ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 18 Φεβρουαρίου 2018, Τυρινῆς (Ματθ. ς΄ 14-21)
Εἶπεν ὁ Κύριος· ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παρα­πτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐ­ράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ ­παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀ­­­φήσει τὰ παραπτώματα ὑ­­­μῶν. Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ ­γίνεσθε ὥσπερ οἱ ­ὑποκριταὶ σκυθρω­ποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσ­ωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ­ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀν­­­θρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ ­θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυ­ροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀ­φανί­­ζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσ­σουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυ­ρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐ­­­­δὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.

1. Ἀρχίζει ἡ νηστεία
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς σήμερα, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν ἔξωση τοῦ Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Γιατί ὅμως ἐξορίστηκε ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Παράδεισο; Διότι καταπάτησε τὴν ἐντολὴ τῆς νηστείας· ἔφαγε ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἀπὸ τὸ ὁποῖο τοῦ εἶχε δώσει ἐντολὴ ὁ Θεὸς νὰ μὴ φάει. Πολὺ εὔστοχα λοιπὸν ὁ Μέγας Βασίλειος μᾶς καλεῖ νὰ νηστεύσουμε, ὥστε νὰ ξαναβροῦμε τὸν δρόμο γιὰ τὸν Παράδεισο: «Ἐπειδὴ οὐκ ἐνηστεύσαμεν, ἐξεπέσομεν τοῦ παραδείσου‧ νηστεύσωμεν τοίνυν, ἵνα πρὸς αὐτὸν ἐπανέλθωμεν» (P.G. 31, 168).
Καθὼς ἤδη φθάσαμε στὴν ἀρχὴ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἂς ξεκινήσουμε τὴ νηστεία μὲ χαρὰ κι ἂς ἐντείνουμε τὸν πνευματικό μας ἀγώνα μὲ συγκεκριμένες ἀποφάσεις, μὲ πιὸ θερμὴ ἐξομολόγηση καὶ συχνότερη συμμετοχὴ στὴ θεία Εὐχαριστία. Τώρα εἶναι ὁ κατάλληλος καιρὸς νὰ ἐργαστοῦμε καὶ νὰ κοπιάσουμε γιὰ τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς μας‧ ἡ ὠφέλεια θὰ εἶναι μεγάλη: εἰρήνη, ψυχικὴ ἀνάπαυση καί, τελικά, αἰώνια σωτηρία.

2. Κυριακὴ τῆς συγγνώμης
Ἐπιπλέον ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ­ὀνομάζεται καὶ Κυριακὴ τῆς συγγνώμης. Ἡ ὀνομασία αὐ­τὴ στηρίζεται στὴν παλαιὰ συνήθεια τῶν πι­στῶν Χριστιανῶν νὰ ἀλληλοσυγχωροῦν­ται κατὰ τὸν Κατανυκτικὸ Ἑσπερινὸ ὁ ὁ­­­­ποῖος τελεῖται τὸ ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, ὥστε νὰ ξεκινοῦν τὸν πνευματικὸ ἀγώνα τῆς Σαρακοστῆς συμφιλιωμένοι καὶ ἀγαπημένοι.
Τὸ πόσο σημαντικὸ εἶναι τὸ νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους φαίνεται ξεκάθαρα ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου ποὺ ἀνα­γινώσκονται στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή: «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος». Δηλαδή, ἐ­­­­ὰν συγχωρήσετε τὰ ἁμαρτήματα ποὺ σᾶς ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι, ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος θὰ συγχωρήσει καὶ τὰ δικά σας ἁμαρτήματα. Δὲν μποροῦμε λοιπὸν νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες μας, ἐὰν ἐμεῖς πρῶτοι δὲν ἔχουμε συγχωρήσει εἰλικρινὰ αὐτοὺς ποὺ τυχὸν μᾶς ἔβλαψαν ἢ μᾶς ἀδίκησαν.
Βέβαια δὲν εἶναι εὔκολο νὰ συγχωρή­σουμε τοὺς ἄλλους. Ἀντιδρᾶ ὁ ­ἐγωισμός μας ἢ ἡ πεποίθηση ὅτι δῆθεν ἐμεῖς ἔχουμε δίκιο. Σὲ κάθε περίπτωση ὅμως ἂς φέρνουμε στὸ νοῦ μας τὸν ἀναμάρτητο Κύριο Ἰησοῦ ὁ Ὁποῖος ἐπάνω στὸ σταυρὸ προσευχόταν γιὰ τοὺς ­σταυρωτές Του. Ὅταν κι ἐμεῖς συγχωροῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἔφταιξαν σὲ κάτι, μιμούμαστε τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Ἂς Τὸν παρακαλοῦμε λοιπὸν Ἐκεῖνος νὰ μαλακώνει τὶς καρδιές μας, γιὰ νὰ συμπονοῦμε καὶ νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους. Τότε πραγματικὰ θὰ αἰσθανθοῦμε τὴ λυτρωτικὴ καὶ σωτήρια δύναμη τῆς ἀγάπης Του!

3. Ἐλεύθεροι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς γῆς
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα διαβάζουμε ἐπίσης καὶ τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου νὰ προσφέρουμε ἐλεημοσύνη. Μὴ συγκεντρώνετε, λέει, θησαυροὺς γιὰ τὸν ἑαυτό σας ἐδῶ στὴ γῆ ἀλλὰ στὸν οὐρανό. Πρῶτον, διότι τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ εἴτε φθείρονται εἴτε τὰ κλέβουν οἱ ἐπιτήδειοι. Καὶ δεύτερον, πρέπει νὰ θησαυρίζετε θησαυροὺς ὄχι στὴ γῆ ἀλλὰ στὸν οὐρανό, γιὰ νὰ εἶναι ἡ καρδιὰ σας προσ­κολλημένη στὸ Θεὸ καὶ στὰ οὐράνια. Διότι «ὅπου ἐστὶν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν»· δηλαδή, ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδιά σας.
Αὐτὸ τὸ τελευταῖο ἀξίζει νὰ τὸ ὑπογραμ­μίσουμε
. Εἶναι σημαντικὸ νὰ δώσουμε στὴ ζωή μας σωστὸ ­προσανατολισμό. Δυστυχῶς στὶς μέρες μας πολλοὶ κάναμε τὸ τραγικὸ λάθος νὰ ­συνδυάσουμε τὴν εὐτυχία μὲ τὸν πλοῦτο. Ἔτσι ἡ ζωή μας κατάντησε ἀτελείωτο κυνήγι γιὰ τὴν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν. Δάνεια καὶ ἐπιτόκια, μετοχὲς καὶ ­χρηματιστήρια, ἐπενδύσεις καὶ κέρδη, ἔγιναν οἱ ­μόνιμες συζητήσεις μας. Καθὼς ὅμως ὅλα αὐτὰ ἀποδείχθηκαν πλέον ἐντελῶς σαθρά, εἶναι ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ ἀλλάξουμε προσανα­τολισμὸ καὶ νὰ ἀκούσουμε τὸν αἰώνιο λόγο τοῦ Θεοῦ: «Τὰ ἄνω φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς» (Κολ. γ΄ 2). Στὰ ἄνω, στὰ οὐράνια νὰ κατευθύνετε καὶ νὰ προσ­ηλώνετε τὶς σκέψεις σας· ὄχι στὰ ­γήινα. Αὐτὸ πρακτικὰ μποροῦμε νὰ τὸ ἐπιτύχουμε καὶ μὲ τὴν ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς. Τὰ χρήματα καὶ ἡ κάθε εἴδους βοήθεια ποὺ παρέχουμε, ἀποταμιεύονται μὲ ἀσφάλεια στὸν οὐρανό. Ἐκεῖ θὰ κληθοῦμε νὰ ζήσουμε αἰωνίως, ἀπολαμβάνοντας πλούσια τὴν ἀνταμοιβὴ ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ κάθε ἀγαθοεργία μας. Ἂς βοηθήσουμε λοιπὸν τὴν ψυχή μας νὰ ξεκολλήσει ἀπὸ τὰ ἐπίγεια ἀγαθά. Στὸν οὐρανὸ ἂς στρέφουμε διαρκῶς τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας, καὶ τότε ἡ ζωή μας θὰ ἀποκτήσει ἄλλη προοπτική. Τὴν προοπτικὴ τῆς αἰωνιότητος.

ΟΛΟΦΩΤΕΙΝΑ ΟΠΛΑ
Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 18 Φεβρουαρίου 2018, Τυροφάγου (Ρωμ. ιγ΄ 11 – ιδ΄ 4)
Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.

«Ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτὸς»
Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου σήμερα. Αὔριο εἰσ­ερχόμαστε στὸ στάδιο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἐντείνουμε τὸν ἀγώνα τῆς μετανοίας καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ βιώσουμε τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας. Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἤχησε σὰν ἐγερτήριο σάλπισμα. Ἀκούσαμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ μᾶς λέει ὅτι τώρα βρισκόμαστε πιὸ κοντὰ στὴ σωτηρία παρὰ ὅταν εἴχαμε πιστέψει. Ἡ νύχτα τῆς παρούσης ζωῆς προχώρησε, ἡ ἡμέρα τῆς ἄλλης ζωῆς ἔχει πλησιάσει. Ἂς ἀποθέσουμε λοιπόν, μᾶς εἶπε, σὰν ἄλλα νυχτερινὰ ἐνδύματα «τὰ ἔργα τοῦ σκότους», δηλαδὴ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, «καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός»· καὶ ἂς ἐνδυθοῦμε τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ποιὰ εἶναι αὐτά; Εἶναι οἱ ἀρετές: ἡ μετάνοια, ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ἀνεξικακία…
Θὰ μᾶς βοηθήσει ἑπομένως στὸν ἀγώνα αὐτῆς τῆς περιόδου νὰ δοῦμε σήμερα πολὺ σύντομα γιατί οἱ ἀρετὲς ὀνομάζονται «ὅπλα φωτός».

1. Μᾶς ἀσφαλίζουν
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρ­μηνεύον­τας τὸ χωρίο σημειώνει ὅτι ὅταν ὁ ἅγιος Ἀπόστολος μίλησε γιὰ τὴν κακία, τὶς πράξεις της τὶς ὀνόμασε ἔργα, ἐνῶ ὅταν μίλησε γιὰ τὴν ἀρετή, δὲν ὀνόμασε τὶς πράξεις τῆς ἀρετῆς ἔργα ἀλλὰ ὅ­πλα. Γιατί; «Ὅτι ἐν πάσῃ ἀσφαλείᾳ καθίστησιν ἡ ἀρετὴ τὸν ἔχον­τα αὐτήν, καὶ ἐν πάσῃ λαμπρότητι»1. Διότι, ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Πατήρ, ἡ ἀρετὴ προστατεύει ὁλοκληρωμένα αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, τὸν ἀσφαλίζει τελείως· ἀπὸ τί; ἀπὸ τὶς ἐπι­θέσεις τοῦ πονηροῦ, ἀπὸ τὴν πτώση στὴν ἁμαρτία. Ἡ ἀρετὴ εἶναι ἡ τέλεια πανοπλία, ὁ πλήρης καὶ ὁλοκληρωμένος ἐξοπλισμὸς τοῦ πιστοῦ.
Γιὰ παράδειγμα, τὸ κατάλληλο ὅπλο μὲ τὸ ὁποῖο μπορεῖ κανεὶς νὰ νικήσει τὴ λαιμαργία του, εἶναι ἡ ἐγκράτεια. Αὐτὸς πάλι ποὺ θέλει νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, πρέπει νὰ ἀ­ποφασίσει νὰ καλλιεργήσει τὴν ἐλεημοσύνη. Ἡ κάθε ἀρετὴ εἶναι τὸ κατάλληλο ὅπλο γιὰ νὰ ἐξουδετερώσει ὁ Χριστια­νὸς τὸ ἀντίστοιχο πάθος. Καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι τὸ πανίχυρο ὅπλο, τὸ κατάλληλο γιὰ τὴν κατανίκηση τῆς ὑ­περηφάνειας καὶ ὁποιουδήποτε πάθους. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἅγιοι Πατέρες τὴν ὀνομάζουν «ἀπώλειαν τῶν παθῶν», καταστροφὴ τῶν παθῶν2.
Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν πολεμεῖται ἔντονα ἀπὸ κάποιο ἔντονο πάθος, ἀ­σκώντας τὶς ἀρετές, δηλαδὴ ἐπιστρατεύοντας τὶς δυνάμεις του γι᾿ αὐτές, δὲν δίνει περιθώριο στὸν πονηρὸ νὰ τὸν πειράξει. Ἐξάλλου ὁ σκοπὸς τῆς πνευματικῆς ζωῆς δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ μὴν ἁμαρτάνουμε, ἀλλὰ νὰ ἁγιαζόμαστε. Τελικὸς σκοπός μας εἶναι ἡ θέωση, νὰ γίνουμε ὅμοιοι μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατόν. Καὶ ὁ μόνος τρόπος γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ ἡ προσοικείωση τῶν ἀρετῶν. Ὁ πιστὸς ποὺ ἔχει φθάσει νὰ ζεῖ μὲ συνεχὴ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν, ζεῖ σὲ ἀδιάλειπτη κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ἔχει ἐνδυθεῖ τὸν Χριστό. Τὸν σκεπάζει ἡ θεία Χάρις, ἡ ὁποία κατακαίει τοὺς δαίμονες καὶ διαλύει ὅλες τὶς παγίδες τους. Εἶναι πάνοπλος, ἀπλησίαστος ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς σωτηρίας μας.

