(ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΟΥ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΣΤΙΣ 20-24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004 ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ ΤΟΥ Α.Π.Θ.)
Ιερομόναχος Βησσαρίων - Ιεροδιάκονος Λεόντιος1
Ι. Μ. Αρχαγγέλων Νεάμτς
Ι. Μ. Αρχαγγέλων Νεάμτς
Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΡΟΥΜΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΟΥ
ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΟΥ
Παραμένοντες σταθεροί εις την πίστιν των Αγίων Πατέρων της Ορθοδοξίας, γινόμεθα σήμερον φορείς του λόγου των περισσοτέρων μοναχών και μοναζουσών της Ρουμανίας, οι οποίοι είναι κατά του Οικουμενισμού, μεταφέροντες την επιθυμίαν ενότητος εις την Ορθοδοξίαν και της αληθινής μαρτυρίας των Αποστολικών Παραδόσεων των Αγίων Πατέρων, δια να παρουσιάσωμεν εις τους Ορθοδόξους πιστούς απανταχού της Οικουμένης, ότι η αίρεσις του Οικουμενισμού επιδιώκει να υποσκάψη την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν.
Η υποκρισία δια της οποίας ριζώνεται ημέραν καθ' ημέραν εις την ζωήν μας η νοοτροπία της νέας εποχής είναι απερίγραπτος. Υπό την μάσκαν της ανθρωποκεντρικής αγάπης και όχι της αγάπης του Χριστοκεντρικού Ουμανισμού, ο Οικουμενισμός, δια μέσου της προαγωγής του συγκρητισμού, του θρησκευτικού σοσιαλισμού και των συμπροσευχών μετ' άλλων θρησκειών και Χριστιανικών ομολογιών, επιθυμεί, ένεκα της μεγάλης ταύτης αποστασίας, να εγκαθιδρύση την βασιλείαν του Αντιχρίστου επί της γης. Ο μεγαλύτερος πειρασμός είναι ότι το πονηρόν πνεύμα επιζητεί διακαώς να αποσπάση ημάς εκ της Ορθοδοξίας και να μας κάνη εργάτας του νέου βαβυλωνιακού ναού, δια την υλιστικήν βασιλείαν του Αντιχρίστου αυτού του κόσμου.
Πριν να κάνωμε την οποιανδήποτε κρίσιν εις τα της Πίστεως, πρέπει να μη παραθεωρήσωμεν τας μαρτυρίας των προγόνων ημών, οι οποίοι εγνώριζον να διεξάγουν «τον καλόν αγώνα» και να νικούν μέχρι το τέλος: Οι Άγιοι Προφήται, Ευαγγελισταί, Απόστολοι, Ιεράρχαι, Ομολογηταί, Μάρτυρες και Όσιοι δια μέσου των αιώνων και από κάθε τόπον, ομοφώνως ομολογούν δια την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, ότι είναι η Νύμφη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η Κιβωτός της σωτηρίας.
Πιστεύοντες ακραδάντως όλα τα ανωτέρω, ήλθομεν και ημείς από την Ρουμανίαν, ως εκπρόσωποι του Ορθοδόξου μοναχισμού μας, να παρουσιάσωμεν με σαφήνειαν πώς εκδηλώνεται ο Οικουμενισμός εις την Ρουμανίαν και να εύρωμεν τας ρίζας δια των οποίων εφύτρωσε και εβλάστησεν αυτό το αιρετικόν δένδρον επάνω εις τα τείχη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Βάσει ιστορικών δεδομένων η επίσημος και «νόμιμος» προσχώρησις της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρουμανίας εις το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών εγένετο το 1964, μαζί με άλλας Εκκλησίας, οι οποίες ήσαν υπό την αιχμαλωσίαν του μεσουρανούντος τότε κομμουνιστικού καθεστώτος. «Όμως δια να έχωμεν μίαν καθαράν εικόνα του παρόντος, θα παρουσιάσωμεν ενώπιόν σας τους ουσιαστικούς παράγοντας, οι οποίοι ώθησαν την Ορθόδοξον Ρουμανικήν Εκκλησίαν δια να πάρη την απόφασιν εντάξεώς της εις το Παγκόσμιον Συμβούλιον των Εκκλησιών. Κατ' αυτόν τον τρόπον θα ημπορέσωμεν να ίδωμεν αντικειμενικώς και αμερολήπτως την σημερινήν κατάστασιν του Οικουμενισμού εις την Ρουμανίαν.
Η περίοδος από του 13ου έως και του 18ου αιώνος θεωρείται δια την Ρουμανικήν Ορθοδοξίαν ο χρυσούς αυτής αιών, καθ' όσον σειρά ευσεβών ορθοδόξων Ηγεμόνων ηγωνίσθησαν εις το πλευρόν του Κλήρου δια την προστασίαν της Εκκλησίας και την διαφύλαξιν του Χριστιανικού μας γένους από την υποδούλωσιν εις τους Τούρκους και εις τους Λατίνους. Αυτό συνέβη διότι η αγάπη τους προς το Έθνος ήτο η ίδια με την αγάπην προς τον Χριστόν και την Εκκλησίαν. Επί πλέον η ζωή τους ήτο ένα υποδειγματικόν παράδειγμα και μία ορθόδοξος μαρτυρία της εν Χριστώ ζωής, η οποία παραμένει ζωντανή μέχρι σήμερον εις την συνείδησιν των ορθοδόξων Χριστιανών της χώρας μας.
Όμως οι μεγαλύτερες μεταβολές επάνω εις τα εκκλησιαστικά πράγματα εσημειώθησαν εις το μέσον του 19ου αιώνος, δια των ρουμάνων «διαφωτιστών», οι οποίοι όντες ρουμάνοι ορθόδοξοι μετέβησαν εις την Δύσιν, εισήλθον εις τας τάξεις της μασονίας, εσπούδασαν εις τας σχολάς της Αναγεννήσεως και επιστρέφοντες εις την Ρουμανίαν έφερον το ουμανιστικόν πνεύμα της Δύσεως. Το πνεύμα τούτο ήτο και είναι καταφανώς εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού, το οποίον παντοιοτρόπως την πολεμεί με σκοπόν να την απομακρύνη από τας Πατερικάς της Παραδόσεις και τον πλούτον της Θεολογίας της.
Η επικράτησις του Κομμουνισμού εις την Ρωσίαν είχεν ως αποτέλεσμα, βάσει της κοσμοθεωρίας του περί παγκοσμίου εξαπλώσεώς του, και την υποταγήν της Ρουμανικής χώρας το έτος 1945. Τούτο επετεύχθη δια του βιαίου αφανισμού των υπαρχόντων πολιτικών κομμάτων της χώρας μας και δια της επιβολής δια μαχητικών μέσων ενός σοσιαλιστικού αθεϊστικού καθεστώτος, το οποίον περιώρισεν εις το ελάχιστον την κάθε δραστηριότητα της Εκκλησίας. Μετά 44 έτη κομμουνιστικής ιδεολογίας και πρακτικής εις την Ρουμανίαν, η Ορθόδοξος Εκκλησία μας εξήλθε τετραυματισμένη μεν, αλλά κραταιώς διατηρούσα την Πίστιν του Ευαγγελίου και ακμαίον το θρησκευτικόν φρόνημα του λαού μας.
