11.000 νεομάρτυρες Κληρικοί και Μοναχοί πυροβολήθηκαν το 1918 στη Μονή Οράνκι της Ρωσίας από τους κομουνιστάς.
Λίγα λόγια για την Ιερά Μονή Οράνκι.
Η
Ιερά Μονή Οράνκι της Ρωσίας ιδρύθηκε τον 18ο αιώνα κοντά στο ποτάμι
Βόλγα για τους Ρώσους αριστοκράτες. Λειτούργησε μέχρι την επανάσταση
του 1918, οπότε και κλείστηκε από τους αθέους και μετατράπηκε σε
φυλακή.
Τους τοίχους του Ναού τους έβαψαν με ασβέστη για να σκεπαστούν οι τοιχογραφίες. Την μετέβαλαν σε φυλακή γυναικών. Το 1942 έγινε στρατόπεδο συγκεντρώσεως για τους αιχμαλώτους πολέμου. Τώρα είναι πάλι γυναικεία φυλακή.
Τους τοίχους του Ναού τους έβαψαν με ασβέστη για να σκεπαστούν οι τοιχογραφίες. Την μετέβαλαν σε φυλακή γυναικών. Το 1942 έγινε στρατόπεδο συγκεντρώσεως για τους αιχμαλώτους πολέμου. Τώρα είναι πάλι γυναικεία φυλακή.
-Πείτε μας, πάτερ Δημήτριε, κάτι για το στρατόπεδο συγκεντρώσεως στη Μονή Οράνκι, και για τους μοναχούς που μαρτύρησαν εκεί;
-Οράνκι
ήταν το Μοναστήρι των Ρώσων αριστοκρατών και βρισκόταν στο κέντρο της
Ρωσίας, κοντά στον ποταμό Βόλγα. Το 1918 οι κομουνιστές το κατάργησαν
και έκαναν εκεί το στρατόπεδο συγκεντρώσεως για τους μοναχούς,
μαζεύοντας εκεί πάνω από 11.000 μοναχούς από όλα τα μοναστήρια της
Ρωσίας. Ήταν και ιερομόναχοι αλλά και παντρεμένοι ιερείς, με επικεφαλής
έναν Επίσκοπον.
Το 1918 ήρθε από την Μόσχα μια στρατιωτική κομουνιστική επιτροπεία και τους είπε:
«Έρχεστε μαζί μας, ή όχι; Έχετε 24 ώρες να σκεφθείτε!».
Ο Επίσκοπος όμως τους είπε: «Είναι πάρα πολύ μέχρι αύριο. Θα σας δώσουμε την απάντηση σε 10 λεπτά». Τότε ο Επίσκοπος στράφηκε προς τους μοναχούς και τους είπε΄ «Αδελφοί, τώρα έχετε την ευκαιρία να γίνετε Μάρτυρες για τον Χριστό. Θέλετε να ενωθείτε με τους κομουνιστές, ή θέλετε να παραδώσετε την ζωή σας για τον Χριστό και να συγκραταριθμηθήτε στην χορία των αγίων μαρτύρων; Μη φοβάστε. Ο Χριστός είναι μαζί μας. Ο Χριστός μας καλεί σ' Αυτόν!». Τότε φώναξαν όλοι ομόφωνα : «Θέλουμε να πεθάνουμε για τον Χριστόν», και στην συνέχεια τους σκότωσαν όλους. Τους πυροβολούσαν στο κεφάλι. Σε ένα μήνα, από 300-500 άτομα την ημέρα, τους εξετέλεσαν όλους και τους έθαψαν σε μια μεγάλη χαράδρα στην αυλή του Μοναστηριού. Μερικοί έσκαβαν μια τάφρο, μετά τους σκότωσαν, άλλοι τους σκέπαζαν με χώμα και έσκαβαν στη συνέχεια την τάφρο μετά και αυτούς, με την σειρά τους, τους σκότωναν, μέχρι που τους έθαψαν όλους. Τον Επίσκοπο τον σκότωσαν στο τέλος και τον έθαψαν καθισμένο σε μια μικρή καρέκλα.
Ήταν μια μαζική σφαγή των Ρώσων μοναχών από τους κομουνιστές, μοναδική στην ιστορία της σύγχρονης Εκκλησίας, για την οποία κανείς δεν λέγει τίποτε, ούτε γράφτηκε κάτι μέχρι τώρα. Εγώ είμαι ο μοναδικός ορθόδοξος ιερέας που ζω ακόμη, αυτόπτης μάρτυς στην αποκάλυψη των λειψάνων των αγίων μαρτύρων από το Οράνκι, όπου έμεινα στο στρατόπεδο ως στρατιωτικός ιερεύς μεταξύ των ετών 1942-1948. έγραψα και ένα βιβλίο, σχετικά με αυτό το γεγονός, που ονομάζεται «Οράνκι».
Στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως στο Οράνκι ήμασταν περίπου 14.00 αιχμάλωτοι πολέμου από το Στάλινγραντ, Ρουμάνοι, Γερμανοί και άλλες ευρωπαϊκές εθνότητες, και ήταν ανάγκη για αποχωρητήρια. Τότε ο διοικητής, του στρατοπέδου έβαλε μερικούς στρατιώτες να σκάψουν ένα μεγάλο λάκκο πίσω από την Εκκλησία. Σκάβοντας εκεί βρήκαν τα λείψανα αυτών των μοναχών.
Τότε μερικοί Ρουμάνοι στρατιώτες ήρθαν σ' εμένα και μου είπαν:
Πάτερ Μπεζάν, βρήκαμε μια τάφρο γεμάτη με σώματα μοναχών, πυροβολημένων στο κεφάλι, ντυμένοι σε μαύρα μοναχικά ρούχα, τι να κάνουμε;
-Συνεχίσετε να σκάβετε με προσοχή και να δούμε τι θα βρούμε ακόμη! Σε λίγο ξαναήρθαν σ' εμένα.
-Πάτερ Μπεζάν, βρήκαμε ένα ηλικιωμένον ιερέα που δεν αλλοιώθηκε, καθισμένος σε μια καρέκλα. Φαίνεται καλά που τον πυροβόλησαν στο κεφάλι΄ φοράει μια αλυσίδα με σταυρό και μια μεταλλική εικόνα της Θεοτόκου.
Αδελφοί, τους είπα, πηγαίνετε στον διοικητή του στρατοπέδου και αναφέρετε αυτά που βλέπετε, ότι εδώ συμβαίνει ένα μεγάλο θαύμα. Όλοι αυτοί οι μοναχοί, με επικεφαλής τον αναλλοίωτον Επίσκοπον είναι άγιοι, είναι μάρτυρες που σκοτώθηκαν από τους κομουνιστάς μεταξύ των ετών 1918-1920.
Πάνω σε μια μικρή καρέκλα καθόταν ένας αρχιερέας. Φορούσε ένα εγκόλπιο και ένα σταυρό. Τον σταυρό τον έκλεψαν αυτοί που έσκαβαν. Το τεμάχισαν και το μοιράσθηκαν. Το εγκόλπιο το πήρα εγώ, αλλά μου το πήρε ο διοικητής. Κάλεσε τον διοικητή εκεί, και είπε: «Αυτός γιατί ταλαιπωρείται στην καρέκλα; Βγάλτε τον από εδώ και θάψτε τον κάπου, σαν άνθρωπο!» Και με διέταξε εμένα να το κάνω αυτό.
Μίλησα στο συνεργείο του στρατοπέδου και του κάναμε μια καρέκλα από βαλανιδιά. Τον βάλαμε στην καρέκλα και τον δέσαμε. Τον ράντισα με αγιασμό, επίσης ράντισα και όλα τα άλλα λείψανα. Μετά τον κηδέψαμε αρχιερατικά, κοντά σε μια κρήνη στο προαύλιο της Μονής.
Στις 6 Αυγούστου έρχονται σ' αυτή την κρήνη οι ιερείς που πέρασαν από τις φυλακές, μερικοί ανάπηροι, που σώθηκαν ζωντανοί από τις φυλακές της Σιβηρίας και τελούν την Θεία Λειτουργία.
Με την διαταγή του διοικητή του κάναμε και ένα σκελετό από βαλανίδια, για να μην βουλιάζει. Είδα όμως ένα θαύμα. Όταν βγάλαμε έξω το αναλλοίωτο σώμα του, απλώθηκε σαν να είχε πεθάνει τότε.
Αυτό το διηγήθηκα σε δυο Ρώσους διανοουμένους, ο ένας Ρουμανικής καταγωγής, γεγονός που τους εντυπωσίασε. Κατόπιν αυτοί επήγαν στο Οράνκι να διαπιστώσουν αν οι 11.000 μάρτυρες βρίσκονται εκεί. Όμως δεν μπόρεσαν, επειδή στο Οράνκι, που ήμασταν εμείς αιχμάλωτοι, έγινε μια γυναικεία φυλακή και δεν τους επέτρεψαν να πλησιάσουν. Μετά όμως έσκαψαν λίγο και διαπίστωσαν ακριβώς αυτό που τους είπα. Βρήκαν τα λείψανα, δεν βρήκαν όμως τον αρχιερέα, επειδή δεν έσκαψαν ακριβώς πάνω στο σημείο, σύμφωνα με το σχεδιάγραμμα που τους έδωσα. Ήρθαν κατόπιν σ' εμένα και επιβεβαίωσαν αυτά που είπα.
Ο Επίσκοπος όμως τους είπε: «Είναι πάρα πολύ μέχρι αύριο. Θα σας δώσουμε την απάντηση σε 10 λεπτά». Τότε ο Επίσκοπος στράφηκε προς τους μοναχούς και τους είπε΄ «Αδελφοί, τώρα έχετε την ευκαιρία να γίνετε Μάρτυρες για τον Χριστό. Θέλετε να ενωθείτε με τους κομουνιστές, ή θέλετε να παραδώσετε την ζωή σας για τον Χριστό και να συγκραταριθμηθήτε στην χορία των αγίων μαρτύρων; Μη φοβάστε. Ο Χριστός είναι μαζί μας. Ο Χριστός μας καλεί σ' Αυτόν!». Τότε φώναξαν όλοι ομόφωνα : «Θέλουμε να πεθάνουμε για τον Χριστόν», και στην συνέχεια τους σκότωσαν όλους. Τους πυροβολούσαν στο κεφάλι. Σε ένα μήνα, από 300-500 άτομα την ημέρα, τους εξετέλεσαν όλους και τους έθαψαν σε μια μεγάλη χαράδρα στην αυλή του Μοναστηριού. Μερικοί έσκαβαν μια τάφρο, μετά τους σκότωσαν, άλλοι τους σκέπαζαν με χώμα και έσκαβαν στη συνέχεια την τάφρο μετά και αυτούς, με την σειρά τους, τους σκότωναν, μέχρι που τους έθαψαν όλους. Τον Επίσκοπο τον σκότωσαν στο τέλος και τον έθαψαν καθισμένο σε μια μικρή καρέκλα.
Ήταν μια μαζική σφαγή των Ρώσων μοναχών από τους κομουνιστές, μοναδική στην ιστορία της σύγχρονης Εκκλησίας, για την οποία κανείς δεν λέγει τίποτε, ούτε γράφτηκε κάτι μέχρι τώρα. Εγώ είμαι ο μοναδικός ορθόδοξος ιερέας που ζω ακόμη, αυτόπτης μάρτυς στην αποκάλυψη των λειψάνων των αγίων μαρτύρων από το Οράνκι, όπου έμεινα στο στρατόπεδο ως στρατιωτικός ιερεύς μεταξύ των ετών 1942-1948. έγραψα και ένα βιβλίο, σχετικά με αυτό το γεγονός, που ονομάζεται «Οράνκι».
Στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως στο Οράνκι ήμασταν περίπου 14.00 αιχμάλωτοι πολέμου από το Στάλινγραντ, Ρουμάνοι, Γερμανοί και άλλες ευρωπαϊκές εθνότητες, και ήταν ανάγκη για αποχωρητήρια. Τότε ο διοικητής, του στρατοπέδου έβαλε μερικούς στρατιώτες να σκάψουν ένα μεγάλο λάκκο πίσω από την Εκκλησία. Σκάβοντας εκεί βρήκαν τα λείψανα αυτών των μοναχών.
Τότε μερικοί Ρουμάνοι στρατιώτες ήρθαν σ' εμένα και μου είπαν:
Πάτερ Μπεζάν, βρήκαμε μια τάφρο γεμάτη με σώματα μοναχών, πυροβολημένων στο κεφάλι, ντυμένοι σε μαύρα μοναχικά ρούχα, τι να κάνουμε;
-Συνεχίσετε να σκάβετε με προσοχή και να δούμε τι θα βρούμε ακόμη! Σε λίγο ξαναήρθαν σ' εμένα.
-Πάτερ Μπεζάν, βρήκαμε ένα ηλικιωμένον ιερέα που δεν αλλοιώθηκε, καθισμένος σε μια καρέκλα. Φαίνεται καλά που τον πυροβόλησαν στο κεφάλι΄ φοράει μια αλυσίδα με σταυρό και μια μεταλλική εικόνα της Θεοτόκου.
Αδελφοί, τους είπα, πηγαίνετε στον διοικητή του στρατοπέδου και αναφέρετε αυτά που βλέπετε, ότι εδώ συμβαίνει ένα μεγάλο θαύμα. Όλοι αυτοί οι μοναχοί, με επικεφαλής τον αναλλοίωτον Επίσκοπον είναι άγιοι, είναι μάρτυρες που σκοτώθηκαν από τους κομουνιστάς μεταξύ των ετών 1918-1920.
Πάνω σε μια μικρή καρέκλα καθόταν ένας αρχιερέας. Φορούσε ένα εγκόλπιο και ένα σταυρό. Τον σταυρό τον έκλεψαν αυτοί που έσκαβαν. Το τεμάχισαν και το μοιράσθηκαν. Το εγκόλπιο το πήρα εγώ, αλλά μου το πήρε ο διοικητής. Κάλεσε τον διοικητή εκεί, και είπε: «Αυτός γιατί ταλαιπωρείται στην καρέκλα; Βγάλτε τον από εδώ και θάψτε τον κάπου, σαν άνθρωπο!» Και με διέταξε εμένα να το κάνω αυτό.
Μίλησα στο συνεργείο του στρατοπέδου και του κάναμε μια καρέκλα από βαλανιδιά. Τον βάλαμε στην καρέκλα και τον δέσαμε. Τον ράντισα με αγιασμό, επίσης ράντισα και όλα τα άλλα λείψανα. Μετά τον κηδέψαμε αρχιερατικά, κοντά σε μια κρήνη στο προαύλιο της Μονής.
Στις 6 Αυγούστου έρχονται σ' αυτή την κρήνη οι ιερείς που πέρασαν από τις φυλακές, μερικοί ανάπηροι, που σώθηκαν ζωντανοί από τις φυλακές της Σιβηρίας και τελούν την Θεία Λειτουργία.
Με την διαταγή του διοικητή του κάναμε και ένα σκελετό από βαλανίδια, για να μην βουλιάζει. Είδα όμως ένα θαύμα. Όταν βγάλαμε έξω το αναλλοίωτο σώμα του, απλώθηκε σαν να είχε πεθάνει τότε.
Αυτό το διηγήθηκα σε δυο Ρώσους διανοουμένους, ο ένας Ρουμανικής καταγωγής, γεγονός που τους εντυπωσίασε. Κατόπιν αυτοί επήγαν στο Οράνκι να διαπιστώσουν αν οι 11.000 μάρτυρες βρίσκονται εκεί. Όμως δεν μπόρεσαν, επειδή στο Οράνκι, που ήμασταν εμείς αιχμάλωτοι, έγινε μια γυναικεία φυλακή και δεν τους επέτρεψαν να πλησιάσουν. Μετά όμως έσκαψαν λίγο και διαπίστωσαν ακριβώς αυτό που τους είπα. Βρήκαν τα λείψανα, δεν βρήκαν όμως τον αρχιερέα, επειδή δεν έσκαψαν ακριβώς πάνω στο σημείο, σύμφωνα με το σχεδιάγραμμα που τους έδωσα. Ήρθαν κατόπιν σ' εμένα και επιβεβαίωσαν αυτά που είπα.
-Πότε βρήκατε τα λείψανα;
-Τα ανακάλυψα το φθινόπωρο του 1942.
-Σημαίνει ότι αυτά τα υπολείμματα είναι λείψανα αγίων ανθρώπων!
-Βέβαια. Είναι αληθινοί μάρτυρες, όπως και στον καιρό των Ρωμαϊκών διωγμών. Πολλοί είναι οι μάρτυρες της πίστεως, που σκοτώθηκαν από τους κομουνιστάς.
-Επέτρεψαν οι αρχές στους δυο νέους να πάρουν από τα λείψανα των μαρτύρων από το Οράνκι;
Όχι, τίποτα. Μόνο αυτό, να διαπιστώσουν ότι υπάρχουν. Οι αρχές έκαναν σαν να μη γνωρίζουν τίποτε. Τι τους ενδιέφερε;
Εγώ τους έστειλα σ' έναν αυτόπτη μάρτυρα, δεν ξέρω αν ζει ακόμη, ο οποίος το 1918 κατάφερε να γλυτώσει. Έγινε μυλωνάς στο δάσος στη Ταίγκα. Ονομαζόταν Θεόδοτος. Ήταν ρασοφόρος. Τον γνώρισα το 1944-1945, και όλα τα στοιχεία για αυτό το ομαδικό σκότωμα αυτός μου τα έδωσε.
-Τα ανακάλυψα το φθινόπωρο του 1942.
-Σημαίνει ότι αυτά τα υπολείμματα είναι λείψανα αγίων ανθρώπων!
-Βέβαια. Είναι αληθινοί μάρτυρες, όπως και στον καιρό των Ρωμαϊκών διωγμών. Πολλοί είναι οι μάρτυρες της πίστεως, που σκοτώθηκαν από τους κομουνιστάς.
-Επέτρεψαν οι αρχές στους δυο νέους να πάρουν από τα λείψανα των μαρτύρων από το Οράνκι;
Όχι, τίποτα. Μόνο αυτό, να διαπιστώσουν ότι υπάρχουν. Οι αρχές έκαναν σαν να μη γνωρίζουν τίποτε. Τι τους ενδιέφερε;
Εγώ τους έστειλα σ' έναν αυτόπτη μάρτυρα, δεν ξέρω αν ζει ακόμη, ο οποίος το 1918 κατάφερε να γλυτώσει. Έγινε μυλωνάς στο δάσος στη Ταίγκα. Ονομαζόταν Θεόδοτος. Ήταν ρασοφόρος. Τον γνώρισα το 1944-1945, και όλα τα στοιχεία για αυτό το ομαδικό σκότωμα αυτός μου τα έδωσε.
-Πώς τον συναντήσατε;
-Σ' ένα βαρύ χειμώνα μας έβγαλαν να κόψουμε ξύλα σ' ένα δάσος βόρεια του στρατοπέδου. Μας φύλαγαν Ρώσοι, μη στρατιωτικοί, πολιτικοί που οπλοφορούσαν. Όπως περπατούσα μέσα στο δάσος, βρήκα ένα μικρό σπίτι στην κοιλάδα ενός ρυακιού. Χτύπησα την πόρτα βγήκε ένας ηλικιωμένος Ρώσος με γένια και με ρώτησε ποιος είμαι και τι θέλω.
Του είπα ότι είμαι στο Οράνκι και ότι είμαι Ρουμάνος ορθόδοξος ιερέας. Είχε τριάντα χρόνια να δη έναν ορθόδοξο ιερέα. Ήταν μέσα στο δάσος. Εκεί στον μύλο έζησε πολύ καλά τον Χριστιανισμό. Ήμουν ένας ξένος γι' αυτόν, όμως με εμπιστεύτηκε. Ήταν απλός μοναχός και δεν μπορούσε να τελεί τα της ιεροσύνης. Είχε ένα βιβλίο από όπου διάβαζε τον κανόνα του. Ήταν πολύ πιστός. Με ερώτησε:
-Είσαι ορθόδοξος ιερέας; Και άρχισε να κλαίει.
-Ναι, του απάντησα.
-Τότε θα σου πω ένα μυστικό είμαι μοναχός από την Μονή Οράνκι. Ονομάζομαι Θεόδωρος. Το 1918, όταν ήμουν νέος, έφυγα την νύχτα, για να μην με σκοτώσουν. Έκτισα ένα σπίτι και το μύλο σ' αυτό το δάσος. Δεν συνάντησα ένα ορθόδοξο ιερέα από τότε που έφυγα από το Οράνκι! Και μου διηγήθηκε πώς σκότωσαν οι κομουνιστές τους 11.000 μάρτυρες.
-Σ' ένα βαρύ χειμώνα μας έβγαλαν να κόψουμε ξύλα σ' ένα δάσος βόρεια του στρατοπέδου. Μας φύλαγαν Ρώσοι, μη στρατιωτικοί, πολιτικοί που οπλοφορούσαν. Όπως περπατούσα μέσα στο δάσος, βρήκα ένα μικρό σπίτι στην κοιλάδα ενός ρυακιού. Χτύπησα την πόρτα βγήκε ένας ηλικιωμένος Ρώσος με γένια και με ρώτησε ποιος είμαι και τι θέλω.
Του είπα ότι είμαι στο Οράνκι και ότι είμαι Ρουμάνος ορθόδοξος ιερέας. Είχε τριάντα χρόνια να δη έναν ορθόδοξο ιερέα. Ήταν μέσα στο δάσος. Εκεί στον μύλο έζησε πολύ καλά τον Χριστιανισμό. Ήμουν ένας ξένος γι' αυτόν, όμως με εμπιστεύτηκε. Ήταν απλός μοναχός και δεν μπορούσε να τελεί τα της ιεροσύνης. Είχε ένα βιβλίο από όπου διάβαζε τον κανόνα του. Ήταν πολύ πιστός. Με ερώτησε:
-Είσαι ορθόδοξος ιερέας; Και άρχισε να κλαίει.
-Ναι, του απάντησα.
-Τότε θα σου πω ένα μυστικό είμαι μοναχός από την Μονή Οράνκι. Ονομάζομαι Θεόδωρος. Το 1918, όταν ήμουν νέος, έφυγα την νύχτα, για να μην με σκοτώσουν. Έκτισα ένα σπίτι και το μύλο σ' αυτό το δάσος. Δεν συνάντησα ένα ορθόδοξο ιερέα από τότε που έφυγα από το Οράνκι! Και μου διηγήθηκε πώς σκότωσαν οι κομουνιστές τους 11.000 μάρτυρες.
Αναμνήσεις από την περίοδο της παραμονής μου
στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως.
στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως.
Στα
ρωσικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως πέθαναν πάρα πολλοί. Εμείς τους
κουβαλούσαμε με ξύλινη φορτάμαξα. Σκάβαμε μια μεγάλη τάφρο, τους βάζαμε
εκεί και τους σκεπάζαμε με λίγο χώμα. Μετά ερχόταν άλλοι με την σειρά,
κάθε ημέρα. Μόνο μια φορά μου επέτρεψαν να τελέσω μια γενική ακολουθία
για όλους τους κεκοιμημένους. Ήταν χιλιάδες. Ετέλεσα ένα μνημόσυνο με
όσα τροπάρια της νεκρωσίμου ακολουθίας μπορούσα να θυμηθώ.
Τότε ήμουν στο στρατόπεδο Μοναστήρκα. Στην Μονή Οράνκι ήταν δυο στρατόπεδα. Το ένα με Ρώσους κρατουμένους και στο άλλο με αιχμαλώτους πολέμου. Οι Ρώσοι εκτόπισαν εκατομμύρια ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες σε όλη την Σιβηρία. Στην Ρωσική κόλαση (γούλαγκ). Έπρεπε να είσαι έτοιμος για τον θάνατο. Όλοι ήταν έτοιμοι για τον θάνατο...
Τότε ήμουν στο στρατόπεδο Μοναστήρκα. Στην Μονή Οράνκι ήταν δυο στρατόπεδα. Το ένα με Ρώσους κρατουμένους και στο άλλο με αιχμαλώτους πολέμου. Οι Ρώσοι εκτόπισαν εκατομμύρια ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες σε όλη την Σιβηρία. Στην Ρωσική κόλαση (γούλαγκ). Έπρεπε να είσαι έτοιμος για τον θάνατο. Όλοι ήταν έτοιμοι για τον θάνατο...
-Εσάς σας έσωσε ο Θεός από τον θάνατο!
-Ναι, σώθηκα με το έλεος του Θεού και είμαι ζωντανός. Πέρασα από πολλούς κινδύνους, πέρασα πολλά, αλλά γλύτωσα, και πολύ παράξενο πώς το μυαλό μου δουλεύει ακόμη καλά. Δόξα τω Θεώ για όλα.
Είναι μεγάλο πράγμα η χάρις του Θεού, μας σκεπάζει όλους, που πιστεύουμε σ' Αυτόν.
Αν ήξερες, πάτερ, πόσα κόκαλα ζώων έφαγα μόνον να μην αισθάνομαι πείνα. Την πείνα την αισθάνεσαι μέχρι την Τετάρτη ημέρα, μετά νιώθεις κάτι πολύ γλυκό στο σώμα, σαν να τρως ζάχαρη και λιποθυμάς΄ συνέχεια λιποθυμάς και γελάς μέχρι να πεθάνεις.
Σε δυο περιπτώσεις ο θάνατος δεν ήταν βαρύς, όταν σε πυροβολούσαν και όταν πέθαινες από πείνα ή παγωνιά.
Παραδείγματος χάρη, όταν μας πήγαιναν από το σταθμό μέχρι κάποιο στρατόπεδο, πηγαίναμε περίπου εκατό χιλιόμετρα από μεγάλα χιόνια μέχρι το λαιμό. Οι περισσότεροι έμειναν πίσω, γονάτισαν, προσκύνησαν καλά και φώναξαν δυνατά: «Αδελφοί, συγχωρήστε με!». Και ο Ρώσος που ήταν πίσω τον πυροβολούσε στο κεφάλι, και έμενε εκεί.
Εμείς δεν θα μπορούσαμε να αντέξουμε. Ο Θεός δίνει στον καθένα το δικό του μερίδιο. Δεν του δίνει περισσότερο απ' όσο μπορεί να αντέξει. Πιστεύετε αυτό;
Επιτρέπει και περισσότερο, αλλά του δίνει και δύναμη. Μερικές φορές αισθανόμουν τιμωρημένος, αλλά δεν γόγγυζα. Έπαιρνα πάνω μου τις αμαρτίες των άλλων.
Είμαι ευτυχής που είχα αυτή την εμπειρία. Ναι, πάτερ, ήμουν και είμαι ευτυχισμένος. Πέθαινα από την πείνα και το κρύο, αλλά ήμουν ευτυχισμένος΄ χαμογελούσα και έκλεινα τα μάτια αυτών που πέθαιναν. Ήταν γεμάτοι ψείρα και πέθαιναν από τον τύφον, ενώ εγώ δεν είχα τίποτα.
-Σας φύλαγε η χάρις του Θεού!
-Ναι, αυτό το ένιωθα. Σας το είπα. Και στον πόλεμο το ένιωσα δυο φορές, όταν μας βομβάρδισαν οι Ρώσοι. Όταν πηγαίναμε στην Βεσσαραβία, μείναμε στο μεγάλο χωριό Ισάκοβα. Ήταν Σάββατο. Κάναμε εσπερινό. Έβαλα στην εκκλησία ένα τάγμα στρατιωτών, τους εξομολόγησα και τους κοινώνησα. Άρχισαν να βομβαρδίζουν. Εγώ έμεινα στο Ιερό για να μαζεύω το αντιμήνσιο και το Άγιο Ποτήριο. Κτύπησαν και την Εκκλησία, χωρίς όμως να την νικήσουν.
-Όταν σε διώκουν είναι καλά να υπερασπίζεσαι και να δικαιολογείσαι; Ή είναι καλύτερα να υποφέρεις όλα για την αγάπη του Χριστού;
-Να υποφέρεις όλα για τον Χριστό.
-Είναι καλά να υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου μπροστά στις εκκλησιαστικές αρχές;
-Δεν έχεις τι να κάνεις με την δικαιοσύνη. Ποτέ να μην κάνεις έκκληση στην δικαιοσύνη του Θεού, αλλά στην αγαθότητα του Θεού, στην αγάπη και το έλεός Του.
Πρέπει να σκεπτώμεθα την καλοσύνη του Θεού προς εμάς και με την σειρά μας να είμαστε και εμείς καλοί με τους άλλους.
Κατ' εξοχήν αυτή είναι η βασική αρετή του Χριστιανισμού, η αγάπη, η πραότητα, η συγχωρητικότητα. Όλα θα περάσουν η αγάπη όμως θα μείνει για πάντα. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.
-Τι διαθήκη θέλετε να αφήσετε, μετά τον θάνατό σας, σ' αυτούς που σας αγαπούν;
-Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στα γεράματά του μόνον αυτά έλεγε στους μαθητές του: «Αγαπάτε αλλήλους», επειδή η αγάπη μπορεί να κατορθώσει τα πάντα, Αμήν
-Είχατε αναγκαστικό τόπο διαμονής;
-Ναι, μέχρι στις 22 Δεκεμβρίου του 1989.
-Σας έκαμναν έλεγχο στο σπίτι που μένατε;
-Είχα ένα ταγματάρχη της ασφάλειας που ήταν καθημερινά εδώ. Τους πιστούς που ερχόταν σ' εμένα τους ρωτούσε διάφορα, καμιά φορά τους έδιωχνε.
-Τα γράμματά σας τα διάβαζαν;
-Ναι, μου τα έλεγχαν όλα. Αυτοί από το Ιάσιο με έβριζαν και με κτυπούσαν. Δεν ήταν χριστιανοί. Αυτός από το Χιρλάου ήταν καλός. Έκαμνε τακτικά τις αναφορές του. Μια νύκτα μετά την επανάσταση μου έδειξε τους φακέλους. Περιείχαν τις δηλώσεις των γνωστών και των εντοπίων. Τους συγχώρησα όλους. Προσεύχομαι γι' αυτούς, να μην τους υπολογίσει ο Θεός αυτή την αμαρτία. Τους είπα, όταν τους συνάντησα: «Αδελφοί, εγώ σας συγχώρησα όλους, και ο Θεός να σας συγχωρήσει».
-Μας είπατε ότι την νύκτα στις 21-22 Δεκεμβρίου του 1989 κρύφτηκαν εδώ σ' εσάς οι άνθρωποι της ασφάλειας.
-Ναι, ήρθαν το πρωί. Ήταν ο συνταγματάρχης από το Ιάσιο μαζί με δυο ταγματάρχες, που ήταν Εβραίοι. Αυτοί με κατεδίωξαν πιο πολύ. Μίλησαν μαζί μου και ζήτησαν συγνώμη. Ειλικρινά τους συγχώρησα.
Ευχαριστώ τον Θεό που βρέθηκα σ' αυτές τις δοκιμασίες και βγήκα με την συνείδηση καθαρή. Δεν έχω τίποτα στην συνείδησή μου παρά μόνο τις προσωπικές μου αμαρτίες.
-Ποιο είναι το μυστικό για να βγεις ωφελημένος από αυτούς τους διωγμούς;
-Περνάς πολύ εύκολα, όταν πιστεύεις στον Θεό. Ποτέ δεν μπορούσα να αμφιβάλω στην ύπαρξη του Θεού.
Στις φυλακές με χτυπούσαν. Ήμουν συνηθισμένος με την δουλειά από τα ρωσικά στρατόπεδα. Πρέπει να δέχεσαι την ταλαιπωρία. Αν δεν την δέχεσαι και μουρμουρίζεις, εναντιώνεσαι στον Χριστό και η ταλαιπωρία είναι μάταια. Με την χάρη του Θεού δεν νιώθεις τίποτα, δεν σε πονάει τίποτα. Είναι κάποιος που στέκεται δίπλα σου. Δούλεψα και σε ορυχείο και σε διώρυγα και δεν έπαθα τίποτα. Πάντα έδιδα μια ελπίδα και στους άλλους.
Από το βιβλίο "Η ΧΑΡΑ ΤΗΣ ΤΑΛΑΙΠΩΡΙΑΣ" του μαρτυρικού ιερέως Δημητρίου Μπεζάν-Ναι, σώθηκα με το έλεος του Θεού και είμαι ζωντανός. Πέρασα από πολλούς κινδύνους, πέρασα πολλά, αλλά γλύτωσα, και πολύ παράξενο πώς το μυαλό μου δουλεύει ακόμη καλά. Δόξα τω Θεώ για όλα.
Είναι μεγάλο πράγμα η χάρις του Θεού, μας σκεπάζει όλους, που πιστεύουμε σ' Αυτόν.
Αν ήξερες, πάτερ, πόσα κόκαλα ζώων έφαγα μόνον να μην αισθάνομαι πείνα. Την πείνα την αισθάνεσαι μέχρι την Τετάρτη ημέρα, μετά νιώθεις κάτι πολύ γλυκό στο σώμα, σαν να τρως ζάχαρη και λιποθυμάς΄ συνέχεια λιποθυμάς και γελάς μέχρι να πεθάνεις.
Σε δυο περιπτώσεις ο θάνατος δεν ήταν βαρύς, όταν σε πυροβολούσαν και όταν πέθαινες από πείνα ή παγωνιά.
Παραδείγματος χάρη, όταν μας πήγαιναν από το σταθμό μέχρι κάποιο στρατόπεδο, πηγαίναμε περίπου εκατό χιλιόμετρα από μεγάλα χιόνια μέχρι το λαιμό. Οι περισσότεροι έμειναν πίσω, γονάτισαν, προσκύνησαν καλά και φώναξαν δυνατά: «Αδελφοί, συγχωρήστε με!». Και ο Ρώσος που ήταν πίσω τον πυροβολούσε στο κεφάλι, και έμενε εκεί.
Εμείς δεν θα μπορούσαμε να αντέξουμε. Ο Θεός δίνει στον καθένα το δικό του μερίδιο. Δεν του δίνει περισσότερο απ' όσο μπορεί να αντέξει. Πιστεύετε αυτό;
Επιτρέπει και περισσότερο, αλλά του δίνει και δύναμη. Μερικές φορές αισθανόμουν τιμωρημένος, αλλά δεν γόγγυζα. Έπαιρνα πάνω μου τις αμαρτίες των άλλων.
Είμαι ευτυχής που είχα αυτή την εμπειρία. Ναι, πάτερ, ήμουν και είμαι ευτυχισμένος. Πέθαινα από την πείνα και το κρύο, αλλά ήμουν ευτυχισμένος΄ χαμογελούσα και έκλεινα τα μάτια αυτών που πέθαιναν. Ήταν γεμάτοι ψείρα και πέθαιναν από τον τύφον, ενώ εγώ δεν είχα τίποτα.
-Σας φύλαγε η χάρις του Θεού!
-Ναι, αυτό το ένιωθα. Σας το είπα. Και στον πόλεμο το ένιωσα δυο φορές, όταν μας βομβάρδισαν οι Ρώσοι. Όταν πηγαίναμε στην Βεσσαραβία, μείναμε στο μεγάλο χωριό Ισάκοβα. Ήταν Σάββατο. Κάναμε εσπερινό. Έβαλα στην εκκλησία ένα τάγμα στρατιωτών, τους εξομολόγησα και τους κοινώνησα. Άρχισαν να βομβαρδίζουν. Εγώ έμεινα στο Ιερό για να μαζεύω το αντιμήνσιο και το Άγιο Ποτήριο. Κτύπησαν και την Εκκλησία, χωρίς όμως να την νικήσουν.
-Όταν σε διώκουν είναι καλά να υπερασπίζεσαι και να δικαιολογείσαι; Ή είναι καλύτερα να υποφέρεις όλα για την αγάπη του Χριστού;
-Να υποφέρεις όλα για τον Χριστό.
-Είναι καλά να υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου μπροστά στις εκκλησιαστικές αρχές;
-Δεν έχεις τι να κάνεις με την δικαιοσύνη. Ποτέ να μην κάνεις έκκληση στην δικαιοσύνη του Θεού, αλλά στην αγαθότητα του Θεού, στην αγάπη και το έλεός Του.
Πρέπει να σκεπτώμεθα την καλοσύνη του Θεού προς εμάς και με την σειρά μας να είμαστε και εμείς καλοί με τους άλλους.
Κατ' εξοχήν αυτή είναι η βασική αρετή του Χριστιανισμού, η αγάπη, η πραότητα, η συγχωρητικότητα. Όλα θα περάσουν η αγάπη όμως θα μείνει για πάντα. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.
-Τι διαθήκη θέλετε να αφήσετε, μετά τον θάνατό σας, σ' αυτούς που σας αγαπούν;
-Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στα γεράματά του μόνον αυτά έλεγε στους μαθητές του: «Αγαπάτε αλλήλους», επειδή η αγάπη μπορεί να κατορθώσει τα πάντα, Αμήν
-Είχατε αναγκαστικό τόπο διαμονής;
-Ναι, μέχρι στις 22 Δεκεμβρίου του 1989.
-Σας έκαμναν έλεγχο στο σπίτι που μένατε;
-Είχα ένα ταγματάρχη της ασφάλειας που ήταν καθημερινά εδώ. Τους πιστούς που ερχόταν σ' εμένα τους ρωτούσε διάφορα, καμιά φορά τους έδιωχνε.
-Τα γράμματά σας τα διάβαζαν;
-Ναι, μου τα έλεγχαν όλα. Αυτοί από το Ιάσιο με έβριζαν και με κτυπούσαν. Δεν ήταν χριστιανοί. Αυτός από το Χιρλάου ήταν καλός. Έκαμνε τακτικά τις αναφορές του. Μια νύκτα μετά την επανάσταση μου έδειξε τους φακέλους. Περιείχαν τις δηλώσεις των γνωστών και των εντοπίων. Τους συγχώρησα όλους. Προσεύχομαι γι' αυτούς, να μην τους υπολογίσει ο Θεός αυτή την αμαρτία. Τους είπα, όταν τους συνάντησα: «Αδελφοί, εγώ σας συγχώρησα όλους, και ο Θεός να σας συγχωρήσει».
-Μας είπατε ότι την νύκτα στις 21-22 Δεκεμβρίου του 1989 κρύφτηκαν εδώ σ' εσάς οι άνθρωποι της ασφάλειας.
-Ναι, ήρθαν το πρωί. Ήταν ο συνταγματάρχης από το Ιάσιο μαζί με δυο ταγματάρχες, που ήταν Εβραίοι. Αυτοί με κατεδίωξαν πιο πολύ. Μίλησαν μαζί μου και ζήτησαν συγνώμη. Ειλικρινά τους συγχώρησα.
Ευχαριστώ τον Θεό που βρέθηκα σ' αυτές τις δοκιμασίες και βγήκα με την συνείδηση καθαρή. Δεν έχω τίποτα στην συνείδησή μου παρά μόνο τις προσωπικές μου αμαρτίες.
-Ποιο είναι το μυστικό για να βγεις ωφελημένος από αυτούς τους διωγμούς;
-Περνάς πολύ εύκολα, όταν πιστεύεις στον Θεό. Ποτέ δεν μπορούσα να αμφιβάλω στην ύπαρξη του Θεού.
Στις φυλακές με χτυπούσαν. Ήμουν συνηθισμένος με την δουλειά από τα ρωσικά στρατόπεδα. Πρέπει να δέχεσαι την ταλαιπωρία. Αν δεν την δέχεσαι και μουρμουρίζεις, εναντιώνεσαι στον Χριστό και η ταλαιπωρία είναι μάταια. Με την χάρη του Θεού δεν νιώθεις τίποτα, δεν σε πονάει τίποτα. Είναι κάποιος που στέκεται δίπλα σου. Δούλεψα και σε ορυχείο και σε διώρυγα και δεν έπαθα τίποτα. Πάντα έδιδα μια ελπίδα και στους άλλους.
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" Θεσσαλονίκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου