλότυχοι καὶ τρισκαλότυχοι ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουνε.
Χριστὸς ἀνέστη!

Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:01 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ἡ βυζαντινὴ μουσική



Ἡ ἐπιστολὴ-μελέτη ποὺ ἀκολουθεῖ δημοσιεύθηκε σὲ τέσσερα τμήματα (Α´, Β´, Γ´, Δ´), στὰ φύλλα τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» στὶς 20 Μαρτίου, 30 Ἀπριλίου, 20 Μαΐου καὶ 10 Ἰουνίου 1963. Τὸ ὄνομα προσώπου στὸ ὁποῖο ἀπευθύνεται δὲν ἔχει σημειωθεῖ. Ἦταν ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἱερώνυμος Κοτσώνης, μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν (1967-1973).

Α.

Μετὰ τὴν σύντομη ἐπιστολή, ποὺ σᾶς ἔστειλα πρὸ καιροῦ σχετικὰ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ μουσική, σᾶς γράφω καὶ τὰ παρακάτω, χωρὶς σειρά, σὰν πρόχειρες σημειώσεις, ποὺ δὲν ἔλαβα τὸν καιρὸ νὰ τὶς συνδέσω. Κατὰ τὴν ὑπόδειξη ποὺ εἶναι στὸ ἐξώφυλλο τοῦ βιβλίου σας «Παραδόσεις Ποιμαντικῆς»1, τὸ ἄνοιξα στὶς σελίδες 43 καὶ 44. Στὴν πρώτη γράφετε τὰ παρακάτω: «Ἢ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ πρέπει νὰ εἶναι πάντοτε κατανυκτική. Πρέπει, δηλαδή, ἡ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ νὰ βοηθᾷ τὸν προσευχόμενο στὸ νὰ αἰσθανθῇ κατάνυξιν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. Ἐάν, εἴτε δι᾿ ἀτάκτων μονοφώνων ψαλμάτων καὶ τῶν ἄτοπων λαρυγγισμῶν καὶ φωνητικῶν ἐπιδείξεων, εἴτε διὰ τῶν κοσμικὸν χαρακτήρα ἐχουσῶν τετραφώνων ἐκτελέσεων, ὁ πιστὸς ἐμποδίζεται εἰς τὸ νὰ αἰσθανθῇ τὴν κατάνυξιν, εἰς τὴν ὁποίαν ἀποσκοποῦν τὰ νοήματα τῶν ψαλλομένων, τότε ἡ μουσικὴ αὐτὴ δὲν εἶναι ἐκκλησιαστική, εἶναι κοσμική, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἂν τὸ μουσικὸν κείμενον εἶναι παλαιὸν ἢ εἶναι νεώτερον καὶ ἡ ἐκτέλεσίς της εἶναι μονωδιακὴ ἢ τετράφωνος».
Στὴν ἄλλη σελίδα γράφετε: «Ἢ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ δὲν εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλ᾿ εἶναι μέσον πρὸς ὡρισμένον σκοπόν. Καὶ ὁ σκοπὸς εἶναι ἡ ὑποβοήθησις τῶν παρακολουθούντων τὴν Θείαν Λατρείαν, ἵνα αἰσθανθῶσι τὴν δέουσαν κατάνυξιν καὶ ἵνα καρπωθῶσι τὰ ἐκ τῆς συμμετοχῆς εἰς τὴν Θείαν Λατρείαν προσδοκώμενα, χάριν τῶν πιστῶν, εὐεργετήματα».
Κατ᾿ αὐτά, ἡ μουσικὴ δὲν εἶναι αὐτὴ καθ᾿ ἑαυτὴν ἐκκλησιαστικὴ ἢ κοσμική, ἀλλὰ γίνεται ἀναλόγως μὲ τὴ διάθεση καὶ μὲ τὰ γοῦστα ἐκείνου, ποὺ τὴν ἀκούει. Φτάνει νὰ κατανύγεται. Μὲ ἄλλα λόγια, ἂν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι μαθημένος ν᾿ ἀκούει τὰ πιὸ ἀντιεκκλησιαστικὰ τραγούδια, καὶ τὸ αὐτί του δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ καταλάβει τίποτε ἄλλο, καὶ τύχει νὰ λειτουργηθῇ σὲ μιὰ ἐκκλησιὰ πού, ἀντὶ νὰ ψέλνουν, τραγουδοῦν, καὶ μάλιστα μὲ τραγούδια ἀπὸ ἐκεῖνα, ποὺ εἶναι συνηθισμένος αὐτὸς ὃ ἄνθρωπος ν᾿ ἀκούει, βέβαια θὰ «κατανυγῇ» κατὰ τὴ γνώμη σας, καὶ κατὰ τὴ γνώμη του, δηλαδὴ θὰ νομίσει πῶς αὐτὸ ποὺ νοιώθει εἶναι κατάνυξη, ὅπως θὰ πεῖ πῶς προσευχήθηκε, ἐνῶ διεσκέδαζε. Κατὰ τὸ μέτρο ποὺ ἔχει μέσα του, ἔτσι θὰ τὰ μετρήσει. Ἄλλα, στ᾿ ἀληθινά, τί σχέση θά ῾χει αὐτὸ ποὺ θὰ ὀνομάσει «κατάνυξη», μὲ τὴν ἀληθινὴ κατάνυξη; Κι αὐτὸ ποὺ λέγει «προσευχή», μὲ τὴν ἀληθινὴ προσευχή; Καμιά. Δηλαδή, πᾶμε σύμφωνα μὲ ὅ,τι ἔλεγε ἐκεῖνος ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος2: «Μέτρον δὲ πάντων χρημάτων ὁ ἄνθρωπος». Στὰ ἀλήθεια, πολὺ χριστιανικὸ ρητό, πάτερ μου! Ἕνας ἅγιος γράφει: «Νὰ θεωροῦμε τὸν Θεὸ ὅπως εἶναι ὁ ἴδιος, κι ὄχι ὅπως τὸν θέλει τὸ μυαλό μας». Καὶ ἑπομένως, πρέπει νὰ νοιώθουμε καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἴδιον τρόπο.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 2:00 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Τέχνη τῆς Εἰκονογραφίας


Ἀπὸ τὸ βιβλίο του «ΕΚΦΡΑΣΙΣ τῆς ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑΣ» τόμος 2ος,
τοῦ ἐκδοτικοῦ οἴκου «ΑΣΤΗΡ» ΑΛ.& Ε. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. Β´ ἔκδοσις Ἀθῆναι, 1960.

Ἡ πάντιμος τέχνη τῆς Εἰκονογραφίας τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἶναι μία ἱερὰ τέχνη καὶ λειτουργική, ὅπως εἶναι ὅλαι αἱ ἐκκλησιαστικαὶ τέχναι, ὅπου ἔχουν σκοπὸν πνευματικόν. Αἱ ἅγιαι αὐταὶ τέχναι δὲν θέλουν νὰ στολίσουν μόνον τὸν ναὸν μὲ ζωγραφικὴν διὰ νὰ εἶναι εὐχάριστος καὶ τερπνὸς εἰς τοὺς ἐκκλησιαζομένους, ἢ νὰ τέρψουν τὴν ἀκοήν των μὲ τὴν μουσικήν, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀνεβάσουν εἰς τὸν μυστικὸν κόσμον τῆς πίστεως μὲ τὴν πνευματικὴν κλίμακα, ὅπου ἔχει διαβαθμίδας ἤγουν σκαλούνια, τὰς ἱερὰς τέχνας, τὴν ὑμνολογίαν, τὴν ψαλμωδίαν, τὴν οἰκοδομήν, τὴν ἁγιογραφίαν καὶ τὰς λοιπὰς τέχνας, ὁποῦ συνεργούν, ὅλες μαζί, εἰς τὸ νὰ μορφωθῆ μέσα εἰς τὰς ψυχὰς τῶν πιστῶν ὁ μυστικὸς Πράδεισος, ὁ εὐωδιάζων μὲ πνευματικὴν εὐωδίαν. Δία τοῦτο, τὰ ἔργα τῶν ἐκκλησιαστικῶν τεχνῶν τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὑπομνήματα εἰς τὸν θεῖον λόγον.
Ἡ τέχνη τῶν Εἰκόνων εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν λέγεται Ἁγιογραφία, ὡς ζωγραφοῦσα ἅγια πρόσωπα καὶ ἁγίας ὑποθέσεις. Ὁ δὲ ἁγιογράφος δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας τεχνίτης ὁποῦ κάμνει μίαν ἀναπαραστατικὴν ζωγραφίαν ἐπάνω εἰς κάποια θέματα θρησκευτικά, ἀλλὰ ἔχει πνευματικὸν ἀξίωμα καὶ πνευματικὴν διακονίαν, τὴν ὁποίαν ἐπιτελεῖ εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὡς ὁ ἱερεὺς καὶ ὁ ἱεροκῆρυξ.
Ἡ λειτουργικὴ Εἰκὼν ἔχει θεολογικὴν ἔνοιαν. Δὲν εἶναι, ὡς εἴπαμεν, μία ζωγραφιὰ ὅπου γίνεται διὰ νὰ τέρπῃ τοὺς ὀφθαλμούς μας, ἢ ἀκόμα διὰ νὰ μᾶς ἐνθυμίζῃ ἁπλῶς τὰ ἅγια πρόσωπα, ὅπως γίνεται μὲ τὰς εἰκόνας ὅπου ἔχομεν διὰ νὰ φέρνωμεν εἰς τὴν μνήμην μας τοὺς ἀγαπημένους συγγενεῖς καὶ φίλους μας, ἀλλὰ εἶναι κατὰ τέτοιον τρόπον ζωγραφισμένη, ὥστε νὰ μᾶς ὑψώνῃ ἀπὸ τὸν φθαρτὸν κόσμον τοῦτον, καὶ νὰ μᾶς κάμνῃ νὰ ὀσφρανθῶμεν ἐκεῖνον τὸν καινὸν ἀέρα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦτο δὲν ἔχει καμμίαν ὁμοιότητα μὲ τὰς ζωγραφίας ὁποῦ παριστάνουν μὲ ὑλικὸν τρόπον κάποια πρόσωπα, ἀκόμα καὶ Ἁγίους, ὅπως γίνεται εἰς τὴν θρησκευτικὴν τέχνην τῆς Δύσεως. Εἰς τὴν λειτουργικὴν εἰκόνα τὰ ἅγια πρόσωπα εἰκονίζονται ἐν ἀφθαρσίᾳ.
Δι᾿ αὐτὴν τὴν αἰτίαν, ἡ λειτουργικὴ τέχνη δὲν ἀλλάζει κάθε τόσον μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα ἀνθρώπινα πράγματα, ἀλλὰ εἶναι ἀμετακίνητος ὅπως ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποίαν ἐκφράζει. Ἡ ἱερὰ παράδοσις εἶναι ὁ πύρινος στύλος ὁποῦ τὴν ὁδηγεῖ μέσα εἰς τὴν ἔρημὸν τοῦ ἀσταθοῦς κόσμου. Τοῦτο ξενίζει τοὺς ἀνθρώπους τοῦ αἰῶνος τούτου, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ εἰσδύσουν εἰς τὸν βυθὸν τῆς πνευματικῆς θαλάσσης, ἀλλὰ κολυμβοῦν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῶν αἰσθήσεων, παρασυρόμενοι ἀπὸ τὰ ρεύματα καὶ τὰς δίνας τῶν ὑδάτων.
Ἡ λειτουργικὴ τέχνη τρέφει τὸν πιστὸν μὲ πνευματικὰ ὁράματα καὶ ἀκούσματα, διυλίζουσα τὰ εἰσερχόμενα διὰ τῶν πυλὼν τῶν αἰσθήσεων, φαιδρύνουσα τὴν ψυχὴν αὐτοῦ μὲ τὸν οὐράνιον οἶνον, καὶ δωρούμενη εἰς αὐτὸν τὴν εἰρήνην τῆς διανοίας.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:59 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Μοναδικότητα τῆς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδοξίας (Ἀπάντησις σὲ ἀρχιμανδρίτην τῶν Ἀθηνῶν)




Ὑπάρχει φανερὴ ὑπερηφάνεια, ὑπάρχει καὶ κρυφὴ ὑπερηφάνεια.

Τὴν κρυφὴ ὑπερηφάνεια ἐννοεῖ ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος, λέγοντας: «Ἡ ὑπερηφάνεια ἀναγκάζει ἐπινοεῖν καινοτομίας μὴ ἀνεχομένη τὸ ἀρχαῖον».

Αὐτὴ τὴν ὑποχθόνια ὑπερηφάνεια, ποὖναι κρυμμένη κάτω ἀπὸ τὴν ταπεινολογία καὶ τὴν ταπεινοφάνεια, ἔχουνε ὅσοι δὲν σέβουνται τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στὴ λατρεία καὶ στὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, καὶ θέλουνε νὰ εἰσάξουνε σ᾿ αὐτὴ κάποιους νέους τρόπους ποὺ εἶναι ὁλότελα ξένοι πρὸς τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Ὄχι μοναχὰ ξένοι πρὸς τὸν πνευματικὸν χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ὁλότελα ἀντιορθόδοξοι.

Εἶδες τί λέγει ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια ποὺ εἶναι ἡ αἰτία τῶν νεωτερισμῶν; Δὲν λέγει ἁπλῶς «κινεῖ» ἀλλὰ «ἀναγκάζει», βιάζει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει τὴν ὑπερηφάνεια. Καὶ ἔπειτα λέγει «ἐπινοεῖν», νὰ ἐφεύρει, νὰ φτιάξει κάποια ψεύτικα πράγματα. Τὸ «ἐπινοεῖν» ἔχει μέσα του τὴν πονηρία. Καὶ παρακάτω λέγει ὁ ἅγιος: «μὴ ἀνεχομένη». Ἡ περιφάνεια, λέγει δὲν ἀνέχεται, δὲν χωνεύει, δὲν ὑποφέρει «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ «τὴν παράδοση», ἀλλὰ τὴν πολεμᾶ μὲ λύσσα. Πῶς νὰ τὴν ἀνεχθεῖ ἀφοῦ τὴ μποδίζει στοὺς νεωτερισμοὺς ποὺ ἐπιθυμᾶ νὰ ἐπιδίδεται. Ἡ ὑπερηφάνεια, λοιπόν, μισεῖ «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ τὸ ἔργον τῶν εὐσεβῶν ψυχῶν ποὺ μᾶς παραδώσανε τὸν ἐξωτερικὸ χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδοξίας μαζὶ μὲ τὸν ἐσωτερικό, γιὰ νὰ τὰ φυλάξουμε μὲ δέος καὶ μὲ ἀγάπη. Τὸ νὰ μισεῖ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι φυσικὸ ἰδίωμά της. Ἀλλὰ τί μισεῖ; Μισεῖ «τὸ ἀρχαῖον», δηλαδὴ τὴν παράδοση. Μά, ἕνα πράγμα ποὺ τὸ μισεῖ ἡ ὑπερηφάνεια, τὸ σατανικὸ αὐτὸ πάθος, θὰ πεῖ πὼς αὐτὸ ποὺ μισεῖ πρέπει νὰ εἶναι κάποιο πράγμα ἁγιασμένο, ἱερώτατο, ποὺ κάνει τὴ διαβολικὴ ὑπερηφάνεια νὰ φρυάξει καταπάνω του.

Λοιπόν, ἐκεῖνοι ποὺ κάνουνε τοὺς νεωτερισμοὺς ὁποὺ παραμορφώνουνε τὸν χαρακτῆρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἴτε στὴν ἐσωτερικὴ πνευματικὴ οὐσία της, εἴτε στὴν ἐξωτερικὴ μορφή της, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μὲ τὴν τελετουργία καὶ μὲ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες, σπρώχνουνται σ᾿ αὐτὸ τὸ ἀνίερο ἔργο ἀπὸ τὸν σατανᾶ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς ἀπιστίας. Ἀπ᾿ ἐναντίας, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουνε μέσα τους τὴ βλογημένη ταπείνωση, νοιώθουνε τέτοια ἀγάπη πρὸς τὴν παράδοση, ποὺ ἡ χαρά τους εἶναι νὰ τῆς ὑποτάσσονται προθυμερά, ὅπως ὁ καλὸς δόκιμος ὑποτάσσεται στὸν πνευματικὸν πατέρα του, κι ὁ πόθος τους εἶναι νὰ συντηρηθεῖ αὐτὴ ἡ πολύτιμη κληρονομιὰ τῆς παράδοσης, κι ὄχι νὰ παραμορφωθεῖ καὶ νὰ καταστραφεῖ, ὅπως εὔχουνται οἱ ἀσεβεῖς νεωτεριστές.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:58 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Μυστικὰ Ἄνθη ἤγουν: Κείμενα γύρω ἀπὸ τὶς ἀθάνατες ἀξίες τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς



Ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλα ἀχόρταγος, θέλει ν᾿ ἀπολάψει πολλά, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ τὰ προφτάξει ὅλα. Καὶ βασανίζεται. Ὅποιος ὅμως φτάξει σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ νὰ εὐχαριστιέται μὲ τὰ λίγα, καὶ νὰ μὴ θέλει πολλά, ἔστω κι ἂν μπορεῖ νὰ τ᾿ ἀποχτήσει, ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι ὁ εὐτυχισμένος. Δὲν τὸ κάνει ἀπὸ οἰκονομία, εἴτε γιατὶ ἔχει τὴν ἰδέα πὼς τὰ πολλὰ τὸν βλάφτουνε στὴν ψυχὴ ἢ στὸ σῶμα. Ἀλλὰ γιατὶ στὰ λίγα καὶ στὰ ἁπλὰ βρίσκει πιὸ ἁγνὴ ἱκανοποίηση. Καὶ περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα, ἐπειδὴ μὲ τὰ ἁπλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα δὲν χάνει τὸν ἑαυτό του. «Τίς ἔστι πλούσιος; Ὁ ἐν ὀλίγῳ ἀναπαυόμενος».
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:56 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Ἀληθινὴ Θεολογία (ἀπὸ τὸ Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996)



Εἴπαμε πῶς, ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχὰ δὲν διαβάζουμε, ἀλλὰ κἂν δὲν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοὶ Πατέρες ποὺ φωτίσανε τὴν Ὀρθοδοξία. Γιὰ τοὺς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μία κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστικὴ οὐσία τῆς τοὺς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι᾿ ἡ παράδοσή τους. Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τὰ φῶτα ἀπὸ τὴ Δύση, γιατὶ ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, κ᾿ ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ πράγμα. Ἡ πίστη, γι᾿ αὐτούς, δὲν ἔχει καμμιὰ σημασία. Θὰ μοῦ πῆτε, «θεολογία χωρὶς πίστη, γίνεται;» Μὰ κ᾿ ἐγὼ σᾶς ρωτῶ, μὲ τὴν ἴδια ἀπορία, «γίνεται θεολογία χωρὶς πίστη;»

Ὡστόσο, στὶς Δυτικὲς χῶρες καὶ στὴν Ἀμερική, πολὺς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπὸ τὴ δίψα τῆς ἀληθείας. Στὴν Ἑλλάδα, μοναχὰ λιγοστοὶ ἄνθρωποι καὶ κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τὰ βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτὸς τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ τοὺς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιὰ ρήτορας καὶ γιὰ φιλολόγους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Μigne. Μὰ κι᾿ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι᾿ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλώσσα. Ἐκτὸς ἀπ᾿ αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτήρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι᾿ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:55 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Οἱ ἀνάξιοι κληρικοὶ βλάπτουν τὴν Ἐκκλησία (ἀπὸ τὸ Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996)


[Ἕνα πολὺ παλιὸ κείμενο, τοῦ Φώτη Κόντογλου, ποὺ σήμερα ὅμως φαντάζει τόσο σύγχρονο! Γιατὶ ὅπως κι ὁ Κύριος εἶπε, στὸ χωράφι τῆς Ἐκκλησίας, πάντα θὰ ὑπάρχουν καὶ τὰ ζιζάνια μαζὶ μὲ τὸν σίτο! Καὶ σὲ κάθε ἐποχὴ θὰ ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι οἱ κληρικοὶ ποὺ βλάπτουν τὴν Ἐκκλησία περισσότερο ἀπὸ ὅλους μαζί τους αἱρετικούς!]

Δυστυχῶς ὅπου σταθῆ κανεὶς ἀκούει ἐπικρίσεις καὶ παράπονα γιὰ τοὺς κληρικούς μας γιὰ τὴν ἀδράνεια τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτὸ στενοχωρεῖ καὶ θλίβει κάθε Ὀρθόδοξο Χριστιανὸ καὶ πολὺ περισσότερο ἐκείνους ποὺ ἔχουν πιὸ στενοὺς πνευματικοὺς δεσμοὺς μὲ τὴν Ἐκκλησία.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἐξ αἰτίας κάποιων ἀναξίων κληρικῶν γενικεύεται ἡ δυσφήμιση τῆς Ἐκκλησίας καὶ πὼς ἐξογκώνονται τὰ παραστρατήματα τῶν ἱερωμένων, κι᾿ αὐτὸ εἶναι φυσικό, ἐπειδὴ ὁ λαὸς ἔχει τὴν ἀπαίτηση οἱ κληρικοὶ νὰ εἶναι χωρὶς κηλίδα, ἀλλοιῶς δὲν τοὺς ἀναγνωρίζει γιὰ πνευματικοὺς ὁδηγούς του. Οἱ πολλοὶ δὲν εἶναι σὲ θέσι νὰ ξεχωρίσουν τὸ πρόσωπο ἀπὸ τὸ πνευματικὸ λειτούργημα ποὺ κάνει καὶ ἐπηρεάζονται τόσο πολὺ ἀπὸ κάποιο σκάνδαλο ποὺ φημολογεῖται γιὰ ἕναν ἱερωμένο, ὥστε γίνονται ἄπιστοι, δὲν πατοῦν πιὰ σὲ ἐκκλησία καὶ εἶναι πολὺ δύσκολο ἕναν τέτοιο ἀγανακτισμένο ἀποστάτη νὰ τὸν συμφιλιώσῃ κανεὶς μὲ τὴν Ἐκκλησία. Μήτε ἕνας Χρυσόστομος μπορεῖ νὰ κάνει ἕνα τέτοιο κατόρθωμα. Ἀφήνω πὼς ὅποιος ἐπιχειρήσῃ νὰ μετατρέψῃ ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἀπέχθεια ποὺ πῆρε γιὰ τὴν θρησκεία, θὰ βρῇ τὸν μπελᾶ του καὶ μπορεῖ ν᾿ ἀκούσῃ ὅτι «κι᾿ αὐτὸς εἶναι ὑποκριτής, γιατὶ σκεπάζει τὶς ἀθλιότητες τῶν παπάδων». Οἱ τέτοιοι ἄνθρωποι, ἂν δὲν γίνουν ὁλότελα ἄθεοι, πηγαίνουν καὶ γίνονται χιλιαστὲς ἢ εὐαγγελιστὲς ἢ παπικοὶ ἢ προτεστάντες.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:54 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου, ὁ μυστικὸς κῆπος τῆς πονεμένης Ῥωμιοσύνης


Σχολιασμὸς στὰ λεγόμενα καὶ γραπτὰ τοῦ Φώτη Κόντογλου

Α´

«Σὲ βεβαιώνω πὼς αἰσθάνομαι στεναχώρια καὶ θλίψη ὅποτε δημοσιευθεῖ τίποτα γιὰ μένα. Ἀνέκαθεν ἀπέφευγα τὰ δοξάρια. Πολὺ φτηνὸ πράγμα. Ἀφοῦ εἶπα πολλὲς φορὲς νὰ μὴ γράψω πιὰ νὰ μὲ ξεχάσουν. Τί ὄμορφο πράγμα νὰ ζεῖς ξεχασμένος!»[1]. Ναί· ξεχασμένος ἀλλὰ καὶ χαρούμενος, γιατὶ ὅπως λὲς «ἡ χαρὰ ἡ ἀληθινὴ εἶναι μία θέρμη τῆς διάνοιας καὶ ἐλπίδα τῆς καρδιᾶς ποὺ τὶς ἀξιώνονται ὅσοι θέλουνε νὰ μὴν τοὺς ξέρουνε οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ τοὺς ξέρει ὁ Θεός»[2].
Θὰ σὲ ὑπακούσουμε εὐγνωμόνως. Θὰ μᾶς ἐπιτρέψεις ὅμως νὰ καταθέσουμε ἐρανίσματα ἀπὸ τὸ ἔργο σου καὶ τὴν κριτικὴ αὐτῶν, ποὺ σὲ γνώρισαν. Γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ μόνον, ποὺ ἦταν τὸ κέντρο τῆς ζωῆς σου καὶ σὲ ἀνέδειξε σὲ μία νευραλγικὴ γιὰ τὴν οἰκουμένη ἐποχή, ὅταν ἄρχιζε ἡ κρίση τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, καὶ σὲ ἔθεσε «εἰς κεφαλὴν γωνίας» τῆς ἱστορίας τοῦ νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ.
ΜΥΣΤΗΡΙΟ: «Τὸ κάθε τι εἶνε τυλιγμένο μέσα σὲ μυστήριο. Αὐτὸ τὸ μυστήριο θέλουνε νὰ βγάλουνε οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι. Μὰ ξεγυμνώνουνε τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ κάθε βαθὺ αἴσθημα. Ἀφοῦ καὶ οἱ Χριστιανοὶ τῆς σήμερον θέλουνε νὰ κάνουνε τὸν Χριστιανισμὸ χωρὶς μυστήρια, δηλαδὴ χωρὶς Χριστό. Ἂν δὲν νοιώθεις μυστήριο σὲ ὅ,τι βλέπεις, σὲ ὅ,τι ἀκοῦς, σὲ ὅ,τι πιάνεις, εἶσαι στ᾿ ἀλήθεια πεθαμένος ἄνθρωπος. Θυμᾶμαι τὸν καιρὸ ποὺ ζοῦσα πιὸ φυσικὴ ζωή, πὼς ὅλα μὲ κάνανε νὰ βουτῶ βαθειὰ μέσα μου καὶ νὰ βρίσκω κάποια ἀλλόκοτα πετράδια, καὶ κάποια μαργαριτάρια μιᾶς ξωτικῆς θάλασσας».
ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ: «Ὅπως τὰ βλέφαρα ἀγγίζουνε τόνα τ᾿ ἄλλο, ἔτσι κι οἱ πειρασμοὶ εἶνε κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τὰ οἰκονόμησε ὁ Θεὸς μὲ σοφία, γιὰ τὴ δική σου ὠφέλεια, γιὰ νὰ χτυπᾶς μὲ ὑπομονὴ τὴν πόρτα Του, καὶ ἀπὸ τὸν φόβο τῶν λυπηρῶν νὰ Τὸν θυμᾶται ὁ λογισμός σου, καὶ νὰ Τὸν σιμώσεις μὲ τὴν προσευχή, καὶ ν᾿ ἁγιαστεῖ ἡ καρδιά σου μὲ τὸ νὰ Τὸν συλλογίζεσαι. Καὶ σὰν τὸν ἐπικαλεστεῖς θὰ σ᾿ ἀκούσει, καὶ θὰ μάθεις πῶς ὁ Θεὸς εἶνε Κεῖνος ποὺ θὰ σὲ γλυτώσει. Καὶ θὰ νοιώσεις Κεῖνον ποὺ σ᾿ ἔπλασε καὶ ποὺ νοιάζεται γιὰ σένα καὶ ποὺ σὲ φυλάγει καὶ πώπλασε διπλὸ τὸν κόσμο γιὰ σένα, τὸν ἕνα σὰν δάσκαλο καὶ πρόσκαιρο παιδευτή, τὸν ἄλλο σὰν πατρογονικὸ σπίτι σου καὶ αἰώνια κληρονομιά σου. Δὲν σ᾿ ἔκανε ὁ Θεὸς ἀπαλλαγμένο ἀπ᾿ τὰ λυπηρά, μήπως θαρρευόμενος στὴν Θεότητα, κληρονομήσεις ὅ,τι κληρονόμησε κεῖνος, ποὺ πρῶτα λεγότανε Ἑωσφόρος, κι ὕστερα γίνηκε Σατανᾶς καὶ πάλι δὲν σ᾿ ἔκανε ἀλύγιστον καὶ ἀσάλευτον, γιὰ νὰ μὴ γίνεις σὰν τ᾿ ἄψυχα τὰ κτίσματα καὶ σοῦ δοθοῦνε τὰ ἀγαθὰ δίχως κέρδος καὶ δίχως μισθό, ὅπως στὰ ἄλογα εἶνε τὰ φυσικὰ χαρίσματα τὰ χτηνώδικα. Γιατὶ εἶνε εὔκολο σ᾿ ὅλους νὰ καταλάβουνε πόση ὠφέλεια καὶ πόση φχαρίστηση καὶ ταπείνωση κερδίζει ὁ ἄνθρωπος περνώντας τοῦτα τὰ μπόδια»[3].
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:53 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Γέρων Φιλόθεος Ζερβᾶκος γιὰ τὸν Φώτη Κόντογλου


Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος τὴν 13ην Ἰουλίου  τοῦ 1965 ἐπὶ τῷ θανάτῳ τοῦ Φωτίου Κόντογλου ἔγραψε μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς:
Ὁ Φώτης ἦτον δι᾿ ἐμέ, τὸν πνευματικόν του πατέρα, μία πνευματικὴ βακτηρία εἰς τὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως καὶ τῶν πατρικῶν παραδόσεων. Διὰ τοῦτο καὶ μοῦ ἐστοίχισεν ἰδιαιτέρως ὁ θάνατός του.
Ἀπωλέσαμεν ἓν πνευματικὸν κεφάλαιον. Ἐστερήθημεν ἑνὸς στρατιώτου τοῦ Χριστοῦ με ζῆλον Ἠλιού. Ἧτο πύρινος εἰς τὴν καρδίαν, φλογερὸς εἰς τὴν πένναν, ἀπαράμιλλος εἰς τὸν χρωστῆρα. Ἡ ἀναχώρησίς του ἐκ τῶν προσκαίρων εἰς τὰ ἀεὶ διαμένοντα ἀφῆκε μέγα κενόν, δυσαναπλήρωτον εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καὶ τὴν Ἑλλάδαν. Ἠγάπα καὶ ἠγωνίσθη ἕως θανάτου ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος. Προσετέθη καὶ ἐνεγράφη ὡς πολίτης τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἀλλ᾿ ἡ ἐπίγειος πατρίς του, ἡ πονεμένη καὶ μαρτυρικὴ Ἑλλάς, ἐστερήθη ἑνὸς τέκνου της, ἑνὸς πολίτου, ὅστις ἐπεθύμει καὶ ἐδίψα να ἴδῃ τὴν πατρίδα του μεγάλην καὶ ἔνδοξον, ὅπως τὴν ἀνέδειξαν καὶ μᾶς τὴν παρέδωκαν οἱ μεγάλοι αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου καὶ οἱ ἔνδοξοι ἥρωες τοῦ ῾21· τὴν Ἑλληνικὴν πατρίδα, τὴν ὁποίαν πολλοὶ ἐκ τῶν σημερινῶν μισελλήνων ζητοῦν να τὴν παραδώσουν εἰς ἀθέους βαρβάρους ἐχθρούς.
Ὁ μακαριστὸς Φώτης, ἐκοπίασεν, ἵδρωσεν, ἠγρύπνησεν, ἠργάσθη ἀκαπονήτως καὶ σθεναρῶς εἰς τὸν μυστικὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου καὶ ἐπολλαπλασίασε τὸ δοθὲν αὐτῷ τάλαντον ἢ μᾶλλον τὰ δοθέντα τάλαντα· ὡς ἐκ τούτου, δίκαιον ἦτο ν᾿ ἀναπαυθῇ ἐκ τῶν κόπων του. Προφανῶς θὰ ἤκουσε καὶ θὰ ἀκούσῃ κατὰ τὴν τελικὴν κρίσιν τὴν γλυκυτάτην προσφώνησιν καὶ πρόσκλησιν τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ· «εὖ δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ, ἐπὶ ὀλίγων ἐφάνης πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω. Εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου». Ἀσφαλῶς, ἐπειδὴ τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγωνίσθη, τὸν δρόμον τετέλεκε καὶ τὴν πίστιν τετήρηκε, θὰ λάβῃ τὸν τῆς δικαιοσύνης στέφανον παρὰ τοῦ βλέποντος τὰς τῶν ἀνθρώπων καρδίας καὶ νέμοντος στέφος ἄφθαρτον. Ἔσπειρεν ἐν δάκρυσιν ἐπὶ τῆς γῆς, θερίζει ἤδη ἐν ἀγαλλιάσει στάχυας ἀειζωοτροφίας ἐν οὐρανοῖς. Εἴθε καὶ ἡμᾶς να εὕρῃ μιμητάς του εἰς τὸν ζῆλον του καὶ τὴν καλὴν ὁμολογίαν. Ἡ μνήμη του ἂς εἶναι αἰωνία.
Ἀρχιμ. Φιλόθεος Ζερβᾶκος
Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:52 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

π. Σιλουανὸς Πεπονάκης - Φώτης Κόντογλου ὁ Κυδωνιεύς



«Ἀφοῦ ἔγραψα πολλὰ κι ἀπόχτησα κάμποση φήμη καὶ γράψιμο, εἶδα στὸ τέλος πὼς μάταιη τέχνη κατέχω. Παρομοιάζω τὸν ἑαυτό μου σὰν τὸν μετανοιωμένο τὸν ληστή, ἢ σὰν πόρνη ποὺ ἄλλαξε δρόμο, ἢ σὰν τὸν ὅσιο Μωϋσῆ τὸν Αἰθίοπα, ποὺ ἐπὶ χρόνια πολλὰ λήστεψε κι ἔσφαξε, καὶ στὰ τελευταῖα βρῆκε ἔλεος. Γιατὶ κι ἐγὼ ἔγραψα ἱστορίες γιὰ ληστάδες καὶ γιὰ κουρσάρους, καὶ γιὰ φονιάδες κάθε λογῆς, καὶ τώρα καταλαβαίνω, πὼς πρέπει νὰ βάλω στὴ λίγη τέχνη μου κάποιον σκοπὸ καλὸ καὶ βλογημένον, νὰ πλέξω μελωδικὸ ἐγκώμιο γιὰ τοὺς ἄσαρκους ἀσκητάδες, ποὺ εὐωδίαζε τὸ κορμί τους σὰν τὸ κυπαρισσόξυλο καὶ σὰν τὰ ξερὰ χορτάρια τῶν γκρεμῶν». Μ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια, στὸ βιβλίο του «Μυστικὸς κῆπος» ὁ πατριάρχης τῆς γενιᾶς τοῦ ῾30, ὁ Φώτης Κόντογλου δηλώνει τὴν στροφή του σὲ ἕναν κόσμο πιὸ πνευματικό, λουσμένο στὸ ἀνέσπερο φῶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Μιὰ στροφὴ ποὺ ἦταν ἀναμενόμενη γιὰ κάποιον ποὺ τὰ παιδικά του χρόνια τὰ πέρασε ἀνάμεσα στὰ θυμιάματα καὶ στὰ Κύριε ἐλέησον, στὸ μοναστήρι τοῦ θείου του, τοῦ παπα-Στέφανου.
Τὸ καλογερικό του πεῖσμα, καὶ ἡ ἀπεραντοσύνη τῆς ἀγάπης του γιὰ τὴν Ἑλληνορθόδοξη παράδοση ἦταν δυὸ ἀπὸ τὰ βασικότερα στοιχεῖα ποὺ συνέθεταν τὸν χαρακτήρα του. Ἄνθρωπος ἁπλός, ἀποποιοῦνταν πάντοτε τὰ φτιασίδια καὶ κάθε τι τὸ περιττό. Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Π. Β. Πάσχου: «Ἁπλὸς ὅπως καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ κερδίζουν τὴν ἀγάπη του, καὶ τοὺς περιγράφει μὲ συμπόνοια καὶ δύναμη. Εἶχε πολὺ ψηλὰ τὴν εὐγένεια καὶ τὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου. Πονοῦσε καὶ θλιβόταν μὲ τὸν πόνο τοῦ ἄλλου σὰ νὰ ἤτανε δικός του. Βοηθοῦσε μὲ τὸ παραπάνω, ὅποιον ἔβλεπε πὼς ἔχει τὴν ἀνάγκη του. Παλιοὶ γνωστοὶ ἢ ἀκτήμονες καὶ περαστικοὶ μοναχοὶ ξεπεζεύανε στὸ σπίτι του, ὅπως σὲ μοναστήρι ποὺ ἔχει πανηγύρι...
Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ πανηγύρι ζοῦσε, καὶ ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ πανηγύρι κέρναγε ὅποιον συναναστρεφόταν. Ἐνδεικτικὸ τῆς χαριτωμένης ψυχῆς του εἶναι ἡ πίστη του στὸν Θεό. Γράφει κάπου: «Δὲν ἔχω μήτε σύνταξη μήτε πεντάρα. Ἀρκούμαστε στὸν Κύριο. Ἢ πιστεύουμε ἢ δὲν πιστεύουμε». Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ πνεῦμα τῆς βαθιᾶς πεποίθησης στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ τὸν ἐνέπνεε σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ καὶ δὲν ἔχασε τὴν ἐλπίδα του στὰ τόσα πολλὰ ἐμπόδια ποὺ ἀντιμετώπισε στὴν ζωή του μαχόμενος ἔναντι τοῦ σαρωτικοῦ εὐρωπαϊκοῦ ἐπεκτατισμοῦ. Στὸ εἰκαστικό του ὅραμα ποὺ ἀγκαλιάζει σύμπαντα τὸν ἑλληνικὸ ἱστορικὸ χρόνο ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὡς τὴν καταστροφὴ τοῦ 1922, ἡ τέχνη τῶν πορτραίτων τοῦ φαγιοὺμ παίζει πρωτεύοντα ρόλο, τὸν συναρπάζει, τὸν ἐμπνέει, τὸν καθοδηγεῖ.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:51 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Ὁ Φώτιος Κόντογλου καὶ τὸ ἔργο του


τοῦ Ἰωάννου Φ. Ἀθανασοπούλου, Θεολόγου - Φιλολόγου
Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 2006

Ἡ ἀφιέρωση τοῦ παρόντος τόμου τῶν «ΔΙΠΤΥΧΩΝ» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὸν μακαριστὸ Φώτιο Κόντογλου ἀποτελεῖ εὐῶδες μνημόσυνον στὴν μνήμη ἐκείνου, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καὶ τὴν βαθιὰ θρησκευτικότητά του, μὲ τὸν «χυμώδη λόγον ἀληθείας» καὶ μὲ τὴν «πολύφωνη γλῶσσα τῶν χρωμάτων καὶ τῶν σχημάτων τῆς ἐσωτέρας ἡσυχίας καὶ σιωπῆς», ἀνεδείχθη ὁ φλογερὸς ἀπόστολος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ μέγας ἀπολογητὴς τῆς πίστεως, ὁ ὑπέρμαχος προστάτης τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως. Εἶναι ὁ ἐλάχιστος φόρος τιμῆς πρὸς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος, μὲ τὸ πολυσχιδὲς καὶ ἀσυνήθους εὐρύτητος ἔργο του, ἔδειξε κατευθύνσεις στὸν ἀδιέξοδο πνευματικὸ λαβύρινθο τῆς ἐποχῆς του καὶ συνέβαλε στὴν ἀφύπνιση τῆς ὑπνώττουσας συνειδήσεως τοῦ σύγχρονου Ἑλληνισμοῦ.
Υἱὸς τοῦ Νικολάου Ἀποστολέλλη καὶ τῆς Δέσποινας Κόντογλου, ἀδελφῆς τοῦ ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Κυδωνιῶν, Ἀρχιμανδρίτου Στεφάνου Κόντογλου, τὸ ἐπώνυμο τοῦ ὁποίου ἔλαβε καὶ μὲ τὸ ὁποῖον ἔκτοτε εἶναι γνωστός, ἐγεννήθη τὴν 8ην Νοεμβρίου 1895 στὸ Ἀϊβαλὶ (Κυδωνίες) τῆς Μ. Ἀσίας καὶ ἐκοιμήθη τὴν 13ην Ἰουλίου 1965 στὴν Ἀθήνα, σὲ ἡλικία 70 ἐτῶν. Τοὺς μαθητικούς του χρόνους ἐπέρασε στὴν πατρίδα του, τὸ Ἀϊβαλί, ὅπου καὶ ἐτελείωσε τὸ τότε Σχολαρχεῖον καὶ τὸ Γυμνάσιον. Ἀπὸ μικρὸς ἐγαλουχήθη στὰ νάματα τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς πίστεως καὶ ἐδέχθη τὸν ζῶντα Λόγον τοῦ Θεοῦ μὲ ἐκπληκτικὴ εὐαισθησία. Ἀκολούθως ἦλθε στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ σπουδάσει ζωγραφικὴ στὴν Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν, στὴν ὁποία ἔγινε ἀμέσως δεκτὸς στὸ τρίτον ἔτος. Δὲν ἔμεινε ὅμως ἱκανοποιημένος ἀπὸ τὶς σπουδές του, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν τὶς ὁλοκλήρωσε. Ταξίδεψε σὲ ἀρκετὰ μέρη καὶ ἔζησε στὴν Γαλλία ἕξι ἔτη, ὅπως δὲ γράφει ὁ ἴδιος αὐτοβιογραφούμενος, ἐπιδόθηκε μὲ πάθος στὴν Βυζαντινὴ Τέχνη καὶ μὲ τὴν μελέτη της προσπάθησε νὰ δημιουργήσει ὕφος Ἑλληνικὸ στὴν ζωγραφική, ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὴν τέχνη τοῦ μεσαίωνα, τὴν τουρκοκρατία καὶ ἀπὸ τὸ ἀθάνατο λαϊκὸ Ἑλληνικὸ πνεῦμα(1). Ζοῦσε ζωγραφίζοντας, γράφοντας καὶ ὀνειροπολώντας περισσότερο.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:49 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ὁ τελευταῖος Βυζαντινός, ἕνας οἰκουμενικὸς ἑλληνιστής


Εὐγένιος Ματθιόπουλος - Ἄρθρο στὴν ἐφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ,
19-11-1999, σελ.: N18. Κωδικὸς ἄρθρου: Α16596N181

Ὁ Εὐγένιος Δ. Ματθιόπουλος εἶναι
λέκτορας Ἱστορίας τῆς Τέχνης στὸ Πανεπιστήμιο Κρήτης.

«Οἱ ψυχὲς τῶν νέων εἶναι ρημαγμένες ἀπὸ τὰ ἄγρια ἔνστικτα, ποὺ τὰ ἀνεβάσανε στὴν ἐπιφάνεια ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ τάρταρα τῆς ἀνθρώπινης φύσης κάποιοι ἐχθροί του ἀνθρώπου, κάποιοι πνευματικοὶ ἀνθρωποφάγοι, ποὺ ἀνάμεσά τους πρωτοστατεῖ ἕνας τρελλὸς λύκος λεγόμενος Νίτσε, μιὰ μούμια σὰν παληόγρια λεγόμενη Βολταῖρος, κάποιος ζοχαδιακὸς Φρόυντ κι ἕνα πλῆθος ἀπὸ τέτοια ὄρνια καὶ κοράκια καὶ νυχτερίδες» («Μυστικὰ ἄνθη», σ. 112). Ὁ Φώτης Κόντογλου γράφοντας, ἀπὸ τὴν Κατοχὴ καὶ μετά, σ᾿ ἕναν τόνο τόσο τραχύ, δὲν εἶχε χαριστεῖ οὔτε σ᾿ ἕναν ἀπὸ τοὺς διανοητὲς τῆς Δύσης, κατακρημνίζοντάς τους, ἀδιάκριτα ἂν ἐπρόκειτο γιὰ καθολικούς, ὀρθολογιστές, σκεπτικιστὲς ἢ μυστικούς, ὡς ὑπεύθυνους γιὰ τὴν «κρυφὴ ἀπελπισία» καὶ τὰ ἄλλα «φαρμακερὰ μανιτάρια ποὺ φυτρώσανε στὶς καρδιὲς καὶ τὶς ψυχὲς τῆς γαγγραινιασμένης ἀνθρωπότητας».
Μὲ τοὺς καλλιτέχνες δὲν εἶχε σταθεῖ λιγότερο αὐστηρός. Ἀπὸ τὸν Τζότο, τὸν Ραφαὴλ καὶ τὸν Γκρίνεβαλτ μέχρι τὸν Σαρντὲν καὶ τοὺς νεώτερους, τοὺς ρεαλιστές, τοὺς ἰμπρεσιονιστές, τὸν Γκογκὲν καὶ τοὺς ἀφηρημένους, ὅλοι, ἄλλος περισσότερο, ἄλλος λιγότερο, δούλευαν, ἠθελημένα ἢ ἀθέλητα, γιὰ «τὴν παμπόνηρη ἀλχημεία τοῦ Μαμωνᾶ». Μέσα ἀπὸ μία συνωμοτικὴ-δαιμονιακὴ ἀντίληψη γιὰ τὴν Ἱστορία, ὁ Κόντογλου κήρυσσε ἐνάντια στοὺς «διαβόλους, ποὺ φαίνονται ἀπ᾿ ἔξω ἥμεροι, ἁπλοί, εἰρηνικοὶ στὰ ἀνύποπτα μάτια μας [καὶ ποὺ] δίχως νὰ φαίνουνται, κάθουνται κρυφὰ καὶ σχεδιάζουνε μυριάδες σατανικὰ σχέδια, ποὺ ἀνατριχιάζει ἄνθρωπος νὰ τὰ συλλογιστεῖ» («Μυστικὰ ἄνθη», σ. 221). Στὴ σκέψη του ἡ Ρωμιοσύνη κινδύνευε ἀπὸ τὸν ἐξευρωπαϊσμό, ἡ ὀρθοδοξία ἀπὸ τὸν παπισμό, οἱ ἄνθρωποι ἀλλοτριώνονταν ἀπὸ τὶς ἰδέες τοῦ νεωτερισμοῦ, τὴ δίψα τοῦ κέρδους, τὶς μηχανὲς καὶ τὴν τεχνολογία καὶ κυρίως ἀπὸ τὸ «δηλητήριο τῆς μάταιης γνώσης».
Ἀλλὰ ὁ Κόντογλου δὲν κατεῖχε πάντοτε μὲ τόση πίστη τὴ μία καὶ μόνη ἀλήθεια. Πολὺ πρίν, στὰ νιάτα του, ὅταν ἀκόμα τὴν ἀναζητοῦσε, εἶχε συναπαντηθεῖ μὲ κάποιον «ποὺ εἶχε ἀνέβει ἀπὸ τὴν Κόλαση»! Θὰ πουλοῦσε μάλιστα τὴν ψυχή του καὶ στὸν πιὸ τιποτένιο - ἔγραφε - ἀρκεῖ νὰ τὸν πίστευε ὅτι εἶχε ζήσει ἀντάμα μὲ τὸν Πέδρο Καζᾶς!
Ὁ Κόντογλου γεννήθηκε στὸ Ἀϊβαλὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ 1895. Τὸν ἑπόμενο χρόνο ἔχασε τὸν πατέρα τοῦ Νικόλαο Ἀποστολέλη καὶ μεγάλωσε κοντὰ στὸν ἀδελφό της μητέρας του, τὸν θεῖο του Στέφανο Κόντογλου, ἡγούμενο τοῦ οἰκογενειακοῦ τους μοναστηριοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ θείου του σπούδασε ζωγραφικὴ στὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν τῆς Ἀθήνας (1913-1916) πρὶν φύγει γιὰ τὸ Παρίσι, ὅπου ἔμεινε, παρέα μὲ τὸν Σπύρο Παπαλουκᾶ, μέχρι τὰ τέλη τοῦ 1919. Ἐκεῖ ἔγραψε, τὸ 1918, τὸ Ρedro Cazas, ποὺ πρωτοεκδόθηκε τὸ 1920 στὸ Ἀϊβαλί, μὲ τὶς φροντίδες τοῦ παιδικοῦ του φίλου Στρατῆ Δούκα καὶ προκάλεσε ζωηρὴ ἐντύπωση στοὺς λογοτεχνικοὺς κύκλους: «Μιὰ πόρτα ἀνατολίτικη ἄνοιξε στὴ μίζερη, μικρόπνοη «κλεισμένου χώρου» λογοτεχνία μας καὶ μπῆκε μία μεγάλη ἀναπνοή. Ἡ ἀναπνοὴ τοῦ Κόντογλου», ἔγραψε ἀργότερα γι᾿ αὐτὸ τὸ βιβλίο ὁ Καζαντζάκης.
Ὁ φτυχισμένος Κονέκ-Κονέκ, ὁ βασιλιὰς τῆς Ἰσπροβάνας.
Τοιχογραφία ἀπ᾿ τὸ σπίτι τοῦ Κόντογλου. Ἐθνικὴ Πινακοθήκη
Ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ τὸν ἔφερε, μαζὶ μὲ χιλιάδες ἄλλους πρόσφυγες, πρῶτα στὴ Λέσβο καὶ ὕστερα, μὲ τὴ μεσολάβηση φίλων του, τῆς Ἕλλης Ἀλεξίου, τοῦ Βάσου Δασκαλάκη, τῆς Γαλάτειας καὶ τοῦ Νίκου Καζαντζάκη κ.ἄ. στὴν Ἀθήνα.
Ὁ Κόντογλου ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἀϊβαλὶ κυνηγημένος, ἀνέστιος, μὲ μιὰ εἰκόνα τῆς ἁγίας Παρασκευῆς στὰ χέρια, γιὰ νὰ βρεθεῖ, νὰ πεταχτεῖ κυριολεκτικὰ σὲ μιὰ ἑλλαδικὴ κοινωνία κατάπληκτη ἀπὸ τὴν ἀποτυχία της, ἀνίσχυρη ν᾿ ἀντιδράσει καί, τὸ χειρότερο, δίχως ἐλπίδες.
Ἡ ἀνάγκη ἀνόρθωσης ἑνὸς σταθεροῦ κέντρου πνευματικῆς ἀναφορᾶς, ἑνὸς νέου μυθικοῦ κόσμου ἐσωτερικῆς πίστης τὸν ἔφερε τὸ 1923 στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου μελέτησε - βρισκόμενος σὲ «θεϊκὸ μεθύσι, μὲ καρδιὰ ποὺ καιγότανε, σὲ ἔκσταση», ὅπως γράφει - τὴ βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ τέχνη. Ἐκεῖ ἔγραψε ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ ἀφηγήματα καὶ τὶς μεταφράσεις ποὺ θὰ συμπεριελάμβανε τὸν ἑπόμενο χρόνο στὸ δεύτερο βιβλίο του μὲ τὸν σανσκριτικὸ τίτλο Βασάντα (δηλαδή, ἄνοιξη).
Ἐπιστρέφοντας στὴν Ἀθήνα ἐξέθεσε στὸ Λύκειο Ἑλληνίδων μία σειρὰ ἀπὸ ἀντίγραφα βυζαντινῶν τοιχογραφιῶν καὶ εἰκόνων ποὺ εἶχε φιλοτεχνήσει στὰ μοναστήρια. Στὸν πρόλογο τοῦ καταλόγου τοῦ ἀποκαλεῖ τὶς ἁγιογραφίες «τεχνουργήματα - καλλιτεχνήματα», τὶς θαυμάζει γιὰ τὴ «ζωγραφικὴ σοφία» καὶ τὸν «ἔντονο ρυθμό» τους καὶ δὲν ἀρκεῖται νὰ τὶς «ξεσηκώσει ἁπλά», ἀλλὰ νὰ τὶς «ἀνασυνθέσει σχεδὸν ἄρτια»! Ἦταν ἕνας φυσιολάτρης, ἕνας αἰσθητιστὴς «μὲ χριστιανικὴ ἀνατροφή» καὶ ρομαντικὸ πάθος γιὰ τὸν «πεθαμένο κόσμο», στὸν ὁποῖο τὸν μετέφεραν μὲ τὴν «ἐξωτική τους φωνὴ τὰ μυρίπνοα αὐτὰ ἄνθη». Ὁ Κόντογλου ἔβλεπε μέσα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Τζὸν Ράσκιν τὴ βυζαντινὴ τέχνη καὶ τὴν παράδοσή της.
Ἐκεῖνα τὰ χρόνια θαύμαζε παράλληλα τὸν Θεοτοκόπουλο, τὸν Βὰν Γκὸγκ καὶ τὸν Ντερὲν καὶ προσπαθοῦσε νὰ ζωγραφίσει μ᾿ ἕνα ἁδρὸ ὕφος στ᾿ ἀχνάρια τῆς δικῆς τους ἐξπρεσιονιστικῆς παραστατικότητας. Ἡ «Τέχνη» ἦταν γι᾿ αὐτὸν «Ἔκφραση» ποὺ τὴν «κινᾶ ἡ φύση καὶ ἡ ζωή». Ἔργα, ὅπως τὸ πορτρέτο τοῦ Νικολάου Χρυσοχόου, τοῦ 1924, μαρτυροῦν ὄχι μόνο τὰ πρότυπά του, ἀλλὰ καὶ μία σπάνια ζωγραφικὴ ἐνάργεια μὲ τὴν ὁποία ψυχογραφεῖ καὶ χαρακτηρίζει τὸ μοντέλο του.
Στὴν Ἀθήνα γρήγορα συνδέθηκε μὲ τοὺς κύκλους τῶν διανοουμένων, τῶν καλλιτεχνῶν καὶ τῶν φιλοτέχνων, ποὺ ἤδη εἶχαν ἀρχίσει νὰ προσανατολίζονται πρὸς τὶς ἰδέες τῆς «ἑλληνικότητας», δηλαδὴ τοὺς Κ. Παρθένη, Δ. Πικιώνη, Φ. Πολίτη, Α. Ζάχο, Α. Χατζημιχάλη, Α. Μπενάκη, τοὺς τραπεζίτες ἀδελφοὺς Λοβέρδους κ.ἄ. Τὸ 1925 παντρεύτηκε τὴ Μαρία Χατζηκαμπούρη, μὲ τὴν ὁποία ἀπόκτησε μία κόρη. Δουλεύει ἀκατάπαυστα, ζωγραφίζει, σχεδιάζει σκηνικά, συντηρεῖ εἰκόνες καὶ τοιχογραφίες, γράφει, μεταφράζει καὶ δημοσιεύει ἄρθρα καὶ λογοτεχνήματα, εἰκονογραφεῖ βιβλία, συνεργάζεται μὲ περιοδικά, ὅπως τὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία καὶ τὰ Ἑλληνικὰ Γράμματα, πρωτοστατεῖ σὲ κάθε κίνηση καὶ ἐργασία ποὺ σχετίζεται μὲ τὴ στροφὴ πρὸς τὴν παράδοση καὶ τὴν κριτικὴ ἀφομοίωση τῆς νεωτερικῆς τέχνης. Μὲ τὸ ἔργο καὶ τὸν λόγο τοῦ προσπαθεῖ νὰ διαμορφώσει τὸ ὕφος καὶ τὸ περιεχόμενο μιᾶς νέας «ἑλληνικότητας». «Κατάργησε τὴ βαλκανικὴ μιζέρια καὶ δουλοπρέπεια. Στὸν ἐπαρχιώτικο εὐρωπαΐζοντα αἰσθητισμὸ ἀντέταξε ἕνα αἰσθητισμὸ γηγενῆ», παρατηρεῖ ὁ Τσαρούχης.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:48 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Νικηφόρος Βρεττάκος - Ὁ ἰδιότυπος Φώτης Κόντογλου



Ἡ πρώτη μου γνωριμία μὲ τὸ εἶδος γραφῆς τοῦ Φώτη Κόντογλου, ἔγινε στὰ μαθητικά μου χρόνια. Τότε διάβασα τὸ βιβλίο τοῦ «Πέδρο Καζᾶς» (ἐκδόσεις Χ. Γανιάρη, 1922) καὶ ἐντυπωσιάστηκα ἀπὸ τὴν ἰδιοτυπία του: Γλώσσα, τρόπος ἀφήγησης, πειστικὴ περιπέτεια. Κι ὅπως τὰ καλὰ βιβλία ποὺ μποροῦσαν νὰ φτάσουν ὡς τὴν ἐπαρχία μου ἦταν ἐλάχιστα, τὸ διάβασα καὶ τὸ ξαναδιάβασα. Ἔτυχε μάλιστα νὰ τὸ διαβάσω κοντὰ-κοντὰ μὲ τὸ «Ντὲ προφούντις» τοῦ Ὄσκαρ Οὐάιλντ, ἕνα βιβλίο ποὺ μὲ εἶχε συνεπάρει μὲ τὸν κεντημένο του λόγο, τὴ λεπταισθησία καὶ τὴν πραγματικὰ ἐκ βαθέων ἀνθρώπινη θλίψη του. Αὐτὰ καὶ ἄλλα, ποὺ παράλληλα διάβασα τὴν ἴδια ἐποχή, δὲν εἶχαν καμμία σχέση τὸ ἕνα με τὸ ἄλλο. Ἀποτελοῦσαν διαφορετικοὺς κόσμους ἄσχετους μεταξύ τους. Μποροῦσα νὰ διακρίνω ἔτσι τοὺς κόσμους αὐτῶν τῶν δημιουργῶν, ποὺ ὁ καθένας τοὺς εἶχε τὴ δική του ἀτμόσφαιρα, τὸ δικό του χρῶμα, τὴ δική του ἰδεατὴ αὐτοτέλεια. Τὸ κοινό τους γνώρισμα ἦταν τὸ ὅτι εἶχαν τὴ δύναμη νὰ ἐπιβάλλουν τὴν ἀποδοχή τους καὶ νὰ ἐντυπώνουν στὸ μυαλό μου τὸ ὄνομα τοῦ συγγραφέα τους.
Ἀπὸ τότε τοποθέτησα τὸ ὄνομα τοῦ Φώτη Κόντογλου στὰ ἰδιαίτερά μου. Δὲν μποροῦσα νὰ ἀποστῶ τοῦ πειρασμοῦ. Ἀναζητοῦσα κάθε νέο βιβλίο ἢ ἀνάτυπο, φυλλάδιο, ἢ ἐπιφυλλίδα ποὺ εἶχε τὸ ὄνομά του. Ἀκόμη καὶ τὸ «πεποιημένο» ὕφος του στὶς πολύμορφες ἀφηγήσεις τῶν τελευταίων χρόνων του δὲν ἦταν στερημένο ἀπὸ τὴν ἰδιότυπη γοητεία τοῦ εὔστροφου καὶ πληθωρικοῦ Ἀνατολίτη Κόντογλου. Ὁ συγκερασμὸς τοῦ ἐξωτικοῦ, τοῦ μυστικιστικοῦ, ἱστορικοῦ ἢ ἁπλῶς παραδοσιακοῦ στοιχείου στὸν σχεδὸν λαϊκὸ λόγο, δὲ σὲ ἄφηνε ἀδιάφορο. Ὁ Κόντογλου ἦταν ἕνας καθαρόαιμος Ῥωμιὸς καὶ μαγνήτιζε μὲ τὰ κείμενά του τὸν λίγο ἢ πολὺ Ῥωμιὸ ποὺ ὅλοι μας ἔχουμε μέσα μας.
Ὁ συγγραφέας τοῦ «Πέδρο Καζᾶς» ἀποτελεῖ μίαν ἰδιοτυπία γιὰ τὰ Γράμματά μας, γιὰ τὴ ζωγραφική, ἀκόμη καὶ τὶς δοκιμιακὲς ἐπιδόσεις του («Ἡ τέχνη τοῦ Ἄθω» 1923, «Γιὰ νὰ πάρουμε μία ἰδέα γιὰ τὴ ζωγραφική» 1929, «Ἔκφρασις» 1960). Κι ἂν ἡ ἰδιοτυπία εἶναι αὐτὸ ποὺ ξεχωρίζει τὶς
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:46 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

H Ορθοδοξία Φ. ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ


Η Μεγαλομάρτυς του Χριστού

Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού κι απαρτίζεται από όσους ανθρώπους πιστεύουνε σ' Αυτόν ορθά κι αληθινά όπως εδίδαξε Εκείνος.

Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι «η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία», όπως λέγει το Σύμβολον της Πίστεως. Λέγει «Μία», που θα πη πως δεν υπάρχουν άλλες Εκκλησίες. Κι αυτή η Μία Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος. Οι άλλες που παρουσιάζονται σαν Εκκλησίες δεν είναι εκκλησίες, αλλά είναι αιρέσεις. Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η μόνη που κράτησε έως σήμερα όσα παρέλαβε από τους Αποστόλους κι από τους διαδόχους των, τους αγίους Πατέρας. Η Παπική, η Προτεσταντική κι οι άλλες, μικρότερες, λεγόμενες Εκκλησίες, δεν κρατήσαμε ανάλλαχτα όσα παραλάβανε από καταβολής της Χριστιανικής Εκκλησίας, αλλά τα αλλάξανε, κατά τις γνώμες και κατά τα θελήματα των ανθρώπων, και γι' αυτό σήμερα είναι παραμορφωμένες, σε πολλά μάλιστα σε τέτοιο σημείο που να αναρωτιέται κανείς τι σχέση έχουνε με τη διδασκαλία του Χριστού ορισμένα πράγματα που διδάσκουνε και κάνουνε. Κατεβάσανε τη θεϊκή διδασκαλία στα μέτρα του αμαρτωλού ανθρώπου, με τις μικρότητες του, με τις μωροφιλοδοξίες του, με τα συμφέροντα του, με τους φυλετικούς εγωισμούς του. Μ' αυτό τον τρόπο, αυτές οι λεγόμενες Εκκλησίες καταντήσανε σαν συστήματα εγκόσμια, όπως όλα τ' άλλα που αποβλέπουνε σε εγκόσμιες σκοπιμότητες, πολλές φορές με τον πιο αποκρουστικό και σατανικό τρόπο, τόσο, που αντί να τραβούνε προς τον Χριστό τις ψυχές που διψάνε τη σωτηρία, τα απολωλότα αυτά πρόβατα, τα διώχνουνε και τα ρίχνουνε στην αθεΐα και στην αδιαφορία για την ψυχή τους, όπως κάνανε οι Φαρισαίοι, που γι' αυτούς είπε ο Κύριος, ωργισμένος: «Αλλοίμονο σας, Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, γιατί κλείνετε τη Βασιλεία των Ουρανών (τη σωτηρία) μπροστά στους ανθρώπους. Επειδή, μήτε εσείς οι ίδιοι μπαίνετε μέσα, μήτε τους άλλους αφήνετε να μπουν». (Ματθ. κ.γ' 14).

Οι δήθεν αυτές Εκκλησίες είναι κατά βάθος συστηματικά βολικά, καμωμένα σύμφωνα με τις αδυναμίες και με τις αμαρτωλές επιθυμίες του ανθρώπου, γιατί, με το πρακτικό πνεύμα τους, επιχειρήσανε να καθαρίσουνε τη διδασκαλία του Χριστού από τις τάχα υπερβολές, που είναι απαράδεκτες απ' αυτό το πρακτικό πνεύμα, όπως είναι, λ.χ. η ακτημοσύνη, η απάθεια, η τέλεια αφοσίωση στον Θεό εξ όλης της ψυχής και εξ' όλης της διανοίας, δηλ. ο μοναχικός βίος, η αποξένωση από τον κόσμο από τα του κόσμου κι' από την κοινωνική δραστηριότητα κι από την πολιτική, η πνευματική θεωρία, η εγκατάλειψη του σώματος κ.λ.π. Αυτά τα θεωρήσανε σαν πράγματα απάνθρωπα κι ακατόρθωτα από το άνθρωπο, απάνω από τις δυνάμεις του. Και γι' αυτό, συμβιβάσαμε τον Χριστιανισμό με τις αδυναμίες τους, κάνοντας ένα βολικό Χριστιανισμό, δηλαδή μια ψεύτικη διδασκαλία του Χριστού, διορθωμένη κατά τα εγκόσμια συστήματα, που δεν έχει άλλη σχέση με τον Χριστό, παρεκτός από το όνομά του.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:29 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Οι Ορθοδοξία και οι θησαυροί της Φώτης Κόντογλου



Η Ορθοδοξία είναι η πηγή απ' όπου τρέχουνε να ξεδιψάσουνε άνθρωποι που δεν ευρήκανε την αλήθεια ούτε στον Καθολικισμό, ούτε στον Προτεσταντισμό, ού­τε σε καμμιά άλλη από τις μυριάδες αιρέσεις που υπάρ­χουνε σήμερα....    

 Φώτης Κόντογλου

... Εάν ο άνθρωπος απελπισθεί από κάθε άλλη βοή­θεια και δέσει σφιχτά την ελπίδα του στον Θεό μοναχά, και ταπεινωθεί και δεν λογαριάζει για τίποτα τον εαυτό του, τότε θα νοιώσει να τον σκεπάζει η θεϊκή ευσπλα­χνία και να του δίνει κάποια δύναμη ώστε να μην υπάρ­χει τίποτα πια για να τον φοβερίζει, κι' ούτε καμμιά ανά­γκη για να τον κάνει να τη συλλογισθεί. Όλα του φαί­νονται σαν να μην υπάρχουνε, κι' αυτός ελαφρός σαν πνοή γεμάτη δύναμη, χαρά, ελπίδα και αγάπη (γιατί η α­ληθινή αγάπη βγαίνει από την πίστη κι' από την ελπί­δα), πετά υψηλά, γλυτωμένος από το βάρος της σαρκός κι' από τις μάταιες φροντίδες τις σαρκικής διάνοιας, ή­γουν τη φιλοδοξία, τον μωρό ζήλο να ερευνήσει το μυ­στήριο του κόσμου, κι' όλες τις άλλες μικρολογίες με τις οποίες είναι δεμένη η ζωή μας. Αυτή είναι μια κατά­σταση αλλόκοτη κι' απίστευτη, είναι η είσοδος εις την βασιλείαν του Θεού, που λέγει ο Κύριος, και που δεν λέ­γεται με λόγια, γιατί, δεν είναι ένας σαρκικός ενθουσια­σμός της διάνοιας, αλλά μια λύτρωση που γίνεται με τη χάρη του αγίου Πνεύματος, γι' αυτό και δεν υπάρχουνε και λόγια σε τούτον τον κόσμο με τα οποία να ειπωθεί. Γι' αυτό ο Κύριος, λέγοντας «βασιλεία του Θεού» ή «βασιλεία των ουρανών», δεν εξήγησε ποτέ τί είναι αυτή η «βασιλεία», αλλά μας δίδαξε μοναχά με τί τρόπο θα την αξιωθούμε.


Για να γεννηθεί ο άνθρωπος ο πνευματικός και για να βγει στο φως από το σκοτάδι, είναι ανάγκη να βασα­νισθεί, όπως γίνεται με τη γέννα του σαρκικού ανθρώ­που. Γι' αυτό λέγει ο Χριστός: «Στενή και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν». Και στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζει κανένας πως ο Παύλος και ο Βαρνά­βας επήγαν στο Ικόνιον και στην Αντιόχεια «επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών, παρακαλούντες εμμένειν τη πίστει και ότι δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού». Το πνευματικό νήπιο πρέ­πει να κλάψει σαν το σαρκικό, για να βρει γάλα για να θραφεί. Ο άνθρωπος που δεν ελπίζει σε καμμιά βοήθεια εκτός από τον Θεό, και σε καμμιά ζωή εκτός από αυτόν, και σε καμμιά άλλη χαρά εκτός από αυτόν, και σε καμ­μιά δικαιοσύνη εκτός από αυτόν, και κρεμιέται με δά­κρυα μονάχα σ' Εκείνον, έχοντας «μονογενή ελπίδα», αυτός βρίσκει έλεος και αναπαύεται από «τα της ματαιότητος και πολυμόχθου σαρκός». Γι' αυτόν «η αγάπη η εν Χριστώ ισχυροτέρα εστί της ενταύθα ζωής», κατά τον ά­γιο Ισαάκ. Και δεν θέλει να χωρισθεί από τον Θεό, και προτιμά τον θάνατο από τούτον τον χωρισμό, γιατί νοιώ­θει καλά πως σωστά λέγει ο άγιος Κύριλλος ότι «θάνα­τος αληθής είναι ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεόν και όχι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα».
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:26 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Φώτης Κόντογλου - Ορθοδοξία και Παπισμός



Κείμενο του Ορθοδόξου συγγραφέως και ομολογητού Φώτη Κόντογλου. Αν και γραμμένο μισόν αιώνα πριν και αναφέρεται στα τότε γεγονότα, όμως είναι άκρως και δραματικά ΕΠΙΚΑΙΡΟ. Ίσως διότι πάντοτε η προδοσία θα είναι το ίδιο δαιμονική ενώ η Ομολογία το ίδιο Θεοδίδακτη.
Ας διαφυλάξουμε το μυστήριο της Ορθοδοξίας μας.
Μεγάλο, πολύ μεγάλο και σπουδαίο είναι ένα ζήτημα που δεν του δώσανε σχεδόν καθόλου προσοχή οι περισσότεροι Έλληνες. Κι αυτό είναι το ότι από καιρό αρχίσανε κάποιοι δικοί μας κληρικοί να θέλουν και να επιδιώκουν να δέσουν στενές σχέσεις με τους παπικούς, που επί τόσους αιώνες μας ρημάξανε. Γιατί στ' αληθινά, δεν υπάρχει πιο μεγάλος αντίμαχος της φυλής μας, κι επίμονος αντίμαχος, που, σώνει και καλά θέλει να σβήσει την Ορθοδοξία.
Οι δεσποτάδες πού είπα πως τους έπιασε, άξαφνα κι αναπάντεχα, ο έρωτας με τους Λατίνους, λένε πως το κάνουμε από «αγάπη». Μα αυτό είναι χονδροειδεστάτη δικαιολογία και καλά θα κάνουνε να παρατήσουνε αυτά τα ροσόλια της «αγάπης», που την κάναμε ρεζίλι.
Ο διάβολος, άμα θελήσει να κάνει το πιο πονηρό παιγνίδι του, μιλά, ο αλιτήριος γιά αγάπη. Ο,τι είπε ο Χριστός, το λέγει κι αυτός κάλπικα, για να ξεγελάσει. Τώρα, στα καλά καθούμενα, τους ρασοφόρους μας στην Πόλη, τους έπιασε παροξυσμός της αγάπης για τους Ιταλιάνους, που στέκουνται, όπως πάντα, κρύοι και περήφανοι και δεν γυρίζουνε να τους δούνε αυτούς τους «εν Χριστώ αδελφούς», που όσα τους κάνανε από τον καιρό των Σταυροφόρων ίσαμε τώρα, δεν τους τάκανε μήτε Τούρκος, μήτε Τάταρος, μήτε Μωμαχετάνος.
Ίσως κι οι δικοί μας να κάνουν από παρεξηγημένη καλοσύνη. Όπως είπα, οι περισσότεροι δικοί μας δεν δώσανε καμμιά σημασία σ' αυτές τις φιλοπαπικές κινήσεις, που είναι θάνατος για το γένος μας και που τις κινήσανε οι καταχθόνιες δυνάμεις που πολεμάνε τον Χριστό και που με τα λεπτά τους αγοράζουνε όλους, δεν δώσανε λοιπόν καμμία σημασία, γιατί τα θεωρούνε τιποτένια πράγματα, αν δεν είναι κι οι ίδιοι αγορασμένοι...
Τώρα τα μυαλά γινήκανε φαρδειά, και καταγίνονται με άλλα, κοσμοΐστορικά προβλήματα! «Θα καθόμαστε να κυττάζουμε τώρα παπάδες και Ορθοδοξίες»; Μα αυτούς δεν τους μέλλει κι αν εξαφανισθεί από τον κόσμο κάθε ελληνικό πράγμα. Και θα εξαφανισθεί όχι τόσο εύκολα με τον αμερικανισμό που πάθαμε, όσο αν γίνουμε στη θρησκεία παπικοί. Γιατί γι' αυτού πάμε.
Παπική Ελλάδα θα πει αξαφάνιση της Ελλάδας. Να γιατί είπα πως είναι πολύ σπουδαίο ζήτημα αυτές οι ερωτωτροπίες που αρχίσανε κάποιοι κληρικοί δικοί μας με τους παπικούς, κι η αιτία είναι το ότι δεν νοιώσανε τι είναι Ορθοδοξία ολότελα, μ' όλο που είναι δεσποτάδες. Το κακό είναι πως ο λαός δεν πήρε, καλά - καλά, είδηση για τη συνωμοσία. Ποιος να τον πληροφορήσει αφού οι γραμματισμένοι τα θεωρούνε αυτά τα πράγματα ανάξια για τη μοντέρνα σοφία τους, και τρέχουν σημαιοφόροι σε κάθε νεωτερισμό; Από τότε που αρχίσανε οι λυκοφιλίες ανάμεσα στους δικούς μας και στους παπικούς (και σημείωσε πως οι δικοί μας φαγωθήκανε πρώτοι να πιάσουνε σχέση με τους Λατίνους σαν να πήρανε από κάπου διαταγή, κι ολοένα μιλάνε για «τον διάλογο μαζί τους, δίχως να ξέρουνε καλά - καλά τι λένε), από τότε λοιπόν, ακούμε, κάθε τόσο κάτι πράγματα θεατρικά, άνοστα, ανόητα, δίχως καμμιά σοβαρότητα, όπως είναι η λεγόμενη «Διάσκεψις της Ρόδου», τα νέα παρεκκλήσια του Βατικανού, κ.τ.λ
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:25 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Η δίψα της ειρήνης κι ο τρόμος της μπόμπας Φωτίου Κόντογλου



Φωτίου Κόντογλου
Ο κακόμοιρος ο κόσμος διψά ειρήνη. Μα χωρίς την απομέσα ειρήνη, δεν μπορεί να γίνη ειρήνη εξωτερική. Χωρίς την ψυχική ειρήνη, η πολιτική και κοινωνική ειρήνη είναι ψεύτικη. «Ειρήνη αφίημι υμίν, είπε ο Χριστός στους μαθητές Του κατά το Μυστικό Δείπνο, ειρή­νην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». Πρόσεξες για να δης καλά τί λέγει ο Χριστός; «Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». «Δεν σας δίνω, λέγει, εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος», την ψεύτικη, την οργισμένη ειρήνη, την ανειρή­νευτη ειρήνη, την ειρήνη που στ' αληθινά δεν έχει ολότελα ειρήνη και ησυχία. Τέτοια είναι η ειρήνη που μπορεί να κάνη ο κόσμος, οι άνθρωποι, που τρώγονται με τα πάθη τους και που τους κατατρώγει η περηφάνεια, η ματαιοδοξία-φιλαργυρία, η σκληροκαρδία και η απονιά στους άλλους, η μανία της ακολασίας και η επιθυμία της καλοπέρασης. Όλα τούτα τα πάθη είναι οργισμένα και όχι ειρηνικά. Αυτά κάνουνε τους ανθρώπους να μαλώνουνε, να εχθρεύονται ο ένας τον άλλον, αυτά λιγοστεύουνε την αγάπη, που είναι δα πολύ λίγη ανάμεσά τους, και φέρνουνε την παραζάλη, την έχθρα, «την έριδα» που λέγανε οι αρχαίοι. Με άλλα λόγια, φέρνουνε τη βασιλεία του διαβόλου επί της γης, και όχι τη βασιλεία του Θεού, που είναι η ειρήνη.

Ο Χριστός μας δίδαξε να λέμε στο «Πάτερ ημών» «ελθέτω η βασιλεία Σου». Μα ποιος πιστεύει στη βασιλεία του Θεού, παρεκτός από κάποιους λίγους, που τους έχει ο κόσμος για τρελούς; Ωστόσο, αυτός ο παραζαλισμένος κόσμος, ο βουτηγμένος στην αμαρτία, στις ηδονές, και στην ακολασία, αυτός ο κόσμος που πιστεύει μοναχά στον εαυτό του, και που δεν λογαριάζει καθόλου τον Θεό και τον νόμο του, αποζητά την ειρήνη, θέλει να μείνη ήσυχος για να χαρή τις αμαρτωλές επιθυμίες του, για να βουτηχθή ως τον λαιμό μέσα στον μαύρο βούρκο. Δεν πιστεύει στα λόγια του Θεού που λέγεται «Άρχων ειρήνης», και που είπε με το στόμα του προφήτη «Αν ακούσετε τα λόγια μου, θα ήσαστε βλογημένοι και θα ζήσετε καλά. Μα αν δεν τ' ακούσετε αλλά πορευθήτε κατά τα πονηρά θελήματα της καρδιάς σας, θα σας καταφάγη η μάχαιρα». Αυτά τα κοροϊδεύει ο κόσμος, και τα λέγει παραμύθια.

Και να, που ήρθε ο κόμπος στο χτένι. Η παραζάλη, γίνεται μέρα με τη μέρα χειρότερη. Ο πόθος της απόλαυσης έγινε μιαν άγρια τρέλα στους ανθρώπους, που τσαλαπατάνε ο ένας τον άλλον για να μη χάσουνε τις διάφορες φαρμακερές ηδονές, που ολοένα τις πληθαίνει ο σατανάς με τα πολύπλοκα μηχανήματά του, σαν τον ψαρά που βάζει στ' αγκίστρι του όλο και πιο ορεχτικό δόλωμα, για να τραβήξη τα λαίμαργα τα ψάρια και να τα ψήση στη φωτιά να τα φάγη. Ο μαμωνάς σκέπασε με τις σκοτεινές φτερούγες του τον κόσμο, και τον κουνά σαν νάναι κανένα κόσκινο, και όπως αναταράζεται το σιτάρι, χοροπηδάνε οι άνθρωποι μέσα στο κόσκινό του και δαγκάνει ο ένας τον άλλον, και εξοντώνει ο αδελφός τον αδελφό, λέγοντας: «Ο θάνατός σου, ζωή μου!». Το ίδιο και τα μεγάλα κοπάδια των ανθρώπων, τα λεγόμενα έθνη, βλέπουνε τόνα τάλλο όπως βλέπει ο λύκος το πρόβατο, και λογαριάζει πότε θα μπόρεση να το πνίξη, να πιή το αίμα του, το μεγάλο να φάη το μικρό και τα μεγάλα να φάνε τόνα τάλλο. Να, λοιπόν, που αντί να έλθη η βασιλεία του Θεού, που μας είπε ο Χριστός να παρακαλούμε, ήρθε η βασιλεία του σατανά, του όφεως του αρχαίου, που ήτανε πάντα ανθρωποκτόνος, όπως λέγει το Ευαγγέλιο.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:24 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Ο Μέγας Ιεροεξεταστής Φώτης Κόντογλου



Φώτης Κόντογλου

 Οι τρεις πειρασμοί*
Α'

 Πολλά, αμέτρητα, είναι όσα γραφήκανε για τον Παπισμό, αλλά λίγα είναι σαν αυτά που έγραψε για το αινιγματικό τούτο σύστημα ο πλέον βαθυστόχαστος κι' αποκαλυπτικός Ρώσος συγγραφέας Θεόδωρος Ντοστογέφσκη. Τούτο το μοναδικό κείμενο είναι ένα κεφάλαιο μέσα στο βιβλίο του «Τ' Αδέρφια Καραμάζωφ», κι' αυτό το κεφάλαιο έχει για επανώγραμμα «Ο Μέγας Ιεροεξεταστής». Ο Ντοστογέφσκης, μ' όλο που είναι ένα φιλοσοφικό πνεύμα, ωστόσο στον «Μέγαν Ιεροεξεταστή» αισθάνεται και γράφει σαν Ορθόδοξος, που ξέρει καλά ποιος είναι ο αληθινός Χριστός κι' η διδασκαλία του.

 Στον «Μέγαν Ιεροεξεταστή» βάζει τον Χριστό αντιμέτωπο με τον ψεύτικο αντιπρόσωπό του στη γη, με τον Ιησουίτη Ιεροεξεταστή, το φοβερό τέρας που έκαιγε τους «αιρετικούς» στ' όνομα του Χριστού, ένα πράγμα απίστευτο κι' ακατανόητο. Είναι τρομερό να σκεφθή κανένας τί μπορεί να κά­νη ο διάβολος για να δυσφημήση τον Χριστό, αφού φτάνει στο σημείο να φαίνεται ο σατανάς πως είναι ο ίδιος ο Χριστός!

 Σ' αυτό το παράδοξο κείμενο του Ντοστογέφσκη, ο Ιεροεξεταστής κάνει μια μακρυά εξομολόγηση στον Χριστό, που δεν βγάζει μήτε μια λέξη από το στόμα του για να δώση απάντηση στα ερωτήματα του ιεροδικαστή, και για τούτο αποκρίνεται ο ίδιος σε όσα ερωτά. Με άλλα λόγια, όσα λέγει είναι ένας καταθλιπτικός μονόλογος που βγαίνει από το στόμα κάποιου πλάσματος που θαρρείς πως ανέβηκε από την κόλαση.

 Ο Ιεροεξεταστής καταδίκασε κάποιους «αιρετικούς» σε θάνατο με τη φωτιά, κι' αφού έγινε θανάτωση στη μεγάλη πλατεία μιας σπανιόλικης πολιτείας, γύρισε πίσω στο κελλί του, που βρισκότανε στο κτίριο του «Ιερού Δικαστηρίου», ικανοποιημένος πως έκανε το χρέος του, κατά το σύστημα που υπηρετούσε μ' έναν φρικτόν φανατισμό. Το σύστημά του ήτανε ένας Χριστιανισμός όχι όπως τον δίδαξε ο Χριστός, αλλά παραμορφωμένος κι' αγνώριστος ολότελα, μέχρι που να μοιάζη με θρησκεία του αντιχρίστου, κι' αυτό έγινε για να μπορούνε οι άνθρωποι να τον δεχτούνε, επειδή εκείνα που παραγγέλνει και που ζητά ο Χριστός από τους πιστούς του είναι, κατά τη γνώμη του Ιεροεξεταστή και των ομοίων του, απόλυτα κι' ανεφάρμοστα, υπεράνθρωπα κι' απάνθρωπα. Δηλαδή ο Χριστιανισμός έγινε ένα σύστημα σαν τα άλλα ανθρώπινα συστήματα, μια κοσμική εξουσία που έχει στην εξουσία της τους πιστούς της, και που τους διοικεί, τους κρίνει και τους καταδικάζει όπως η πολιτική εξουσία. Από τον Χριστό κράτησε μοναχά το προσωπείο, κι' ό,τι κάνει, λέγει πως το κάνει στ' όνομα του Χριστού, ενώ το κάνει στ' όνομα του σατανά. Για τούτο ο Ιεροεξεταστής ολοένα αναφέρει τον διάβολο με σεβασμό, και τον ονομάζει «Αυτός», «το Μέγα και Σοφό Πνεύμα», «το Σοφό και ισχυρό Πνεύμα».

 Αλλά αναπάντεχα, ενώ ο Ιεροεξεταστής ήτανε ικανοποιημένος που έκαψε τους αιρετικούς, υπηρετώντας το σύστημα της Παπικής Εκκλησίας, αναπάντεχα φανερώνεται ο Χριστός μέσα στον δρόμο, κι' ο κόσμος τρέχει από πίσω του, κλαίγοντας από συγκίνηση. Με όλο που δεν λέγει ποιος είναι, κι' ούτε βγάζει μιλιά από το στόμα του, ωστόσο όλοι καταλάβανε πως ήτανε ο Χριστός. Τρέξανε λοιπόν και του πήγανε τους αρρώστους τους, κι' Εκείνος τους θεράπευε, ανάστησε μάλιστα κι' ένα πεθαμένο παιδάκι, μπροστά στην καθεδρική εκκλησιά της Σεβίλλιας, εκεί που καίγανε τους «αιρετικούς» στ' όνομά του.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:23 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Ανοικτή Επιστολή προς τον Αθναγόρα ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ



ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ

 Η επιθυμία της Παναγιότητάς σας και των δικών σας ανθρώπων να υποταχθεί η Ορθόδοξη Εκκλησία στον Πάπα και ο εκ μέρους σας ανεξήγητος ζήλος, γέμισε την καρδιά μας με ανομολόγητη θλίψη και απογοήτευση. Τα αυτιά μας ακόμα σφυρίζουν από το φρικτό αυτό άκουσμα.

 Το Ορθόδοξο ποίμνιο διχάστηκε. Άλλοι σας ακολούθησαν στον ολισθηρό δρόμο που οδηγεί στην απώλεια, ενώ άλλοι παρέμειναν εδραιωμένοι και ασάλευτοι στην Ορθόδοξη πίστη των πατέρων τους, αποτροπιασμένοι και μόνο στη σκέψη ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης αγκάλιασε τον Πάπα και μολύνθηκε από αυτό το βδέλυγμα της ασέβειας.

 Εκείνοι που σας ακολούθησαν ήταν εκ των προτέρων προδικασμένοι να σας ακολουθήσουν, καθώς σκέφτονταν μόνο τα υλικά αγαθά, ήταν ματαιόδοξοι, άπιστοι και ξενόδουλοι κόλακες και κολακευόμενοι. Έσπευσαν, λοιπόν, να συνταχθούν με τον «κόσμο», με τον αμαρτωλό κόσμο της επίγειας άνεσης, με τη χωρίς ταλαιπωρίες και αγώνα ζωή,  «εις την ώδε μένουσαν πόλιν» με αυτούς που δεν επιζητούν τη μελλοντική ζωή, καθώς τη θεωρούν ανύπαρκτη και μη πιστευτή.

 Οι άλλοι, όμως, πιστοί παρέμειναν ασάλευτοι στην Ορθόδοξη πίστη, στη χώρα της φτώχειας, των στερήσεων, των πειρασμών, των διωγμών, επειδή ήταν βέβαιοι ότι μέσα σε αυτά βρίσκεται ο Κύριος, Αυτός που είπε ότι η Εκκλησία Του θα είναι συνδεδεμένη με το μαρτύριο, την περιφρόνηση, τη φτώχεια, τον εμπαιγμό, τα οποία θα είναι η αμοιβή στης σθεναρής ομολογίας τους σε αυτόν τον κόσμο. Στα αυτιά τους ηχούν ημέρα και νύχτα οι παρήγοροι λόγοι του Χριστού: «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν» (Αφού έδιωξαν εμένα, και εσάς θα διώξουν). Ο διωγμός, η κακοπάθηση και ο θάνατος είναι ο ευλογημένος κλήρος των γνήσιων μαθητών του Χριστού. Το πανάγιο στόμα Του είπε ακόμα: «Η βασιλεία του Θεού βιάζεται και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν». Πώς είναι δυνατό να υπάρχουν βιαστές στην παράταξη των αμάχων, οι οποίοι έσπευσαν να συνθηκολογήσουν με το ψεύδος, για να ζήσουν στην ησυχία και στην απόλαυση των εγκόσμιων αγαθών;

 Και εσείς, οι ποιμένες του λαού, τι είδους ποιμένες είστε; Τα πρόβατα τα οποία σας εμπιστεύθηκε ο Χριστός, τα παραδίνετε στους λύκους. Έχετε επικοινωνία με τους άρχοντες αυτού του παρερχόμενου κόσμου, γιατί ζηλέψατε τη δόξα τους και όχι τη δόξα του Θεού. Υποτάξατε την πίστη στους αμαρτωλούς ανθρώπους των κοσμικών επιθυμιών, οι οποίοι οδηγούνται από τον σατανά. Παραδοθήκατε και παραδώσατε τα πρόβατα στον άρχοντα του κόσμου αυτού, σε αυτόν που κατέχει την ύλη, τον χρυσό, τις εφευρέσεις και τις μηχανές, οι οποίες καταπλήττουν τα πλήθη ως θαύματα του αντίχριστου. Παραδοθήκατε και παραδώσατε τα πρόβατα στην ψευδώνυμη γνώση, στην «κενήν απάτην», σε αυτήν που διδάσκεται στις χώρες της αθεΐας και της απόγνωσης, όπου δεν υπάρχει ούτε οσμή της αιώνιας ζωής και της αληθινής γνώσης, της γνώσης του Θεού.

 Και αυτά, γιατί δεν είστε οι καλοί ποιμένες, αυτοί που θυσιάζουν τη ζωή τους για τα πρόβατα και που τα οδηγούν στα ευωδιαστά λιβάδια της αθάνατης ζωής. Εσείς είστε οι μισθωτοί ποιμένες και, σύμφωνα με το πανάγιο στόμα του Κυρίου, «ο μισθωτός ποιμήν ουκ έστι ποιμήν» (ο μισθωτός ποιμένας δεν είναι ποιμένας) (Ιων. ι', 12). Είστε μισθωτοί των αρχόντων αυτού του κόσμου, εξαιτίας της δόξας και του πλούτου για τα οποία εργάζεστε.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:22 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest

Επιστολή Φ. Κόντογλου προς Λατινίζοντα Μητροπολίτη



ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
  
Αθήνα, 7 Μαρτίου 1965
Σεβασμιότατε,
 Θερμά σας ευχαριστώ για την επιστολή Σας της 4ης Μαρτίου, στην οποία μου γράφετε ότι θα προσπαθήσετε να μου απευθύνει η Κοινότητα επιστολή για να προβώ στην αγιογράφηση των ιερών εικόνων του ιερού Ναού του Γενέσιου της Θεοτόκου.

 Όσον αφορά στις τιμές τους, επαφίεμαι στην καλή θέλησή τους. Ας τις υποτιμήσουν όσο νομίζουν, κι ας γνωστοποιήσουν σε μένα πού κατέληξαν. Εάν όμως δυσκολεύονται, οπωσδήποτε, ν' αναθέσουν σε εμένα την εργασία για οποιονδήποτε λόγο, και βρεθεί ο εξίσου με εμένα κατάλληλος και πεπειραμένος τεχνίτης, ας μη διστάσουν να αναθέσουν την αγιογράφηση σε εκείνον.
***
 Οι αντιλήψεις μου για την κίνηση προς την ενότητα του Χριστιανικού κόσμου είναι γνωστές στον Παναγιότατο, και από σύντομες μεταξύ μας συνομιλίες, όταν ήρθε αυτός στην Αθήνα, και από διεξοδικότερες αλληλογραφίες μαζί του και με τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Δέρκων κ.κ. Ιακώβου.
 Μπορώ να διαβεβαιώσω ότι αυτές οι αντιλήψεις δεν οφείλονται σε ελατήρια μισαλλοδοξίας ή άγνοιας, αλλά σε βαθιά πίστη και γνώση του μυστηρίου της Ορθοδοξίας, την οποία είχα, με τη χάρη του Θεού, από την παιδική μου ηλικία, από όπου αναδύεται η βαθύτατη αγάπη και ο σεβασμός προς αυτήν, καθώς έχω δεσμευτεί για μια ζωή με θυσίες και αγώνες που με καταδικάζουν σε ηθελημένη ακτημοσύνη, αν και κατά τη διάρκεια του χρόνου θα μου ήταν εύκολο να αποκτήσω πολλά υπάρχοντα, δεδομένου ότι ο Κύριος, που δίνει τα πάντα πλουσιοπάροχα, προίκισε εμένα τον ανάξιο με πολλά προσόντα που εξασφαλίζουν επιτυχία υλική και φήμη, στον αιώνα αυτό τον πονηρό.
Διαβάστε περισσότερα »
Αναρτήθηκε από ARETI MAUROGIANNI στις 1:21 μ.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια:
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου BlogThis!Κοινοποίηση στο XΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest
Νεότερες αναρτήσεις Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα
Εγγραφή σε: Σχόλια (Atom)

Video

Συνολικές προβολές σελίδας

Δημοφιλείς αναρτήσεις

  • Μεσογαίας: «Δεν είναι επείγουσα ανάγκη η αυτοκεφαλία όσο η ενότητα των Εκκλησιών»
    ORTHODOXIA.INFO | Σπύρος Παπαγεωργίου Τον κίνδυνο να διασπαστεί η ενότητα μεταξύ των Εκκλησιών και να δημιουργηθεί έ...
  • Ο ιερός Χρυσόστομος και η καθημερινή ζωή της εποχής μας
    Ξεκινώ στο ιστολόγιο ένα μικρό αφιέρωμα στον Ιερό Χρυσόστομο, πού θα ολοκληρωθεί την Παρασκευή 15 Νοεμβρίου. Από τ...
  • «Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός», του Νικολάου, Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικής
    Ο αληθινός Θεός δεν είναι αυτός που ξοδεύεται, αυτός που εξευτελίζεται με πρόχειρες φανερώσεις κατά το θέλημα του ανθρώπου αλλά είναι α...
  • Ποιους θα εμπιστευτείς; – π. Ανδρέας Γκατζέλης
        Posted by egolpion in ΑΙΡΕΣΗ   Ποιους θα εμπιστευτείς; π. Ανδρέας Γκατζέλης           Γράφει το Γεροντικό γ...
  • “Καρδία συντετριμμένη και τεταπεινωμένη…” (παραμονή πρωτοχρονιάς με τον Φώτη Κόντογλου)
    Λεπτομέρεια από την οικογένεια του ζωγράφου, με τη Δεσπούλα να συμμετέχει και να πρωταγωνιστεί στο έργ...

Αναγνώστες

Αρχειοθήκη ιστολογίου

  • ►  2022 (4)
    • ►  Μαρτίου (4)
  • ►  2021 (14)
    • ►  Ιουλίου (1)
    • ►  Απριλίου (13)
  • ►  2020 (11)
    • ►  Μαΐου (11)
  • ►  2019 (58)
    • ►  Ιουνίου (5)
    • ►  Απριλίου (25)
    • ►  Μαρτίου (28)
  • ▼  2018 (209)
    • ▼  Δεκεμβρίου (60)
      • Ο θάνατος του Φώτη Κόντογλου και η θαυμαστή «πληρο...
      • Φώτης Κόντογλου – Δροσίσετε την ψυχή σας στην καλω...
      • «Φώτης Κόντογλου. Από τον «Λόγο» στην «Έκφρασι» - ...
      • ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΦΩΤΗΣ
      • Φώτης Κόντογλου - Ἡ Χαρὰ τῶν Χριστιανῶν
      • Ἀθανάσιος Ἰ. Καλαμάτας - Στὸν κυρ-Φώτη ὁ λόγος
      • Φώτης Κόντογλου - Σαστισμένα λόγια
      • Φώτης Κόντογλου - Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψό...
      • Φώτης Κόντογλου - Ὁ Θεὸς Κόνανος
      • Φώτης Κόντογλου - Ἀνέστη Χριστός, Ἡ δοκιμασία τοῦ ...
      • Φώτης Κόντογλου - Ἡ βυζαντινὴ μουσική
      • Φώτης Κόντογλου - Τέχνη τῆς Εἰκονογραφίας
      • Φώτης Κόντογλου - Ἡ Μοναδικότητα τῆς Παραδόσεως τῆ...
      • Φώτης Κόντογλου - Μυστικὰ Ἄνθη ἤγουν: Κείμενα γύρω...
      • Φώτης Κόντογλου - Ἡ Ἀληθινὴ Θεολογία (ἀπὸ τὸ Ἀσάλ...
      • Φώτης Κόντογλου - Οἱ ἀνάξιοι κληρικοὶ βλάπτουν τὴν...
      • Φώτης Κόντογλου, ὁ μυστικὸς κῆπος τῆς πονεμένης Ῥω...
      • Γέρων Φιλόθεος Ζερβᾶκος γιὰ τὸν Φώτη Κόντογλου
      • π. Σιλουανὸς Πεπονάκης - Φώτης Κόντογλου ὁ Κυδωνιεύς
      • Ὁ Φώτιος Κόντογλου καὶ τὸ ἔργο του
      • Φώτης Κόντογλου - Ὁ τελευταῖος Βυζαντινός, ἕνας οἰ...
      • Νικηφόρος Βρεττάκος - Ὁ ἰδιότυπος Φώτης Κόντογλου
      • H Ορθοδοξία Φ. ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
      • Οι Ορθοδοξία και οι θησαυροί της Φώτης Κόντογλου
      • Φώτης Κόντογλου - Ορθοδοξία και Παπισμός
      • Η δίψα της ειρήνης κι ο τρόμος της μπόμπας Φωτίου ...
      • Ο Μέγας Ιεροεξεταστής Φώτης Κόντογλου
      • Ανοικτή Επιστολή προς τον Αθναγόρα ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
      • Επιστολή Φ. Κόντογλου προς Λατινίζοντα Μητροπολίτη
      • Α' Ανοικτή Επιστολή προς τον Πατριαρχη Αθηναγόρα ...
      • Λογισμοί αμαρτωλού, Φωτίου Κόντογλου
      • Αποχαιρετισμός προς τον Φώτιον Κόντογλου
      • Φωτης Κόντογλου Η δύναμη της πίστης και η αδυναμί...
      • ΣΤΟΛΗ ΑΦΘΑΡΣΙΑΣ του αειμνήστου Φωτίου Κόντογλου
      • Κυριακή των Βαΐων ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
      • Οι φονείς τον ΧριστούΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
      • Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα
      • Η Ελληνική φύση κι' οι γυάλινοι άνθρωποι
      • Αθεΐα. Το καύχημα της εποχής μας
      • Η μοναδικότητα της παραδόσεως της Ορθοδοξίας, Φώτη...
      • Αδημοσίευτη Επιστολή του Φώτη Κόντογλου
      • Παραδοσιακή και «μονδέρνα» τέχνη- του Φώτη Κόντογλου
      • Ὁ δρόμος τῆς εὐτυχίας Φώτης Κόντογλου (Ἀπὸ τὴν Συλ...
      • “…αυτές τις αγιασμένες μέρες θα’πρεπε να σμίξουνε ...
      • Ένας βαθύς Μυσταγωγός – άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης...
      • “Κάψα”-για τον καύσωνα του καλοκαιριού ( του Φ.Κόν...
      • Ο Προφήτης Ηλίας – Επίγειος άγγελος και επουράνιος...
      • Ρημαγμένες ψυχές. Ἀπὸ τὶς βαθυστόχαστες θεωρίες. Κ...
      • «Φυλάξτε τα συνήθεια μας, γιορτάστε όπως οι πατερά...
      • “Καρδία συντετριμμένη και τεταπεινωμένη…” (παραμον...
      • Οι πέτρες: Πρώτη σύσταση, στερνό απομεινάρι της γη...
      • Φώτιος Κόντογλου ( 8 Νοεμβρίου 1895 – 13 Ἰουλίου 1...
      • «Ἐπὶ σοὶ Χαίρει, Κεχαριτωμένη, πᾶσα ἡ κτίσις» Φώτ...
      • Η Άχραντος Κοίμησις της Παναγίας (του Φώτη Κόντογλου)
      • Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος (του Φώτη Κόντογλου)
      • Φώτης Κόντογλου - Μυστρᾶς
      • Φώτης Κόντογλου - Οἱ Νεομάρτυρες, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλη...
      • Φώτης Κόντογλου - Ἡ ἁγιασμένη ἐπανάσταση Ἕνα ἀπόσ...
      • Φώτης Κόντογλου - Ὁ δρόμος τῆς εὐτυχίας Ἀπὸ τὴν Σ...
      • Φώτης Κόντογλου - Πρέπει νὰ ἐκσυγχρονιστοῦμε!
    • ►  Οκτωβρίου (74)
    • ►  Ιουνίου (61)
    • ►  Ιανουαρίου (14)
  • ►  2017 (39)
    • ►  Νοεμβρίου (29)
    • ►  Αυγούστου (9)
    • ►  Ιουνίου (1)
  • ►  2015 (1)
    • ►  Μαρτίου (1)
  • ►  2014 (6)
    • ►  Νοεμβρίου (2)
    • ►  Ιανουαρίου (4)
  • ►  2013 (53)
    • ►  Δεκεμβρίου (1)
    • ►  Νοεμβρίου (20)
    • ►  Οκτωβρίου (32)

Συνεργάτες

  • ARETI MAUROGIANNI
  • ARETIMAUROGIANNI
Θέμα Απλό. Από το Blogger.