Κατά την σκοτεινήν αυτήν περίοδον εδιώχθησαν από τα Ιερά Θυσιαστήριά των και βιαίως αποσχηματισθέντες ενεκλείσθησαν εις τας φύλακας χιλιάδες Κληρικών: Αρχιερείς, ιερείς, μοναχοί και ευσεβείς Χριστιανοί. Δια μέσου των προσευχών και των θυσιών αυτών των συγχρόνων μαρτύρων της Πίστεώς μας η Εκκλησία άντεξε και επέζησε, παρά τας ποικίλας δοκιμασίας της. Όμως η μεγάλη μάζα του λαού εδέχθη πλήρως «τας ευεργεσίας της δικτατορίας» δια συστηματικής διδασκαλίας του αθεϊσμού, συνεχών προπαγανδιστικών συνεδριάσεων της κομμουνιστικής ηγεσίας και υπό το ανύστακτον όμμα της ανελεήτου μυστικής αστυνομίας (securitate).
Δυστυχώς, η στρατηγική των επισήμων εκπροσώπων της Εκκλησίας εις την μάχην αυτήν απεδείχθη ουτοπία, διότι τα ανοίγματά των προς παρεκκλησιαστικούς και θρησκευτικούς οργανισμούς της Δύσεως απεμάκρυναν την Εκκλησίαν από την παραδοσιακήν της γραμμήν. Δια τούτο εδημιουργήθη εκ μέρους του λαού μία αποκρουστική νοοτροπία εις βάρος του Κομμουνισμού και ταυτοχρόνως μία άλλη απατηλή νοοτροπία, ότι κάθε τι το οποίον προέρχεται από την Δύσιν είναι καλόν και ευπρόσδεκτον. Επάνω εις αυτήν την νοοτροπίαν εξεκίνησαν αι πρώται επαφαί των Πατριαρχών της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας, εις την αρχήν προσωπικαί και κατόπιν επίσημοι, με τον πρίγκηπα του Βατικανού και εκπροσώπους του, κατόπιν η ανάπτυξις διεκκλησιαστικών σχέσεων με τους Αγγλικανούς και τας ομάδας του Προτεσταντισμού. Τότε το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών ενεφανίσθη ωσάν μία γέφυρα αναγνωρίσεως των ορθοδόξων αξιών, αι οποίαι εδιώκοντο και υποτάσσοντο εις το πνεύμα της εκκοσμικεύσεως του κομμουνιστικού κατεστημένου. Ούτως, η Δύσις με όλην την αποστασίαν της εσήμαινε ελευθερίαν δια την Ορθόδοξον Ρουμανίαν, η οποία εστέναζε κάτω από τον αθεϊστικόν ζυγόν του Κομμουνισμού.
Από του έτους 1990 ήρχισεν η περίοδος της καταπαύσεως των διωγμών, χωρίς τούτο να σημαίνη ότι η Εκκλησία απηλευθερώθη παντελώς, διότι εισήλθον μέσα εις την χώραν μας οι παντός είδους αιρέσεις. Το νέον δημοκρατικόν κράτος της Ρουμανίας, όπως ονομάζεται, ελησμόνησε τους αγωνιστάς και μάρτυρας της Εκκλησίας και της Πατρίδος, ακόμη μέχρι σήμερον. Αυτό το γεγονός δείχνει ότι το κομμουνιστικόν πνεύμα προεκάλεσε σοβαράς δυσκολίας δια την κατανόησιν και την βίωσιν της Ορθοδόξου Πίστεώς μας. Όμως, μέσα εις αυτήν την παραζάλην του διωγμού, η Πίστις διεφυλάχθη ως ιερά παρακαταθήκη από τον ευσεβή ρουμανικόν λαόν μας, ο οποίος αντιπαρετέθη εις τον πόλεμον αυτόν, της ζωής και του θανάτου, με το «κόκκινον θηρίον», το οποίον και ενίκησε με την δύναμιν του Χριστού.
Δι' αυτό, δι' ημάς τους ρουμάνους Ορθοδόξους, ο Οικουμενισμός έχει την ρίζαν του εις τον ιδεαλισμόν του κομμουνιστικού σοσιαλισμού, ο οποίος εις την εποχήν του επολέμησε δια μίαν ουτοπίαν. Συμφώνως μ' αυτήν την ουτοπίαν η ευτυχία της ανθρωπότητος θα ήτο τελεία όταν όλαι αι ταξικαί, φυλετικαί και θρησκευτικαί διαφοραί θα είχον εξαφανισθή. Όλη αυτή η πλύσις εγκεφάλου της κομμουνιστικής περιόδου ήτο δυνατή εις τους υιούς της αποστασίας και η παρουσία των ιδεών τους προσεφέρετο με το ένδυμα της δημοκρατικής ελευθερίας. Σήμερον ο Οικουμενισμός αντικαθιστά τον Κομμουνισμόν και το επιτυγχάνει αυτό με μεγάλην επιτυχίαν, αλλά το τίμημα το οποίον πληρώνει η Ορθόδοξος Ρουμανική Εκκλησία δια της ανοχής και της συγκαταβάσεώς της είναι τεράστιον:
Η υποκρισία δια της οποίας ριζώνεται ημέραν καθ' ημέραν εις την ζωήν μας η νοοτροπία της νέας εποχής είναι απερίγραπτος. Υπό την μάσκαν της ανθρωποκεντρικής αγάπης και όχι της αγάπης του Χριστοκεντρικού Ουμανισμού, ο Οικουμενισμός, δια μέσου της προαγωγής του συγκρητισμού, του θρησκευτικού σοσιαλισμού και των συμπροσευχών μετ' άλλων θρησκειών και Χριστιανικών ομολογιών, επιθυμεί, ένεκα της μεγάλης ταύτης αποστασίας, να εγκαθιδρύση την βασιλείαν του Αντιχρίστου επί της γης. Ο μεγαλύτερος πειρασμός είναι ότι το πονηρόν πνεύμα επιζητεί διακαώς να αποσπάση ημάς εκ της Ορθοδοξίας και να μας κάνη εργάτας του νέου βαβυλωνιακού ναού, δια την υλιστικήν βασιλείαν του Αντιχρίστου αυτού του κόσμου.
Πριν να κάνωμε την οποιανδήποτε κρίσιν εις τα της Πίστεως, πρέπει να μη παραθεωρήσωμεν τας μαρτυρίας των προγόνων ημών, οι οποίοι εγνώριζον να διεξάγουν «τον καλόν αγώνα» και να νικούν μέχρι το τέλος: Οι Άγιοι Προφήται, Ευαγγελισταί, Απόστολοι, Ιεράρχαι, Ομολογηταί, Μάρτυρες και Όσιοι δια μέσου των αιώνων και από κάθε τόπον, ομοφώνως ομολογούν δια την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, ότι είναι η Νύμφη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η Κιβωτός της σωτηρίας.