2. Μᾶς καθιστοῦν φωτεινοὺς
Οἱ ἀρετὲς ὅμως δὲν ὀνομάζονται μόνο ὅπλα ἀλλὰ «ὅπλα φωτός». Δηλαδὴ φωτεινὰ ὅπλα. Γιατί; Ἔδωσε μία ἐξήγηση ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στὸ χωρίο ποὺ παραθέσαμε· διότι, γράφει, καθιστᾶ τὸν ἐνάρετο «ἐν πάσῃ λαμπρότητι». Ἡ ἀρετή, ἡ ὁποιαδήποτε ἀρετή, εἶναι φῶς τῆς ψυχῆς. Ἡ ἀρετὴ δίνει σύνεση καὶ σοφία στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἐνάρετος εἶναι φωτισμένος ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀντίθετα ἡ κακία, τὸ πάθος, τὸ ὁποιοδήποτε πάθος, εἶναι σκότος. Σκοτίζει τὸν νοῦ καὶ παρασύρει τὸν ἐμπαθὴ ἄνθρωπο σὲ πράξεις σκοτεινές, παράλογες, ἀπάνθρωπες καὶ αὐτοκαταστροφικές. Μέσα σὲ πόσο σκοτάδι ζεῖ ὁ φιλάργυρος, ὁ ἄσωτος, ὁ μέθυσος, ὁ κλέφτης, ὁ λαίμαργος!…
Ἐπιπλέον οἱ ἀρετὲς ὀνομάζονται «ὅ­πλα φωτός», διότι χαρίζουν στὴν ψυχὴ τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μεγαλύτερη εὐτυχία τοῦ ἀν­θρώπου εἶναι ὁ ἔπαινος τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖο ἀπολαμβάνει ὁ πιστὸς ποὺ ἔχει ἀγαθὴ συνείδηση. Ἡ καρδιά του εἶναι ὁλοφώτεινη ἀπὸ χαρά, καὶ αὐτὸ ἀποτυπώνεται καὶ στὸ πρόσωπο καὶ σὲ ὅλες τὶς κινήσεις καὶ δραστηριότητές του.
Τέλος οἱ ἀρετὲς ὀνομάζονται «ὅπλα φωτός», διότι ἀποτελοῦν τὸν στολισμὸ τῆς ψυχῆς, τὸν μόνο ἀληθινὸ στολισμὸ τοῦ πιστοῦ. Οἱ ἀρετὲς εἶναι τὸ ἔνδυμα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, τῆς ἀνέσπερης ἡμέρας ποὺ ἔρχεται. Εἶναι ἔνδυμα γάμου. Χωρὶς αὐτὸ τὸ ἔνδυμα δὲν μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι, ὅπως διαβάζουμε στὴν Ἀποκάλυψη, ὁ Παράδεισος αὐτὸ θὰ εἶ­ναι στὴν οὐσία του: γάμος τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν Χριστό, καὶ γάμος τῆς καθεμιᾶς ψυχῆς μὲ Ἐκεῖνον.
***
Ἀκούσαμε στὸν Ὄρθρο σήμερα: «Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται. Οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε…». «Ἔχει ἀνοίξει τὸ στάδιο τῆς ἀθλήσεως στὶς ἀ­ρετές. Ὅσοι θέλετε νὰ ἀγωνισθεῖτε, ἂς εἰσέλθετε…». Ἂς μὴ σταθεῖ ἡ σκέψη μας στὸν κόπο αὐτῆς τῆς περιόδου ὅσο στὸ ὅτι στὸ τέλος της μᾶς περιμένει ὁ Κύριος, ὁ Νυμφίος τῆς ψυχῆς μας, μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς ἀγάπης Του πρὸς ἐμᾶς, τὰ ἐνδύματα καὶ τὰ σκεύη τοῦ ἐμπαι­γμοῦ: τὴν κόκκινη χλαμύδα, τὸν ἀκάνθι­νο στέφανο, τὸν κάλαμο, τὶς πληγές… Ἐ­μεῖς μὲ τί ἔνδυμα θὰ παρουσιασθοῦμε μπροστά Του στὴ φετινὴ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑ­βδομάδα; Μὲ ποιοὺς κόπους, μὲ ποιὲς θυ­σίες γιὰ τὴν ἀγάπη Του; Ἂς ἀναλογισθοῦμε πόσα ὑπέμεινε Ἐκεῖνος γιὰ νὰ μᾶς σώσει, καὶ ἂς ἀποφασίσουμε τί θὰ Τοῦ δώσουμε.
1. PG 60, 623-624.
2. Βλ. Κλῖμαξ, Λόγος ΚΕ΄, Τίτλος.