Πιστεύοντες ακραδάντως όλα τα ανωτέρω, ήλθομεν και ημείς από την Ρουμανίαν, ως εκπρόσωποι του Ορθοδόξου μοναχισμού μας, να παρουσιάσωμεν με σαφήνειαν πώς εκδηλώνεται ο Οικουμενισμός εις την Ρουμανίαν και να εύρωμεν τας ρίζας δια των οποίων εφύτρωσε και εβλάστησεν αυτό το αιρετικόν δένδρον επάνω εις τα τείχη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Βάσει ιστορικών δεδομένων η επίσημος και «νόμιμος» προσχώρησις της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρουμανίας εις το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών εγένετο το 1964, μαζί με άλλας Εκκλησίας, οι οποίες ήσαν υπό την αιχμαλωσίαν του μεσουρανούντος τότε κομμουνιστικού καθεστώτος. «Όμως δια να έχωμεν μίαν καθαράν εικόνα του παρόντος, θα παρουσιάσωμεν ενώπιόν σας τους ουσιαστικούς παράγοντας, οι οποίοι ώθησαν την Ορθόδοξον Ρουμανικήν Εκκλησίαν δια να πάρη την απόφασιν εντάξεώς της εις το Παγκόσμιον Συμβούλιον των Εκκλησιών. Κατ' αυτόν τον τρόπον θα ημπορέσωμεν να ίδωμεν αντικειμενικώς και αμερολήπτως την σημερινήν κατάστασιν του Οικουμενισμού εις την Ρουμανίαν.
Η περίοδος από του 13ου έως και του 18ου αιώνος θεωρείται δια την Ρουμανικήν Ορθοδοξίαν ο χρυσούς αυτής αιών, καθ' όσον σειρά ευσεβών ορθοδόξων Ηγεμόνων ηγωνίσθησαν εις το πλευρόν του Κλήρου δια την προστασίαν της Εκκλησίας και την διαφύλαξιν του Χριστιανικού μας γένους από την υποδούλωσιν εις τους Τούρκους και εις τους Λατίνους. Αυτό συνέβη διότι η αγάπη τους προς το Έθνος ήτο η ίδια με την αγάπην προς τον Χριστόν και την Εκκλησίαν. Επί πλέον η ζωή τους ήτο ένα υποδειγματικόν παράδειγμα και μία ορθόδοξος μαρτυρία της εν Χριστώ ζωής, η οποία παραμένει ζωντανή μέχρι σήμερον εις την συνείδησιν των ορθοδόξων Χριστιανών της χώρας μας.
Όμως οι μεγαλύτερες μεταβολές επάνω εις τα εκκλησιαστικά πράγματα εσημειώθησαν εις το μέσον του 19ου αιώνος, δια των ρουμάνων «διαφωτιστών», οι οποίοι όντες ρουμάνοι ορθόδοξοι μετέβησαν εις την Δύσιν, εισήλθον εις τας τάξεις της μασονίας, εσπούδασαν εις τας σχολάς της Αναγεννήσεως και επιστρέφοντες εις την Ρουμανίαν έφερον το ουμανιστικόν πνεύμα της Δύσεως. Το πνεύμα τούτο ήτο και είναι καταφανώς εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού, το οποίον παντοιοτρόπως την πολεμεί με σκοπόν να την απομακρύνη από τας Πατερικάς της Παραδόσεις και τον πλούτον της Θεολογίας της.
Η επικράτησις του Κομμουνισμού εις την Ρωσίαν είχεν ως αποτέλεσμα, βάσει της κοσμοθεωρίας του περί παγκοσμίου εξαπλώσεώς του, και την υποταγήν της Ρουμανικής χώρας το έτος 1945. Τούτο επετεύχθη δια του βιαίου αφανισμού των υπαρχόντων πολιτικών κομμάτων της χώρας μας και δια της επιβολής δια μαχητικών μέσων ενός σοσιαλιστικού αθεϊστικού καθεστώτος, το οποίον περιώρισεν εις το ελάχιστον την κάθε δραστηριότητα της Εκκλησίας. Μετά 44 έτη κομμουνιστικής ιδεολογίας και πρακτικής εις την Ρουμανίαν, η Ορθόδοξος Εκκλησία μας εξήλθε τετραυματισμένη μεν, αλλά κραταιώς διατηρούσα την Πίστιν του Ευαγγελίου και ακμαίον το θρησκευτικόν φρόνημα του λαού μας.
Κατά την σκοτεινήν αυτήν περίοδον εδιώχθησαν από τα Ιερά Θυσιαστήριά των και βιαίως αποσχηματισθέντες ενεκλείσθησαν εις τας φύλακας χιλιάδες Κληρικών: Αρχιερείς, ιερείς, μοναχοί και ευσεβείς Χριστιανοί. Δια μέσου των προσευχών και των θυσιών αυτών των συγχρόνων μαρτύρων της Πίστεώς μας η Εκκλησία άντεξε και επέζησε, παρά τας ποικίλας δοκιμασίας της. Όμως η μεγάλη μάζα του λαού εδέχθη πλήρως «τας ευεργεσίας της δικτατορίας» δια συστηματικής διδασκαλίας του αθεϊσμού, συνεχών προπαγανδιστικών συνεδριάσεων της κομμουνιστικής ηγεσίας και υπό το ανύστακτον όμμα της ανελεήτου μυστικής αστυνομίας (securitate).
Δυστυχώς, η στρατηγική των επισήμων εκπροσώπων της Εκκλησίας εις την μάχην αυτήν απεδείχθη ουτοπία, διότι τα ανοίγματά των προς παρεκκλησιαστικούς και θρησκευτικούς οργανισμούς της Δύσεως απεμάκρυναν την Εκκλησίαν από την παραδοσιακήν της γραμμήν. Δια τούτο εδημιουργήθη εκ μέρους του λαού μία αποκρουστική νοοτροπία εις βάρος του Κομμουνισμού και ταυτοχρόνως μία άλλη απατηλή νοοτροπία, ότι κάθε τι το οποίον προέρχεται από την Δύσιν είναι καλόν και ευπρόσδεκτον. Επάνω εις αυτήν την νοοτροπίαν εξεκίνησαν αι πρώται επαφαί των Πατριαρχών της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας, εις την αρχήν προσωπικαί και κατόπιν επίσημοι, με τον πρίγκηπα του Βατικανού και εκπροσώπους του, κατόπιν η ανάπτυξις διεκκλησιαστικών σχέσεων με τους Αγγλικανούς και τας ομάδας του Προτεσταντισμού. Τότε το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών ενεφανίσθη ωσάν μία γέφυρα αναγνωρίσεως των ορθοδόξων αξιών, αι οποίαι εδιώκοντο και υποτάσσοντο εις το πνεύμα της εκκοσμικεύσεως του κομμουνιστικού κατεστημένου. Ούτως, η Δύσις με όλην την αποστασίαν της εσήμαινε ελευθερίαν δια την Ορθόδοξον Ρουμανίαν, η οποία εστέναζε κάτω από τον αθεϊστικόν ζυγόν του Κομμουνισμού.
Από του έτους 1990 ήρχισεν η περίοδος της καταπαύσεως των διωγμών, χωρίς τούτο να σημαίνη ότι η Εκκλησία απηλευθερώθη παντελώς, διότι εισήλθον μέσα εις την χώραν μας οι παντός είδους αιρέσεις. Το νέον δημοκρατικόν κράτος της Ρουμανίας, όπως ονομάζεται, ελησμόνησε τους αγωνιστάς και μάρτυρας της Εκκλησίας και της Πατρίδος, ακόμη μέχρι σήμερον. Αυτό το γεγονός δείχνει ότι το κομμουνιστικόν πνεύμα προεκάλεσε σοβαράς δυσκολίας δια την κατανόησιν και την βίωσιν της Ορθοδόξου Πίστεώς μας. Όμως, μέσα εις αυτήν την παραζάλην του διωγμού, η Πίστις διεφυλάχθη ως ιερά παρακαταθήκη από τον ευσεβή ρουμανικόν λαόν μας, ο οποίος αντιπαρετέθη εις τον πόλεμον αυτόν, της ζωής και του θανάτου, με το «κόκκινον θηρίον», το οποίον και ενίκησε με την δύναμιν του Χριστού.
Δι' αυτό, δι' ημάς τους ρουμάνους Ορθοδόξους, ο Οικουμενισμός έχει την ρίζαν του εις τον ιδεαλισμόν του κομμουνιστικού σοσιαλισμού, ο οποίος εις την εποχήν του επολέμησε δια μίαν ουτοπίαν. Συμφώνως μ' αυτήν την ουτοπίαν η ευτυχία της ανθρωπότητος θα ήτο τελεία όταν όλαι αι ταξικαί, φυλετικαί και θρησκευτικαί διαφοραί θα είχον εξαφανισθή. Όλη αυτή η πλύσις εγκεφάλου της κομμουνιστικής περιόδου ήτο δυνατή εις τους υιούς της αποστασίας και η παρουσία των ιδεών τους προσεφέρετο με το ένδυμα της δημοκρατικής ελευθερίας. Σήμερον ο Οικουμενισμός αντικαθιστά τον Κομμουνισμόν και το επιτυγχάνει αυτό με μεγάλην επιτυχίαν, αλλά το τίμημα το οποίον πληρώνει η Ορθόδοξος Ρουμανική Εκκλησία δια της ανοχής και της συγκαταβάσεώς της είναι τεράστιον:
- ο Κομμουνισμός έφερε την τρομοκρατίαν και την καταπίεσιν, ενώ ο Οικουμενισμός έρχεται με την ελευθερίαν, την θρησκευτικήν ανοχήν και την δογματικήν ανανέωσιν.
- ο Κομμουνισμός ηρνήθη τον Χριστόν, ενώ ο Οικουμενισμός συγκεντρώνει όλους τους θεούς του κόσμου.
- ο Κομμουνισμός προσεπάθησε να αποδιοργανώση και να εξολοθρεύση την Εκκλησίαν, ενώ ο Οικουμενισμός κτίζει εξ υπαρχής μίαν καινούργιαν εκκλησίαν, η οποία είναι ένα μωσαϊκόν όλων των ψευδοεκκλησιών.
- ο Κομμουνισμός ήτο δαιμονικός, ενώ ο Οικουμενισμός είναι αντίχριστος.
Εις την Ρουμανίαν ο Οικουμενισμός έρχεται με την αυταπάτην της ανανεώσεως και της δήθεν απολεσθείσης ενότητος και μεταμοσχεύεται επάνω εις τας κομμουνιστικάς νοοτροπίας βασικών υποστηρικτών, οι οποίοι είναι οι πολιτικοί ηγέται και μερικά υψηλώς ιστάμενα εκκλησιαστικά πρόσωπα. Τα πρόσωπα αυτά βλέπουν την Εκκλησίαν ωσάν κάποιο θρησκευτικόν κόμμα με χριστιανικόν προσανατολισμόν ή ως μίαν προσωπικήν ιδιοκτησίαν. Σαφέστερα, η Εκκλησία είναι δι' αυτούς ένα ίδρυμα, μέσα εις το οποίον η αντιοικουμενιστική αντίληψις θεωρείται αμάρτημα ανυπακοής, δηλαδή καταπάτησις των νόμων του Κόμματος, παρεκτροπή, η οποία τιμωρείται δια των μεθόδων της κομμουνιστικής ιδεολογίας.
Όμως η ιστορία επαναλαμβάνεται. Η αρχή έγινε το 1994, όταν με επίσημες εκκλησιαστικές αποφάσεις εξεκίνησεν οικουμενιστική προπαγάνδα εις μερικάς θεολογικάς σχολάς της Ρουμανίας και δια των μέσων μαζικής ενημερώσεως δια την πλύσιν εγκεφάλου των λαϊκών μαζών.
Συγκεκριμένως, οι καρποί του ρουμανικού Οικουμενισμού φαίνονται και από την υπογραφήν της συμφωνίας του Μπαλαμάντ του Λιβάνου το 1994, όταν άνευ περιστροφών αποκαλύπτωνται ποιοι είναι εκείνοι, οι οποίοι ομολογούν την αποστασίαν των από τα δόγματα της Ορθοδόξου αληθινής Πίστεώς μας, τί επιδιώκουν και πώς θα προσανατολίζωνται εις το μέλλον οι επιδιώξεις των οικουμενιστών. Αμέσως μετά την συμφωνίαν του Μπαλαμάντ εξεκίνησεν η προμελετημένη δογματική «δηλητηρίασις» του αναλυτικού προγράμματος της θεολογικής εκπαιδεύσεως. Ούτως, η υποταγή εις τα νέα ευρωπαϊκά προγράμματα θρησκευτικής ενσωματώσεως του Οικουμενισμού επιδιώκει μεταξύ των άλλων την μείωσιν αριθμού προσλήψεως φοιτητών, την μείωσιν των ετών διδασκαλίας των θεολογικών των σπουδών και την εξάλειψιν των θεμελιωδών απολογητικών μαθημάτων. Δηλαδή, σήμερον δεν υπάρχουν εις τας περισσοτέρας θεολογικάς σχολάς της Ρουμανίας μαθήματα Απολογητικής.
Εις τας περισσοτέρας από τας δέκα τέσσαρες θεολογικάς σχολάς της Ρουμανίας, από το 1996, ένα καινούργιον μάθημα έγινεν υποχρεωτικόν: Οικουμενισμός, ο οποίος -επωφελούμενος των ιστορικών παρερμηνειών και της καταργήσεως των μαθημάτων της Απολογητικής, Ορθοδόξου Πνευματικότητος και Μυστικής θεολογίας- τοποθετεί την Ορθοδοξίαν εις μίαν καινούργιαν αντίληψιν, η οποία οφείλει να πετάξη ως κάτι άχρηστον την δογματικήν της διδασκαλίαν και τους κατ' αυτούς πεπαλαιωμένους Κανόνας της. Αντί αυτών οφείλει η Ορθοδοξία να αποδεχθή τους πλανεμένους «αγίους» της Δύσεως και να πιστεύση ότι θα είναι πλήρης και αληθινή, εάν ασπασθή τους κανόνας και τας αποφάσεις των άλλων «εκκλησιών».
Το δόλωμα «Ορθόδοξος Οικουμενισμός» το κατεβρόχθισαν και αρκετοί ιεράρχαι, οι οποίοι δεν βλέπουν δι' αυτού του ανοίγματος μίαν βεβήλωσιν της Εκκλησίας του Χριστού και μίαν ερήμωσιν της Ορθοδόξου Πίστεώς μας, αλλά επιδιώκοντες μίαν κοσμικήν και παποκρατουμένην δόξαν της Ορθοδοξίας, διοικούν την Εκκλησίαν ωσάν κάποιαν προσωπικήν τους ιδιοκτησίαν. Δια του τρόπου αυτού προσφέρουν ένα τέλειον πλαίσιον δια την δημιουργίαν μιας καινούργιας πανθρησκείας, ανανεωμένης συμφώνως προς τους νόμους της εκκοσμικευμένης κοινωνίας μας.
Παραλλήλως με τα προγράμματα της θεολογικής πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως, την τελευταίαν περίοδον, ιδρύθησαν παραπλεύρως των θεολογικών σχολών και τα ονομαζόμενα «οικουμενικά ιδρύματα», όπου με σημαντικές χρηματοδοτήσεις από την Δύσιν τίθενται αι βάσεις και κτίζονται οι σκελετοί της μελλούσης ορθοδόξου οικουμενιστικής Εκκλησίας, δια μέσου των διαθρησκειακών συνδιασκέψεων, σειράς θεολογικών συνεδριάσεων, εκδρομών και αμοιβαίων επισκέψεων δια την προσέγγισιν και αναγνώρισιν των διαφόρων σεμιναρίων, κατασκηνώσεων, μελλοντικών σχεδίων, οικουμενιστικών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, των οποίων τα μηνύματα και αι διαδηλώσεις υποσκάπτουν το ρουμανορθόδοξον αίσθημα και αλλοιώνουν την συνείδησιν του ρουμανικού λαού μας.
Μίαν σημαντικήν θέσιν δια την εξάπλωσιν του ρουμανικού Οικουμενισμού κατέχει και η λεγομένη «Εβδομάς της οικουμενικής προσευχής», η οποία έχει καθορισθή να τελήται την τρίτην ή την τετάρτην εβδομάδα του μηνός Ιανουαρίου κάθε έτους, όταν η Αγία Ορθόδοξος Εκκλησία μας τον μήνα αυτόν εορτάζει τους μεγάλους προμάχους και ομολογητάς της, όπως τους Αγίους Αθανάσιον και Κύριλλον, Μάξιμον τον Ομολογητήν, Μάρκον Εφέσου τον Ευγενικόν, Όσιον Μελέτιον τον Γαλησιώτην, τους Τρεις Ιεράρχας και άλλους.
Εις την οικουμενιστικήν αυτήν εβδομάδα συγκεντρώνονται εις ναούς ορθοδόξους ή ετεροδόξους διαφόρων μεγαλουπόλεων της Ρουμανίας Κληρικοί της Ρουμανίας, ήτοι Ορθόδοξοι, Αρμένιοι, Καθολικοί, Ουνίται, Αγγλικανοί και Προτεστάνται και πολύς λαός και συμπροσεύχονται με συγκεκριμένα κείμενα, προσαρμοσμένα εις την ψυχολογίαν των λαϊκών μαζών. Δι' αυτών των συγκεντρώσεων προβάλλουν εις την συνείδησιν όλων και ιδιαιτέρως του αμαθούς λαού τα βλάσφημα διδάγματα της ενώσεως όλων των θρησκειών και ενότητος όλων των Χριστιανικών Εκκλησιών. Το φαινόμενον αυτό προκαλεί την εκκλησιαστικήν συνείδησιν των ορθώς φρονούντων ορθοδόξων Κληρικών, μοναχών και ευσεβών Χριστιανών, οι οποίοι διαμαρτύρονται δια την αντικανονικότητα αυτών των ασυλλογίστων πράξεων, την συνεχή εξάπλωσίν τους και εις άλλους τόπους της Ρουμανίας.
Δια της υποδοχής του πάπα το 1999 εις την Ρουμανίαν επισημοποιήθη και η προσπάθεια δια καταλλήλων λόγων τιμητικής προσκυνήσεως και των «αγίων» της Δυτικής «Εκκλησίας» Φραγκίσκου Ασσίζης και Αντωνίου της Πάδοβας υπό ρουμάνων ορθοδόξων Χριστιανών. Ούτω, λοιπόν, εφέτος (2004), τον μήνα Ιούνιον, ο παπικός Καρδινάλιος Αντώνιος, επίσκοπος της Πάδοβας Ιταλίας, έφερε την χαλκίνην προτομήν του αγίου τους Αντωνίου, μοναχού της Πάδοβας, ο οποίος έζησε μετά το Σχίσμα. Η προτομή του είχεν εις την δεξιάν χείρα, όπως διέδιδον, την άφθαρτον γλώσσαν του μέσα εις ειδικήν αργυράν θήκην και την περιέφερον λιτανεύοντες αυτήν εις καθολικούς και ορθοδόξους ναούς. Την προσεκύνησαν όχι μόνον ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά και μερικοί ορθόδοξοι Κληρικοί.
Εξετάζοντες με το πνεύμα της πατερικής διακρίσεως τα ανωτέρω μνημονευθέντα γεγονότα, ημπορούμε να είπωμεν, χωρίς να σφάλλωμεν, ότι η καλή επιθυμία της ανθρωπότητος έχει υποστή τέτοιαν διαστροφήν, ώστε είναι και θα είναι μία κατευθυνόμενη πορεία και ένα έργον προς την ίδρυσιν της βασιλείας του Αντιχρίστου. Εδώ θα πρέπει να συνειδητοποιήσωμεν το κακόν το οποίον επιτελεί ο Οικουμενισμός εις ολόκληρον τον κόσμον, ωσάν μίαν θεολογικήν και αντίχριστον πλάνην, η οποία υπάρχει ως βάσις εις κάθε κοινωνικόν στρώμα. Ούτω, το καλόν δια την ανθρωπότητα δεν έρχεται πλέον από την Εκκλησίαν, αλλά από την φροντίδα των κοινωνικών ή κρατικών οργανώσεων. Η πνευματική πρόοδος δεν επιτυγχάνεται πλέον με την Χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία κατοικεί εις την Εκκλησίαν, αλλά με την αναγέννησιν των ειδωλολατρικών θεοτήτων της εποχής μας. Συμφώνως προς τα ανωτέρω το έργον της Εκκλησίας δεν ενσαρκώνεται από τον Χριστόν, αλλά από τον Οικουμενισμόν.
Αλλ' όμως, όλ' αυτά είναι μόνο μορφαί και εκδηλώσεις αυτού του φαινομένου. Κατά βάσιν ο Οικουμενισμός είναι ένα δαιμονικόν πνεύμα, το οποίον εκδηλώνεται ωσάν μία πολύμορφος πληγή, η οποία μολύνει τον ψυχοσωματικόν κόσμον του ανθρώπου, τα πλαίσια της θρησκευτικής του κοινότητος, του έθνους ή και των χωρών εις τας οποίας επεκτείνεται και έκτοτε θεωρείται ότι είναι το πνεύμα αυτό προϊόν ιδικής τους νοοτροπίας.
Ο Οικουμενισμός δια τους Ορθοδόξους θέλει να είναι και να ονομάζεται μία «εκκλησία», σκοπός δια τον οποίον πάντοτε εργάζεται να προωθήση. Μεταβάλλει διαρκώς τας αρχάς της και προσαρμόζει τους αντικειμενικούς σκοπούς της, αναλόγως των περιστάσεων, όπως ο χαμαιλέων, εις ένα Πανοικουμενισμόν. Το κατασκεύασμα αυτό όμως είναι μόνον μία αυταπάτη, μία συλλογή ουτοπικών ιδεών, αι οποίαι απατούν σαν μία μαγική πράξις και ελκύουν αυτούς οι οποίοι δεν γνωρίζουν ή περιφρονούν την Ορθοδοξίαν των Αγίων Πατέρων. Ο Οικουμενισμός θέλει να παρουσιάζη το αληθινόν πρόσωπον, την Παράδοσιν και την αρετήν της Ορθοδοξίας, χωρίς να τα κατέχη. Εάν δεν θεωρήσωμεν τον Οικουμενισμόν ωσάν μίαν αίρεσιν, τότε αυτός ο Οικουμενισμός θα ταυτισθή με την Ορθοδοξίαν. Έκτοτε οι άνθρωποι θα πιστεύουν ότι ο Οικουμενισμός είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία και θα τον ακολουθούν, χωρίς δυσπιστίαν. Ο Οικουμενισμός είναι ο ιός (δηλαδή μικρόβιον) με χίλια πρόσωπα, ο οποίος λαμποκοπά, όπως ένα χρυσούν είδωλον της ανθρωπότητος, και εργάζεται δια τας αντιχρίστους επιθυμίας κάθε ανθρώπου επί της γης.
Μετά απ' όλα αυτά χρειάζεται να απαντήσωμεν εις την ερώτησιν: «Είναι η Ρουμανία μία οικουμενιστική χώρα;». Η απάντησις την οποίαν δίδομεν δεν ημπορεί να είναι παρά μόνον αυτή: «Όχι ακόμη». Εις την χώραν μας μόνον η διάρθρωσις της θεολογικής εκπαιδεύσεως και της Ιεραρχίας μας είναι οικουμενιστικαί. Η πλειονότης του μοναχισμού μας με επικεφαλής τους Γέροντας και τας Γερόντισσας, καθώς και ο ευσεβής λαός μας είναι Ορθόδοξοι και αγωνίζονται εναντίον της προδρομικής αυτής αιρέσεως του Αντιχρίστου.
Ιδού ποιες είναι αι προτάσεις, τας οποίας ο Ρουμανικός Μοναχισμός μας παρουσιάζει δια μίαν κοινήν συνεργασίαν όλων εκείνων, οι οποίοι πιστεύουν ότι ο Οικουμενισμός είναι παναίρεσις των τελευταίων αιώνων.
Εις την Ρουμανίαν ο Οικουμενισμός έρχεται με την αυταπάτην της ανανεώσεως και της δήθεν απολεσθείσης ενότητος και μεταμοσχεύεται επάνω εις τας κομμουνιστικάς νοοτροπίας βασικών υποστηρικτών, οι οποίοι είναι οι πολιτικοί ηγέται και μερικά υψηλώς ιστάμενα εκκλησιαστικά πρόσωπα. Τα πρόσωπα αυτά βλέπουν την Εκκλησίαν ωσάν κάποιο θρησκευτικόν κόμμα με χριστιανικόν προσανατολισμόν ή ως μίαν προσωπικήν ιδιοκτησίαν. Σαφέστερα, η Εκκλησία είναι δι' αυτούς ένα ίδρυμα, μέσα εις το οποίον η αντιοικουμενιστική αντίληψις θεωρείται αμάρτημα ανυπακοής, δηλαδή καταπάτησις των νόμων του Κόμματος, παρεκτροπή, η οποία τιμωρείται δια των μεθόδων της κομμουνιστικής ιδεολογίας.
Όμως η ιστορία επαναλαμβάνεται. Η αρχή έγινε το 1994, όταν με επίσημες εκκλησιαστικές αποφάσεις εξεκίνησεν οικουμενιστική προπαγάνδα εις μερικάς θεολογικάς σχολάς της Ρουμανίας και δια των μέσων μαζικής ενημερώσεως δια την πλύσιν εγκεφάλου των λαϊκών μαζών.
Συγκεκριμένως, οι καρποί του ρουμανικού Οικουμενισμού φαίνονται και από την υπογραφήν της συμφωνίας του Μπαλαμάντ του Λιβάνου το 1994, όταν άνευ περιστροφών αποκαλύπτωνται ποιοι είναι εκείνοι, οι οποίοι ομολογούν την αποστασίαν των από τα δόγματα της Ορθοδόξου αληθινής Πίστεώς μας, τί επιδιώκουν και πώς θα προσανατολίζωνται εις το μέλλον οι επιδιώξεις των οικουμενιστών. Αμέσως μετά την συμφωνίαν του Μπαλαμάντ εξεκίνησεν η προμελετημένη δογματική «δηλητηρίασις» του αναλυτικού προγράμματος της θεολογικής εκπαιδεύσεως. Ούτως, η υποταγή εις τα νέα ευρωπαϊκά προγράμματα θρησκευτικής ενσωματώσεως του Οικουμενισμού επιδιώκει μεταξύ των άλλων την μείωσιν αριθμού προσλήψεως φοιτητών, την μείωσιν των ετών διδασκαλίας των θεολογικών των σπουδών και την εξάλειψιν των θεμελιωδών απολογητικών μαθημάτων. Δηλαδή, σήμερον δεν υπάρχουν εις τας περισσοτέρας θεολογικάς σχολάς της Ρουμανίας μαθήματα Απολογητικής.
Εις τας περισσοτέρας από τας δέκα τέσσαρες θεολογικάς σχολάς της Ρουμανίας, από το 1996, ένα καινούργιον μάθημα έγινεν υποχρεωτικόν: Οικουμενισμός, ο οποίος -επωφελούμενος των ιστορικών παρερμηνειών και της καταργήσεως των μαθημάτων της Απολογητικής, Ορθοδόξου Πνευματικότητος και Μυστικής θεολογίας- τοποθετεί την Ορθοδοξίαν εις μίαν καινούργιαν αντίληψιν, η οποία οφείλει να πετάξη ως κάτι άχρηστον την δογματικήν της διδασκαλίαν και τους κατ' αυτούς πεπαλαιωμένους Κανόνας της. Αντί αυτών οφείλει η Ορθοδοξία να αποδεχθή τους πλανεμένους «αγίους» της Δύσεως και να πιστεύση ότι θα είναι πλήρης και αληθινή, εάν ασπασθή τους κανόνας και τας αποφάσεις των άλλων «εκκλησιών».
Το δόλωμα «Ορθόδοξος Οικουμενισμός» το κατεβρόχθισαν και αρκετοί ιεράρχαι, οι οποίοι δεν βλέπουν δι' αυτού του ανοίγματος μίαν βεβήλωσιν της Εκκλησίας του Χριστού και μίαν ερήμωσιν της Ορθοδόξου Πίστεώς μας, αλλά επιδιώκοντες μίαν κοσμικήν και παποκρατουμένην δόξαν της Ορθοδοξίας, διοικούν την Εκκλησίαν ωσάν κάποιαν προσωπικήν τους ιδιοκτησίαν. Δια του τρόπου αυτού προσφέρουν ένα τέλειον πλαίσιον δια την δημιουργίαν μιας καινούργιας πανθρησκείας, ανανεωμένης συμφώνως προς τους νόμους της εκκοσμικευμένης κοινωνίας μας.
Παραλλήλως με τα προγράμματα της θεολογικής πανεπιστημιακής εκπαιδεύσεως, την τελευταίαν περίοδον, ιδρύθησαν παραπλεύρως των θεολογικών σχολών και τα ονομαζόμενα «οικουμενικά ιδρύματα», όπου με σημαντικές χρηματοδοτήσεις από την Δύσιν τίθενται αι βάσεις και κτίζονται οι σκελετοί της μελλούσης ορθοδόξου οικουμενιστικής Εκκλησίας, δια μέσου των διαθρησκειακών συνδιασκέψεων, σειράς θεολογικών συνεδριάσεων, εκδρομών και αμοιβαίων επισκέψεων δια την προσέγγισιν και αναγνώρισιν των διαφόρων σεμιναρίων, κατασκηνώσεων, μελλοντικών σχεδίων, οικουμενιστικών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, των οποίων τα μηνύματα και αι διαδηλώσεις υποσκάπτουν το ρουμανορθόδοξον αίσθημα και αλλοιώνουν την συνείδησιν του ρουμανικού λαού μας.
Μίαν σημαντικήν θέσιν δια την εξάπλωσιν του ρουμανικού Οικουμενισμού κατέχει και η λεγομένη «Εβδομάς της οικουμενικής προσευχής», η οποία έχει καθορισθή να τελήται την τρίτην ή την τετάρτην εβδομάδα του μηνός Ιανουαρίου κάθε έτους, όταν η Αγία Ορθόδοξος Εκκλησία μας τον μήνα αυτόν εορτάζει τους μεγάλους προμάχους και ομολογητάς της, όπως τους Αγίους Αθανάσιον και Κύριλλον, Μάξιμον τον Ομολογητήν, Μάρκον Εφέσου τον Ευγενικόν, Όσιον Μελέτιον τον Γαλησιώτην, τους Τρεις Ιεράρχας και άλλους.
Εις την οικουμενιστικήν αυτήν εβδομάδα συγκεντρώνονται εις ναούς ορθοδόξους ή ετεροδόξους διαφόρων μεγαλουπόλεων της Ρουμανίας Κληρικοί της Ρουμανίας, ήτοι Ορθόδοξοι, Αρμένιοι, Καθολικοί, Ουνίται, Αγγλικανοί και Προτεστάνται και πολύς λαός και συμπροσεύχονται με συγκεκριμένα κείμενα, προσαρμοσμένα εις την ψυχολογίαν των λαϊκών μαζών. Δι' αυτών των συγκεντρώσεων προβάλλουν εις την συνείδησιν όλων και ιδιαιτέρως του αμαθούς λαού τα βλάσφημα διδάγματα της ενώσεως όλων των θρησκειών και ενότητος όλων των Χριστιανικών Εκκλησιών. Το φαινόμενον αυτό προκαλεί την εκκλησιαστικήν συνείδησιν των ορθώς φρονούντων ορθοδόξων Κληρικών, μοναχών και ευσεβών Χριστιανών, οι οποίοι διαμαρτύρονται δια την αντικανονικότητα αυτών των ασυλλογίστων πράξεων, την συνεχή εξάπλωσίν τους και εις άλλους τόπους της Ρουμανίας.
Δια της υποδοχής του πάπα το 1999 εις την Ρουμανίαν επισημοποιήθη και η προσπάθεια δια καταλλήλων λόγων τιμητικής προσκυνήσεως και των «αγίων» της Δυτικής «Εκκλησίας» Φραγκίσκου Ασσίζης και Αντωνίου της Πάδοβας υπό ρουμάνων ορθοδόξων Χριστιανών. Ούτω, λοιπόν, εφέτος (2004), τον μήνα Ιούνιον, ο παπικός Καρδινάλιος Αντώνιος, επίσκοπος της Πάδοβας Ιταλίας, έφερε την χαλκίνην προτομήν του αγίου τους Αντωνίου, μοναχού της Πάδοβας, ο οποίος έζησε μετά το Σχίσμα. Η προτομή του είχεν εις την δεξιάν χείρα, όπως διέδιδον, την άφθαρτον γλώσσαν του μέσα εις ειδικήν αργυράν θήκην και την περιέφερον λιτανεύοντες αυτήν εις καθολικούς και ορθοδόξους ναούς. Την προσεκύνησαν όχι μόνον ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά και μερικοί ορθόδοξοι Κληρικοί.
Εξετάζοντες με το πνεύμα της πατερικής διακρίσεως τα ανωτέρω μνημονευθέντα γεγονότα, ημπορούμε να είπωμεν, χωρίς να σφάλλωμεν, ότι η καλή επιθυμία της ανθρωπότητος έχει υποστή τέτοιαν διαστροφήν, ώστε είναι και θα είναι μία κατευθυνόμενη πορεία και ένα έργον προς την ίδρυσιν της βασιλείας του Αντιχρίστου. Εδώ θα πρέπει να συνειδητοποιήσωμεν το κακόν το οποίον επιτελεί ο Οικουμενισμός εις ολόκληρον τον κόσμον, ωσάν μίαν θεολογικήν και αντίχριστον πλάνην, η οποία υπάρχει ως βάσις εις κάθε κοινωνικόν στρώμα. Ούτω, το καλόν δια την ανθρωπότητα δεν έρχεται πλέον από την Εκκλησίαν, αλλά από την φροντίδα των κοινωνικών ή κρατικών οργανώσεων. Η πνευματική πρόοδος δεν επιτυγχάνεται πλέον με την Χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία κατοικεί εις την Εκκλησίαν, αλλά με την αναγέννησιν των ειδωλολατρικών θεοτήτων της εποχής μας. Συμφώνως προς τα ανωτέρω το έργον της Εκκλησίας δεν ενσαρκώνεται από τον Χριστόν, αλλά από τον Οικουμενισμόν.
Αλλ' όμως, όλ' αυτά είναι μόνο μορφαί και εκδηλώσεις αυτού του φαινομένου. Κατά βάσιν ο Οικουμενισμός είναι ένα δαιμονικόν πνεύμα, το οποίον εκδηλώνεται ωσάν μία πολύμορφος πληγή, η οποία μολύνει τον ψυχοσωματικόν κόσμον του ανθρώπου, τα πλαίσια της θρησκευτικής του κοινότητος, του έθνους ή και των χωρών εις τας οποίας επεκτείνεται και έκτοτε θεωρείται ότι είναι το πνεύμα αυτό προϊόν ιδικής τους νοοτροπίας.
Ο Οικουμενισμός δια τους Ορθοδόξους θέλει να είναι και να ονομάζεται μία «εκκλησία», σκοπός δια τον οποίον πάντοτε εργάζεται να προωθήση. Μεταβάλλει διαρκώς τας αρχάς της και προσαρμόζει τους αντικειμενικούς σκοπούς της, αναλόγως των περιστάσεων, όπως ο χαμαιλέων, εις ένα Πανοικουμενισμόν. Το κατασκεύασμα αυτό όμως είναι μόνον μία αυταπάτη, μία συλλογή ουτοπικών ιδεών, αι οποίαι απατούν σαν μία μαγική πράξις και ελκύουν αυτούς οι οποίοι δεν γνωρίζουν ή περιφρονούν την Ορθοδοξίαν των Αγίων Πατέρων. Ο Οικουμενισμός θέλει να παρουσιάζη το αληθινόν πρόσωπον, την Παράδοσιν και την αρετήν της Ορθοδοξίας, χωρίς να τα κατέχη. Εάν δεν θεωρήσωμεν τον Οικουμενισμόν ωσάν μίαν αίρεσιν, τότε αυτός ο Οικουμενισμός θα ταυτισθή με την Ορθοδοξίαν. Έκτοτε οι άνθρωποι θα πιστεύουν ότι ο Οικουμενισμός είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία και θα τον ακολουθούν, χωρίς δυσπιστίαν. Ο Οικουμενισμός είναι ο ιός (δηλαδή μικρόβιον) με χίλια πρόσωπα, ο οποίος λαμποκοπά, όπως ένα χρυσούν είδωλον της ανθρωπότητος, και εργάζεται δια τας αντιχρίστους επιθυμίας κάθε ανθρώπου επί της γης.
Μετά απ' όλα αυτά χρειάζεται να απαντήσωμεν εις την ερώτησιν: «Είναι η Ρουμανία μία οικουμενιστική χώρα;». Η απάντησις την οποίαν δίδομεν δεν ημπορεί να είναι παρά μόνον αυτή: «Όχι ακόμη». Εις την χώραν μας μόνον η διάρθρωσις της θεολογικής εκπαιδεύσεως και της Ιεραρχίας μας είναι οικουμενιστικαί. Η πλειονότης του μοναχισμού μας με επικεφαλής τους Γέροντας και τας Γερόντισσας, καθώς και ο ευσεβής λαός μας είναι Ορθόδοξοι και αγωνίζονται εναντίον της προδρομικής αυτής αιρέσεως του Αντιχρίστου.
Ιδού ποιες είναι αι προτάσεις, τας οποίας ο Ρουμανικός Μοναχισμός μας παρουσιάζει δια μίαν κοινήν συνεργασίαν όλων εκείνων, οι οποίοι πιστεύουν ότι ο Οικουμενισμός είναι παναίρεσις των τελευταίων αιώνων.
- 1. Η ενίσχυσις της επικοινωνίας, εις τα πλαίσια καθολικότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μεταξύ ιεραρχών και άλλων κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών δια την αδελφικήν και διακριτικήν παρέμβασίν των εις το συγκεκριμένον πρόβλημα της οικουμενιστικής ροπής μέρους του Κλήρου και του λαού της Ρουμανικής Εκκλησίας. Είναι καλόν να κατανοήσωμεν εγκαίρως ότι παρεκκλίσεις ή και πτώσεις μιας τοπικής Ορθοδόξου Εκκλησίας εις σχισματικάς ή και αιρετικάς διδασκαλίας είναι ταυτοχρόνως παρεκκλίσεις και πτώσεις των ιδικών τους Εκκλησιών, εφ' όσον είμεθα όλοι ένα Σώμα, το Σώμα της Εκκλησίας του Χριστού.
- 2. Η δημιουργία μιας τεκμηριωμένης θεολογικής βάσεως κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού, με αγιογραφικόν και Πατερικόν περιεχόμενον, η οποία να είναι προσιτή δι' αυτούς οι οποίοι θέλουν να σπουδάσουν την σύγχρονον ορθόδοξον Απολογητικήν. Επί πλέον η βάσις αυτή θα πρέπει να προσφέρη τα όπλα δια την καταπολέμησιν αυτής της αιρέσεως και άλλων θεολογικών παρεκτροπών. Προς καλλιτέραν ενημέρωσιν των αναγνωστών μας, προτείνομεν να συνταχθούν και να εισαχθούν εις διαφόρους γλώσσας μέσα εις το διαδίκτυον κατάλληλα θεολογικά πατερικά κείμενα, τα οποία να αποδεικνύουν σαθρόν το οικοδόμημα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού. Παραλλήλως, επιθυμούμεν να προτείνωμεν όπως παρέχεται σχετική ενημέρωσις επί μονίμου βάσεως δια τα καθ' ημέραν τεκταινόμενα γεγονότα της Ορθοδόξου Εκκλησίας ανά την οικουμένην ούτως, ώστε να έχουν φροντίδα οι φύλακες δια τα ποίμνιά των.
- 3. Η σύνταξις μιας επιστολής εκ μέρους μιας πανορθοδόξου θεολογικής επιτροπής δια την γνωστοποίησιν του κινδύνου εμφανίσεως και εξαπλώσεως του Οικουμενισμού. Αυτή η Επιστολή-Εγκύκλιος θα πρέπει να αποστέλλεται, εάν είναι δυνατόν, μεταφρασμένη εις όλα τα Πατριαρχεία και τας Αυτοκεφάλους Εκκλησίας της απανταχού Ορθοδοξίας.
- 4. Παραλλήλως η Επιστολή-Εγκύκλιος αύτη θα πρέπει πρωτίστως να περιέχη την ακραιφνή ορθόδοξον διδασκαλίαν δια την καταδίκην του Οικουμενισμού και, εις περίπτωσιν κινδύνου μιας Εκκλησίας, να αποφασίζεται Πανορθόδοξος Σύνοδος δια την σαφή διατύπωσιν του ορθοδόξου δόγματος και την πανηγυρικήν καταδίκην της αιρέσεως.
- 5. Η μετάδοσις των εισηγήσεων και αποφάσεων του παρόντος συνεδρίου εις κάθε Ορθόδοξον χώραν και εις την Ορθόδοξον Διασποράν θα πρέπει να επιτευχθή δια της εκτυπώσεως βιβλίων και της διαδόσεώς των.
Όλοι οι Άγιοι Πατέρες ομολογούν ομοφώνως τα εξής: Δια της Σταυρώσεως του Χριστού η Εκκλησία έγινε θυσιαστική, δια της Αναστάσεώς Του έγινε νικήτρια του θανάτου και δια της Καθόδου του Αγίου Πνεύματος την ημέραν της Πεντηκοστής η Εκκλησία είναι το πλήρωμα της αληθείας, της Χάριτος και της σωτηρίας του ανθρώπου.
Μόνον η Ορθόδοξος Εκκλησία εχάρισε εις τον κόσμον αγίους, αγιασμόν και άγια λείψανα και Αυτή θα είναι εις τους αιώνας η μοναδική Εκκλησία, η οποία θα πολεμά εναντίον των ψευδών εκκλησιών, αι οποίαι θα προσπαθούν να την σφετερισθούν.
Μόνον η Ορθόδοξος Εκκλησία εχάρισε εις τον κόσμον αγίους, αγιασμόν και άγια λείψανα και Αυτή θα είναι εις τους αιώνας η μοναδική Εκκλησία, η οποία θα πολεμά εναντίον των ψευδών εκκλησιών, αι οποίαι θα προσπαθούν να την σφετερισθούν.
Μόνον η Ορθόδοξος Εκκλησία ενσαρκώνει όλα αυτά τα χαρίσματα, διότι μόνον Αυτή είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία από τον Ιδρυτήν και την Κεφαλήν της, τον Θεάνθρωπον Ιησούν Χριστόν. Μόνον η Ορθόδοξος Εκκλησία έμεινε αναλλοίωτος και απαρασάλευτος δια μέσου των αιώνων φυλάττουσα την άπαξ παραδοθείσαν τοις αγίοις πίστιν2.
1. Εκ μέρους ομάδος Ορθοδόξων μοναχών της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας
2. Ιούδα 3.
2. Ιούδα 3.
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ
Γένεση - Προσδοκίες - Διαψεύσεις
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ Α.Π.Θ. 20-24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004
Εκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΛΕΤΩΝ Α.Π.Θ. 20-24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2004
Εκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου